Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

ΑΠΟ ΤΗ "ΘΑΛΑΣΣΑ ΕΠΑΓΓΕΛΙΑΣ" ΤΟΥ ΤΙΤΟΥ ΠΑΤΡΙΚΙΟΥ


ΕΚΒΟΛΕΣ
Σαν μια πηγή που γυρεύει τη θάλασσα
προσπάθησα να σε φτάσω
και χάθηκα στις εκβολές των ποταμών

                                          Αθήνα, Μάρτης 1959

ΤΟ ΦΤΑΙΞΙΜΟ
Μια βέβαιη λύση
ένας εκβιασμός συγχώρεσης
για το φταίξιμο που δε σώνεται 
το φταίξιμο που θα ξανάρθει.
Κάτω απ' τα σκοτεινά αγκαλιάσματα
η άβυσσος των καθημερινών πραγμάτων

                                           Αθήνα, Μάης 1959

ΤΑΞΙΔΙ
Έσπαγα το κορμί σου
σε κάθε κόμπο κάθε άρθρωση
ρουφώντας από τις ρωγμές χυμό.
Κι εσύ διαρκώς αναδυόσουν πιο ακέρια
με σκέπαζες με την πολύβουη φυλλωσιά σου
την αρμυρή δροσιά της θαλασσινής σου νύχτας 
και με ταξίδευες όλο το δρόμο
από το αγρίμι ως τον άνθρωπο.

                                           Αθήνα, Αύγουστος 1959

ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ
Όπως αθόρυβα τελειώνει η κάθε μέρα
ένα κομμάτι της αγάπης μεταμορφώνεται σε πάγο
ένα κομμάτι του κορμιού μεταμορφώνεται σε θάνατο.

                                            Παρίσι, Γενάρης 1960

ΜΝΗΜΗ
Σε μιαν απέραντη πολιτεία σε ήβρα
σε μιαν απέραντη πολιτεία σ' έχασα.
Άν άλλαζε η μνήμη σε γυαλί μπορεί και να 'βλεπα
πιο καθαρά, λίγο πριν σβήσει, την εικόνα σου.

                                            Παρίσι, Μάρτης 1960

ΥΠΟΓΕΙΟ ΤΡΕΝΟ
Κι έπειτα τα χρόνια θα περάσουν
όγκοι βουνών και πέτρας θα παρεμβληθούν
θα ξεχαστούνε όλα
όπως ξεχνιέται το καθημερινό φαΐ
που μας κρατάει ορθούς.
Όλα, έξω από κείνη τη στιγμή 
που μέσα στο συνωστισμό του υπόγειου τρένου
κρατήθηκες στο μπράτσο μου.

                                              Παρίσι, Μάης 1960

Η ΑΛΛΗ ΠΟΛΗ
Την άλλη μέρα του όνειρου
βγήκε ένας ήλιος τόσο μαύρος
που κι οι τυφλοί
βλέπαν διπλό σκοτάδι.

                                             Ρώμη, Σεπτέμβρης 1961

VIA DEI CORONARI 123
Άχρηστο μέσα στη μνήμη τ' όνομά σου
χωρίς τους φθόγγους που το ζωντανεύαν
σαν τη χαμένη σύσταση σπιτιού
όπου κανείς δεν ξέρει πως έχω κατοικήσει.

                                              Ρώμη, Σεπτέμβρης 1961

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ
Σε γνώρισα ναυαγός σε μια μεγάλη πόλη
που οι άνθρωποι περνούν και χάνονται
με μια βουή ωκεανού.
Κι ήταν σα θαύμα το πώς βγήκαν 
καινούργια λόγια απ' το στεγνό μου στόμα.
Τ' απόθεσα χωρίς καμιάν εγγύηση, παράλογα
σ' ένα μπουκάλι και το 'ριξα στην άσφαλτο.
Ήξερα πως δεν είχα τίποτα να περιμένω
μα δεν βρισκόμουν πια στην πρώτη νιότη μου
κι η σύνεση γινόταν μια πολυτέλεια δυσβάσταχτη.

                                                 Παρίσι, Νοέμβρης 1962

 (Από τις εκδόσεις "Θεμέλιο", Απρίλης 1977)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου