Παρασκευή 30 Ιουνίου 2017

Survivor είναι

Από την Αφροδίτη Φανφάρες                     

το μεσαιωνικό δίπολο σπίτι-δουλειά

το ένα εκατομμύριο εκμοντερνισμένο σπίτι-σπίτι

τα 400 ευρώ που σου πηδάνε το μήνα

εσύ που δεν πηδάς αυτή που θέλεις

η ψαρική σου φύση στο μετρό

-κάποιοι δεν βρομάνε εκεί

διαβάζουν Καμύ και Ντοστογιέφσκι-

εντάξει δεν πήγα στρατό

καλοκουρδίζομαι στην επόμενη στάση

το άγχος να πυροβολήσεις τα δευτερόλεπτα

έρμαιο ψυχοπαθούς εργοδότη

η ανόσια σειρά στον οαεδ

ευθεία παράλληλη με την εργασιακή αυταπάτη

το τσοντάρισμα των γονιών

»ανεξαρτησία» τη ‘λεγαν οι παλιοί

είναι καλή τσόντα Δες τη

η κάθε γωνιά της πόλης που ζέχνει Μικέλ

κι ένα άδειο χέρι να ικετεύει

η βόλτα στα τετράγωνα χωρίς εσέ

και πάλι ένα άδειο χέρι να ικετεύει

το κάπνισμα που άρχισα

μπας και πεθάνω πρόωρα

αλλά πάλι ακυρώθηκε το ιδιαίτερο

συγγνώμη κύριε Καρέλια

την επόμενη βδομάδα πάλι.

moiramouegianes

Παρασκευή 23 Ιουνίου 2017

ΜΕΣΑ ΑΠ' ΤΙΣ ΣΤΑΧΤΕΣ

Μικρές γουλιές απ’ του καλοκαιριού το ποτήρι
Πατητήρι τρύγου πρώιμου για να λιώσουν
Της ψυχής σκοτεινά αδενώματα
Τόσα ασήμια και παιχνιδίσματα φωτός
Ο καθένας στη δική του θάλασσα σώνεται
Εκτός απ’ όσους τη στέρεψαν για να πνιγούν
Μέσα στην πολύβουη μοναξιά των άλλων
Καταχραστές αποστάσεων και σιωπής
Θα’ ρθουν σαν αναμενόμενοι καύσωνες
Αλλά τίποτα δε θα βρουν να κάψουν
Βαθιά προστατευμένος ο σπόρος της αγάπης
Θ' ανθίσει κάποτε μέσα απ’ τις στάχτες

S.

Σάββατο 17 Ιουνίου 2017

ΡΟΗ

Η βροχερή εκδοχή του κόσμου περιέχει κάποια επίφαση αθωότητας.
Ιδιαίτερα όταν διακόπτει με αναίδεια την έπαρση της αρχικής επωδού του καλοκαιριού.


Τα κάνει θάλασσα λες ο καιρός αλλά η θάλασσα ανοίγει τον ασκό των ταξιδιών και πληρώνει τον οβολό για να φτάσει το μπουκάλι με το μήνυμα στην ακτή.

Σκηνή από ταινία άλλης εποχής. Σε χέρια άγνωστου παραλήπτη που επικαλείται να λύσει το γρίφο. Ένα sos από κάποιον ή κάτι που χάνεται, μια οποιαδήποτε λέξη ή φράση, ένα σύμβολο ή μια ζωγραφιά, 
ίσως η τελευταία  καταγραφή συγκινησιακής φόρτισης μιας ψυχής πριν το επέκεινα της ύλης.

Αυτό που θα ρέει πάντα σε όχθη ανεξερεύνητης ακτής όταν η σιγή θα γλιστράει στα ρείθρα των ονείρων για να ρίξει λευκό σεντόνι σ’ όλες τις μικρές καταστροφές που αποποιηθήκαμε και αποσιωπήσαμε, δικές μας και των άλλων, πόα εύθραυστη η αγάπη ούτως ή άλλως, αν την πότισες και μαράθηκε ταΐζεις αφανέρωτο πόνο αλλά τώρα ξέρεις τον τύπο των ήλων και μπορείς θαυμάσια να περιθάλψεις την ακατάσχετη αιμορραγία της μνήμης ως την οριστική της ίαση.

Προς τα πού κυλάει λοιπόν το ποτάμι, τι σημασία έχει, μεταξύ ουρανού και γης η πανσπερμία από φως και σκοτάδι κι η βροχή  πτυχώσεις  χιτώνα σε υποκριτή αρχαίας τραγωδίας, υποχθόνια θα μας ωθεί προς την ύβρη αφού θα μας υποψιάζει αναίτια για κάθαρση.

S.


Κυριακή 4 Ιουνίου 2017

-Χόρχε Λουίς Μπόρχες, «Εγώ»


«Το κρανίο, η μυστική καρδιά

οι αόρατοι δρόμοι του αίματος,

οι υπόγειες στοές του Πρωτέα ύπνου,

σπλάχνα, αυχένας, σκελετός.

Είμαι όλα τούτα. Είναι απίστευτο

αλλά είμαι ακόμα κι η ανάμνηση ενός σπαθιού,

κι η μνήμη ενός ήλιου μοναχικού που βασιλεύει,

σκορπίζει και γίνεται χρυσαφένια σκιά, κι έπειτα χάνεται.

Είμαι κείνος που κοιτάει απ’ το λιμάνι τις πλώρες,

είμαι τα σπάνια βιβλία, οι σπάνιες

γκραβούρες με τη φθορά του χρόνου.

Είμαι εκείνος που φθονεί αυτούς που ‘χουν πεθάνει.

Το πιο παράξενο είναι να είμαι κάποιος που συνταιριάζει

λέξεις, σ’ ένα δωμάτιο κάποιου σπιτιού.»