Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

EΠΕΤΕΙΟΙ

Χρεοκόπησαν οι επέτειοι. Σαν τις επαναστάσεις. Αφού πρώτα αποσαφηνίστηκαν. Κάτι σα
νεκροψία που ακολουθεί το τετελεσμένο του θανάτου. Τα εμβατήρια ξεκλειδώθηκαν από τα μπαούλα της μνήμης. Απλά προς τέρψη των αυτιών, όπως συμβαίνει κάθε Οκτώβριο και Μάρτιο. Μου θύμισαν κάτι στιχάκια, γραμμένα στο πόδι για εύπεπτη λαϊκή κατανάλωση στις απαστράπτουσες οθόνες των πρωινών καφέδων. Με απαραίτητο αξεσουάρ την αποκάλυψη καλλίγραμμων ποδιών κάτω από κολλαρισμένες μίνι φούστες και δωδεκάποντες γόβες. Κρίμα που οι τιμημένοι νεκροί έχασαν τέτοιο θέαμα. Το εισέπραξαν πάντως ποικιλοτρόπως οι επίσημοι της εξέδρας και οι ένστολοι στους σημαιοστολισμένους δρόμους.
Η ιστορία αφήνει τα χνάρια της παντού, αλλά πιο εύκολα αποκαλύπτεται σε στρατιωτικό βηματισμό μέσα απ’ το ξεσχισμένο πρόσχημα της ειρήνης. Άλλωστε πάντα στο όνομα της ειρήνης και της αγάπης γίνονταν τα στυγερότερα εγκλήματα. Κανείς όμως δεν τα θυμάται αφού εξακολουθούν να γίνονται καθημερινά χωρίς σαλπίσματα και σιωπητήρια, χωρίς συγκεκριμένα πεδία μάχης και αναγνωρίσιμους εχθρούς.
Όταν οι παρελάσεις αντικατασταθούν από πορείες ειρήνης, όταν οι εξέδρες και τα κάγκελα γκρεμιστούν και ο πραγματικός επίσημος γίνει ο απλός καθημερινός άνθρωπος, τότε ίσως αποτίσουμε τον αληθινό φόρο τιμής σ’ αυτούς που θυσιάστηκαν και το αξίζουν. Σε εμάς τελικά.
Μόνο οξύμωρο είναι στην εποχή του ναι να γιορτάζεται ακόμα έτσι το Όχι.


Stavronia

Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2014

[Ο παππούς πολέμησε το 1940 στα ελληνοαλβανικά σύνορα] Γκόγκας Δημήτριος

Ο παππούς πολέμησε το 1940 στα 
ελληνοαλβανικά σύνορα.        
Όπως καταλαβαίνετε,
δεν ανήκε στους τριακόσιους του Λεωνίδα,
ούτε στους Θεσπιείς
που τους τοποθέτησε εντέχνως στο περιθώριο η διάφανη ιστορία.
Ήταν μάγειρας,
μ΄ ένα καζάνι και μια κουτάλα τάιζε
πάνω από 300 στρατιώτες και αξιωματικούς.
Στις περιγραφές του, λίγο πριν πεθάνει,
μιλούσε για τους άγνωστους συναδέλφους του και δάκρυζε.
Ανέφερε βέβαια πάντα βαριά- ανασαίνοντας
και για τις σκουληκιασμένες εύγεστες φακές,
τα νερόβραστα φασόλια,
τα κουνουπίδια που σάπιζαν και μύριζε μπαρούτι το μαγειρειό
τις ψείρες που χόρευαν στις σπίθες της φωτιάς
και τα παγωμένα άκρα που μάτωναν μες στα γράμματα των ταχυδρόμων.

Όπως καταλαβαίνετε,
ο παππούς μου πολέμησε πριν από αρκετά χρόνια,
στα ελληνοαλβανικά σύνορα
για ένα μνημείο που στήθηκε στην μνήμη αυτών που θάβανε πρόχειρα
και δεν είδαν ταφικό στεφάνι να τους σκεπάζει το σώμα.

Πολεμούσε δε μέχρι το πέρας της ζωής του,
με μια κουτάλα σε ένα καζάνι.
Για την τιμή της οικογενείας
για να μην πεινάσει η οικογένεια
για να μην πέσει η οικογένεια στα γόνατα
για να μην δει να κλαίει η οικογένεια.
Πουλήθηκε ολάκερος, μα ήταν ελεύθερος.
Και δράττοντας της ευκαιρίας να πω
για την τιμή της Ελλάδας !!
(εδώ παρακαλώ το ακροατήριο ένα γλυκό μειδίαμα και ίσως ένα μικρό χειροκρότημα)

Στις παρελάσεις στο χωριό
δεν τον κάλεσε ποτέ κανείς στην εξέδρα των επισήμων.
Άλλωστε ήταν μάγειρας. Δεν υπήρχαν θέσεις για μαγείρους.
Στην ανεργία των ηρώων επιτρέπεται και τούτο.
Δεν ρώτησε ποτέ κανείς πως είναι να μαγειρεύεις για 300 στρατιώτες.
Ο Λεωνίδας θεωρώ ότι θα είχε ρωτήσει

Λίγο πριν πεθάνει
ένα καλοκαιρινό απόγευμα,
νομίζω πως μαχότανε μην φύγει η ψυχή του.
Κι όταν αγκάλιασε τον άνεμο,
το ήξερα πως μαρμάρινη πλάκα του έλαχε
αυτή του αγνώστου στρατιώτου.

Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2014

ΒΥΡΩΝ ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ, “Μέσα στο ποίημα σε χάνω…”

Μέσα στο ποίημα σε χάνω Έξω από μένα    
άλλη ομορφιά σε παίρνει, αγαπημένη
Τί θα γίνω και τί με περιμένει
σε άδειες αισθήσεις και χωρίς εσένα

που είσαι για μένα ό,τι είμαι και που τώρα
δεν είσαι μυστικό και πια δεν είμαι ό,τι είμαι
Τί να μου κάνουν νοσταλγίες και μνήμες
Το απτό με αρνιέται αυτή την άχρονη ώρα

το απτό που ήταν η τρέλλα μου και το άγχος
α, όλα αυτά που γίναν τώρα στίχοι . . .
Τί άδοξα που έχασα το στοίχημα
 ανάμεσα στο «υπάρχω – δεν υπάρχω»

Να χάνω όσα είχα το άντεχα· μα εσύ ήσουν
και όσα ποτέ δε γίναν και δεν είχα
Αυτά, πώς να τα χάσω αυτά που ματαιωθήκαν ;
Σε άλλη ομορφιά θ’ αγιάζουνε μαζί σου

λόγια που αρνήθηκαν να ειπωθούνε
αγγίγματα που πήραν πίσω το αίνιγμά τους
σημάδια του έρωτα και του θανάτου
γραφές που γράφτηκαν για να σβηστούνε

Μέσα στο ποίημα σε χάνω και δεν ξέρω
εσύ μου φεύγεις ή εγώ σου φεύγω ;
Πώς σκοτεινιάζω απ’ το δικό σου φέγγος . . .
Και δε με θέλω πια και δε με ξέρω

Σε άλλη ομορφιά φριχτή και δίχως έλεος
θα ’σαι για πάντα, έξω από μένα, ωραία ωραία
τόσο άδικα τόσο άσπλαχνα ωραία . . .
Και δε με ξέρω πια και δε με θέλω


Εν γη αλμυρά, 1996

Σάββατο 11 Οκτωβρίου 2014

[Τα Ποιήματα Στο Δρόμο] Του Νίκου Χουλιαρά

Μ’ αρέσουν τα ποιήματα που ζουν στο δρόμο, έξω απ’ τα βιβλία: αυτά που τουρτουρίζουν στις
γωνιές κι όλο καπνίζουν σαν φουγάρα· που αναβοσβήνουν, μες στη νύχτα, σαν Χριστουγεννιάτικα λαμπάκια -όχι αυτά που κρέμονται στα δέντρα της γιορτής, στη θαλπωρή των δωματίων, αλλά εκείνα που τονίζουνε την ερημία των σφαχτών στις μωβ βιτρίνες των συνοικιακών κρεοπωλείων.
 Τα σακατεμένα και τα μοναχικά, μ’ αρέσουν: τα ποιήματα-κοπρίτες που περπατούν κουτσαίνοντας στις σκοτεινές άκρες των λεωφόρων: αυτά που τ’ αγνοούν οι κριτικοί κι οι εκπαιδευτικοί του Μωραΐτη· που τα χτυπούν συχνά οι μεθυσμένοι οδηγοί και τα αφήνουν αβοήθητα στο δρόμο.
 Και τα ποιήματα-παιδάκια, όμως αγαπώ· αυτά που ενώ δεν έχουν μάθει ακόμη την αλφάβητο, μπορούν εντούτοις, με δυο λέξεις τους, να σου κολλήσουν την ψυχή στον τοίχο. 
 Μ’ αρέσουν, πάλι, τα απελπισμένα κι όμως χαμογελαστά: τα ποιήματα-συνένοχοι· εκείνα που σου κλείνουνε με νόημα το μάτι. Που δεν σου πιάνουν την κουβέντα, δεν σ’ απασχολούν μα συνεχίζουνε το δρόμο τους αδιάφορα: τα ποιήματα-«δεν πρόκειται να σου ζητήσω τίποτε»· αυτά που χαιρετούν μόνο και φεύγουν, όπως μ’ αρέσουνε και τ’ άλλα, τα χαρούμενα, που προτιμούνε τα παιχνίδια απ’ το μάθημα καθώς και τα ποιήματα-παππούδες, γιατί ενώ γνωρίζουνε καλά το μάταιο της ζωής εντούτοις θέλουν να το ζήσουν.
 Δεν αγαπώ καθόλου τα ποιήματα-γεροντοκόρες που συγυρίζουν, όλη μέρα, τα δωμάτια με τις λέξεις, ούτε και τα ποιήματα-ταγιέρ, τα καθωσπρέπει.
 Δεν αντέχω και τα ψωνάκια: τα ποιήματα με τα πολλά αποσιωπητικά ούτε και τ’ άλλα που θεωρούν τη φύση μάνα τους κι όλο τη νοσταλγούν χωμένα πίσω απ’ τα γραφεία. Σιχαίνομαι αυτά που ονομάζονται συμβολικά, τα ποιήματα με μήνυμα, τα λεξιλάγνα και τ’ αφασικά· τα ποιήματα-κυρίες με αλτσχάιμερ. 
Ούτε και τις συνθέσεις τις μεγάλες αγαπώ: τα ποιήματα-Μπεν Χουρ, αυτούς τους λεκτικούς χειμάρρους που ’ναι γραμμένοι κυρίως για τους κριτικούς κι ας παριστάνουν τους ινστρούχτορες που ενδιαφέρονται για το καλό του κόσμου. 
 Από την άλλη δεν μπορώ και τα διστακτικά: τα ποιήματα-σαντάλια με καλτσάκι ούτε και τα ποιήματα-στρατιωτικό αμπέχωνο και δήθεν Τσε Γκεβάρα, μεσημέρι στη «Λυκόβρυση». 
 Δεν μου αρέσουν τα σοφά που ’ναι γραμμένα από νέους ούτε και τα νεανικά που τα ’χουν γράψει γέροι. 
Μου γυρίζουν τ’ άντερα τα δήθεν οικολογικά, τα ερωτικά-«καϊμάκι με πολύ σιρόπι» καθώς κι εκείνα που εκλιπαρούν τη γνώμη του αναγνώστη. 
 Ούτε και τα δικά μου αγαπώ. Μ’ αρέσουν μόνο εκείνα που μου αντιστάθηκαν: αυτά που δεν κατάφερα ποτέ να γράψω. Γι’ αυτό και τα ποιήματα που ζούνε έξω απ’ τα βιβλία αγαπώ: εκείνα που ποτέ δε νοιάστηκαν αν μου αρέσουν. Αυτά που περπατούν αδιάφορα, έξω στο δρόμο, με τα χέρια στις τσέπες και μ’ έχουνε, έτσι κι αλλιώς, χεσμένο.

Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2014

O ΙΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Αδυνατώ να παρακολουθήσω τα γεγονότα. Προαισθάνομαι μόνο μια κατηφορική πορεία προς ένα τέλμα που τα συμπεριλαμβάνει όλα: Έλλειψη ατομικής συνείδησης, ιστορικής μνήμης, αγωνία και αδυναμία αγώνα για αλλαγή, αναιμική αλληλεγγύη και ανεπάρκεια ομαδικού πνεύματος για να οικοδομηθεί μια νέα αντίληψη που θα φέρει τον άνθρωπο κοντά στις πραγματικές του ανάγκες. Η ολοκληρωτική μορφή της κρίσης και η καθημερινή ματαίωση και απογοήτευση για τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής μάς αφόπλισε.
Η εναλλαγή των περιόδων της ακμής και της παρακμής της ιστορίας των λαών παρήλθε ανεπιστρεπτί, παρόλο που στο πέρασμα των χιλιετιών η εξέλιξη αποτυπώθηκε στην κυριαρχία και στην παντοδυναμία  κάποιων απ’ αυτούς.
Τώρα μια μόνιμη κατάσταση παρακμής μοιάζει να σκιάζει και την πλέον αισιόδοξη ελπίδα για το μέλλον, ο μισός πλανήτης πεθαίνει από διαρκή και ακατάσχετη αιμορραγία, μια ατέλειωτη νύχτα Αγ. Βαρθολομαίου, ανάμεσα σε δικτατορίες, θρησκευτικό φανατισμό, ρατσισμό, γενοκτονίες και φρικαλεότητες, ο άλλος μισός ζει με μηχανική υποστήριξη από αλμπάνηδες γιατρούς-ηγέτες που είναι φερέφωνα και διεκπεραιωτές μιας παγκόσμιας ελίτ που έχει αποφασίσει ποιοι θα αφανιστούν από προσώπου γης και ποιοι θα μείνουν, το διαίρει και βασίλευε ποτέ δεν εφαρμόστηκε πιο επιτυχημένα στο παρελθόν απ’ ότι στα σκοτεινά χρόνια αυτού του αιώνα.
Εκπαιδευόμαστε μέρα με τη μέρα σε ένα νέου είδους μεσαίωνα που δεν υπαινίσσεται ούτε κατ’ ελάχιστο ένα αμυδρό φως αναγέννησης. Ο διαφωτισμός βρίσκεται μόνιμα σε ψηφιακό black out μέσα από τα δελτία ειδήσεων και τα social media.
Κι όμως κάποιοι επιμένουν να αντιστέκονται εδώ, στις αναπτυγμένες χώρες μας, μέσα από την τέχνη, το λόγο και τη μουσική κι εκεί άλλοι, ζωσμένοι με πέτρες, ξύλα και εκρηκτικά υπερασπίζονται με το θάνατό τους εκτός απ’ τη ζωή, την τιμή, το σπίτι, την πατρίδα τους και το αναφαίρετο δικαίωμά τους να πιστεύουν σ’ όποιον θεό θέλουν ή να μην πιστεύουν πουθενά.
Η κούρδισσα γυναίκα και μάνα δε χρειάστηκε πανεπιστημιακή μόρφωση για να το μάθει αυτό, διαβάζοντας την είδηση μπορείς να κλάψεις αλλά όχι να (τη) λυπηθείς, δε θα στο επέτρεπε ούτε κατά διάνοια η αξιοπρέπειά της.
Εν τέλει ο ιός του πολιτισμού αποδεικνύεται πιο θανατηφόρος από τον επικείμενο ερχομό του΄Εμπολα, γιατί κανένας δε θα πιστοποιήσει το θάνατό μας καθώς οι περισσότεροι θα εξακολουθούμε να κινούμαστε ανάμεσα στους εναπομείναντες ζωντανούς, όντας νεκροί.

Stavronia

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2014

"Το σύμβολο της πίστεως" του Μάνου Χατζιδάκι

«Πιστεύω στην υγρασία της νύχτας, στα αγάλματα που ταξιδεύουν μέρα νύχτα 
μες σε δαπανηρές συσκευασίες και στα κλειστά παράθυρα εργοστασίων που απεργούν. 
Πιστεύω στη λιτανεία των αυτοκινήτων, στα νευρικά σφυρίγματα ενός εγκαταλελειμμένου αστυφύλακα και στην οσμή από σελίδες άκοπες των σχολικών βιβλίων. 
Πιστεύω στις ποιητικές ανθολογίες, στις διαφημίσεις ταυρομαχιών του 35 και στα σημάδια του κορμιού σου που φανερώνουν έρωτα. 
Τέλος, πιστεύω στον θάνατο της μνήμης και
στην ανάσταση των επιθυμιών εν μέσω
ρόδων, γιασεμιών και υακίνθων. 
Και τούτο εγένετο, Αμήν».

Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2014

ΠΛΑΝΟΔΙΟ ΤΣΙΡΚΟ

Στη νύχτα των ανθρώπων                                  
Δεν διακρίνω τίποτα
Εκτός κι αν καταφέρω
Αλλιώς να διαφύγω
Ιπτάμενος ακροβάτης
Από σκοινί σε σκοινί ονείρων
Χωρίς δίχτυ ασφαλείας
Ή επιδέξιος ζογκλέρ
Με ταχυδακτυλουργικά κόλπα
Να μαγεύω τον εαυτό μου
Μα το καλύτερο όλων
Όταν θα μάθω να  πετάω
Δίκοπα μαχαίρια
Κόβοντας τον κόσμο
Στα μέτρα του
Για να χωράει κάπου
Άλλαξα πολλά μάτια εύκολα
Αλλά ακόμα δυσκολεύομαι
Μέχρι κάποτε να διαλέξω
Ποιο βλέμμα
και τι στολή να διαλέξω
Στο πλανόδιο τσίρκο της ζωής

Stavronia

Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2014

Εμίλ Σιοράν: ιστορία του Κακού...

Γιάννης Σταύρου, Καληνύχτα, λάδι σε καμβά(λεπτομέρεια)
Ακόμα αναρωτιέστε γιατί μας συμβαίνουν όλα αυτά τα δεινά; Καταφύγετε στη σκέψη του Εμίλ Σιοράν περί της ανθρωπότητας...
Αν και πάλι δεν πεισθείτε...Ε, τότε κάντε μήνυση στον Μεγαλοδύναμο...

...Απτόητο μπροστά σε μια καθορισμένη άποψη ή ένα διαφανές είδωλο, το πλήθος εξάπτεται με το ανεπαλήθευτο και τα ψευδομυστήρια. - Ποιός έδωσε ποτέ τη ζωή του για την αυστηρότητα; Κάθε γενιά υψώνει μνημεία στους δήμιους της προηγούμενης. Αληθεύει εξίσου ότι τα θύματα θα δέχονταν πρόθυμα να σφαγιαστούν από τη στιγμή που πίστεψαν στη δόξα, στο θρίαμβο ενός και μόνο, στην ήττα όλων...


Η ανθρωπότητα λάτρεψε μόνο τους εξολοθρευτές της. Τα βασίλεια όπου οι πολίτες έσβησαν ειρηνικά δεν εμφανίζονται καθόλου μέσα στην ιστορία, ούτε ο συνετός ηγεμόνας, ο οποίος ανέκαθεν περιφρονείται από τους υπηκόους του· το πλήθος αγαπάει το μυθιστόρημα, έστω κι αν του κοστίζει, γιατί το σκάνδαλο των ηθών συνιστά το υφάδι της ανθρώπινης περιέργειας και το υπόγειο ρεύμα κάθε συμβάντος...

...Αφού η τιμιότητα δεν έχει βιογραφία ούτε χάρη, από την Ιλιάδα ως το κωμειδύλλιο, μόνο η έκρηξη της ατίμωσης διασκεδάζει και θέλγει. Συνεπώς είναι πολύ φυσικό η ανθρωπότητα να προσφέρεται ως ζύμη στους κατακτητές, να θέλει να την ποδοπατούν, ένα έθνος χωρίς τυράννους να μένει στην αφάνεια, και το σύνολο των παρανομιών που διαπράττει ένας λαός να είναι η μόνη ένδειξη της παρουσίας και της ζωτικότητάς του...

...Παγκόσμια ιστορία: ιστορία του Κακού. Το να αφαιρέσει κανείς τις καταστροφές από το ανθρώπινο γίγνεσθαι, είναι σαν να εκλαμβάνει τη φύση χωρίς εποχές. Δεν έχετε συνεισφέρeι σε μια καταστροφή; θα εξαφανιστείτε χωρίς να αφήσετε ίχνος πίσω σας. Επισύρουμε την προσοχή των άλλων με τη δυστυχία που σκορπάμε γύρω μας...

...Αλλά ας παρηγορηθούμε: οι κοντινοί ή μακρινοί επίγονοί μας θα πάρουν εκδίκηση. Γιατί δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε τη στιγμή που οι άνθρωποι θα αλληλοσφάζονται από αηδία για τον εαυτό τους, που η Ανία θα κυριαρχεί πάνω στις προκαταλήψεις και τις αποσιωπήσεις τους, που θα βγαίνουν στο δρόμο για να ικανοποιήσουν την αιμοδιψή τους διάθεση και το καταστρφικό όνειρο που πάει από γενιά σε γενιά θα γίνει έργο όλων...

Εμίλ Σιοράν

Εγκόλπιο Ανασκολοπισμού, Η ανία των κατακτητών (απόσπασμα)
μετ. Κωστής Παπαγιώργης, Εκδ. Εξάντας (σελ 209-211)

 ΠΗΓΗ: ΛΕΣΧΗ ΣΚΕΨΗΣ 
(Αναδημοσίευση από το blog http://yannisstavrou.blogspot.com)