Σάββατο 29 Ιουνίου 2013

Γιάννης Λειβαδάς: ΕΜΠΑ ΣΤΟ ΣΧΗΜΑ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ


Από τη μια, ο χαμός, από την άλλη, τα όσπρια των πολιτικών. Χάθηκε η λεγόμενη λαϊκή σοφία από προσώπου γης. Τα μέσα των ανθρώπων ζητάνε νέφτι. Να παραγγείλουμε δέκα εκατομμύρια παραμάνες, δέκα εκατομμύρια αγκαλιές· κι άλλους τόσους ψυχίατρους. Ποιος κοροϊδεύει ποιον σε τούτη τη χώρα;
Ακόμη και ο Ιησούς (σας) κάθησε πάνω στο γάιδαρο, ενώ θα μπορούσε να κόβει βόλτες καθισμένος πάνω σε λιοντάρι. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που λάτρεψε τους τρελούς, ο Ιησούς. Οι τρελοί ήταν η μεγάλη του αγάπη. Αλλά η τρέλα, καθώς δεν είναι ηδονή, ανήκει στα παρακατιανά φαινόμενα. Υπερέχει η αγάπη. Η πιο φοβερή ιδιότητα είναι, πράγματι, εκείνη του αγαπημένου.
Παρ' όλα αυτά, αγαπητέ μου φίλε, παραμορφώνεις ακόμη και όταν αγαπάς, ακόμη και όταν σκέφτεσαι παραμορφώνεις. Μπορείς να κάνεις όμως ένα χωρατό και αίφνης να φωτίσεις. Παρανοϊκέ.
Πρέπει να βρεθεί κάποιος να οδηγήσει αυτή την επανάσταση· ξέρεις, αυτή που σκεφτόμαστε να γίνει. Να μετρηθούμε μη λείπει κανείς.
Αν βρισκόταν η απόλυτη βρισιά θα άξιζε να βρίσεις. Αυτή τη χώρα πρέπει να την πάρεις από το χέρι και να της δείξεις το λούνα παρκ της ζωής. Σοβαρέψαμε απότομα.
Οι άνθρωποι δεν είναι χαρούμενοι, γι' αυτό και δεν αντέχουν να ζουν φτωχοί. Η φτώχεια όμως λέγεται καταστροφή, όχι η θλίψη.
Ολόκληρο το σύμπαν, από το κελάρι των αναγκών ώς την ταράτσα των επιθυμιών, συνταράσσεται από τις εξελίξεις. Ξεφυτρώνουν όμως κάποια όμορφα συνθήματα: «Σ' αυτή τη χώρα οι μαλάκες είναι περισσότεροι από τους ανέργους» ή «Οι μαλακίες πληρώνονται σ' αυτή τη ζωή, οι αμαρτίες στην άλλη».
Από κάτω, στο δρόμο, οι άνθρωποι στο καφενείο γέρνουν πάνω στα ξύλινα τραπέζια σαν τα ακρόφυλλα της κλαίουσας ιτιάς. Η λέξη «θυμάσαι», μ' ένα ερωτηματικό στο τέλος, ξεφεύγει από τα χείλη τους. Σπρώχνουν την κουβέντα στις μνήμες που γι' αυτούς κάτι σημαίνουν. Δεν συγκινούνται πια με τίποτα, παρά μόνο με τους ίδιους τους εαυτούς τους. Κατεβαίνω για να πάρω παγάκια και ο καφετζής μού λέει: «Τι γίνεται; Πώς τα βλέπεις τα πράγματα;», κοιτάζει τις μύτες των παπουτσιών του και ύστερα ψελλίζει «ανησυχώ...». «Να ανησυχείς», του λέω, «αλλά όχι μόνο». Του κλείνω το μάτι και χαμογελώ. Χαμογελά κι εκείνος.
Ποιος θέλει για γείτονά του τον Ιώβ;
Κινδυνεύω να γίνω διδακτικός, δεν το επιτρέπω στον εαυτό μου. Στον εαυτό που σεργιανίζει στα επτά γράμματα της λέξης «ενότητα». Προοπτικές, οράματα, σπέκουλες για την ανθρωπότητα, μα όχι με την ανθρωπότητα.
Ανεβαίνω στο σπίτι και κοιτάζω τα παγάκια να λιώνουν. Στις τηλεοράσεις ξανά έκτακτα δελτία για τις εκρήξεις βίας στο κέντρο της Αθήνας. Βάζω να παίξει ένας δίσκος του Πέτερ Μπρότζμαν (Ρ. Brotzmann). Η διαφορά, άλλοτε ύψιστη, άλλοτε δυναστεία. Τα σχήματα του παγωμένου νερού, πριν αποκτήσουν τα σχήματα του νερού. Ο άνθρωπος έχει μείνει τραγικά πίσω. Πολύ πιο πίσω από τον μονόλογο που μετετράπη σε διάλογο μέσα στον άνθρωπο. Τον άνθρωπο που είναι τουλάχιστον δύο. Τον άνθρωπο που δεν γονατίζει γιατί απαρνιέται τις απαντήσεις περισσότερο από τα ερωτήματα. Ζει με τα ερωτήματα και με το τελευταίο θα σκεπαστεί στο νεκροκρέβατο. Είναι ένα είδος αδιαφορίας, αλλά χωρίς ξέφτια και υπολείμματα.
Ο άνθρωπος είναι το ερώτημα. Και κινδυνεύει να είναι πολύ αργά για να θέσει τον εαυτό του στον ντορβά.
Εκεί μπροστά, αν τελικά αποφασίσεις να πας, θα βρεις μονάχα καρδιά. Θυμήσου να μην κάνεις τίποτα για την καρδιά, αλλά με την καρδιά. Έμπα στο σχήμα του άλλου για να διαστείλεις το σχήμα.
Κλάψε, αλλά μετά γέλα. Το γέλιο είναι η μοναδική τρύπα που μπορείς ν' ανοίξεις σε τούτη τη γοργόφτερη έρημο και να γίνει πηγάδι. Πιες. Κι αν χρειαστεί, κολύμπα.

 ΠΗΓΗ: Ο  παίζων χάνει και ο πίνων μεθά

Πέμπτη 27 Ιουνίου 2013

ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ

Η θάλασσα παγίδευσε το τελευταίο ζεστό χρώμα.      
Έπλυνε ξανά το θαύμα δειλινού.
Με γενναίες φτυαριές από κύμα κι αρμύρα 
O ήλιος δηλώθηκε ''εξαφανισθείς''.
Βιαστικά φτερουγίσματα απαθανάτισαν την εικόνα.  
Ύστερα μόνο μπλε...με υπόσχεση σκοταδιού.

Τρίτη 25 Ιουνίου 2013

ΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΟ ΓΙΑ ΤΟ Γ. ΚΑΤΣΙΜΠΑΛΗ

Εκδότης μιας σειράς από λογοτεχνικά περιοδικά και αδελφικός φίλος του Γιώργου Σεφέρη, ο Γιώργος Κατσίμπαλης υπήρξε ο κινητήριος μοχλός των καλλιτεχνικών κύκλων του μεσοπολέμου, με την εκρηκτική ιδιοσυγκρασία και το αυθεντικό, ζωτικό και ειλικρινές πνεύμα του. Με αφορμή την επέτειο του θανάτου του, το tvxs.gr αναδημοσιεύει κάποια αποσπάσματα από τις τελευταίες σελίδες του «Κολοσσού του Μαρουσιού», όπου ο Χένρι Μίλερ μιλάει για το ανεξίτηλο στίγμα που του άφησε η εμπειρία του στην Ελλάδα, και ο μοναδικός Γιώργος Κατσίμπαλης:
«Oι άνθρωποι φαίνονται να εκπλήσσονται και να γοητεύονται όταν μιλάω για την επίδραση που είχε πάνω μου αυτό το ταξίδι μου στην Ελλάδα. Λένε ότι με ζηλεύουν και ότι εύχονται να μπορέσουν μια μέρα να πάνε κι αυτοί εκεί. Γιατί δεν πάνε; Διότι κανένας δεν μπορεί να χαρεί την εμπειρία που ποθεί αν δεν είναι έτοιμος γι' αυτή. Οι άνθρωποι σπάνια εννοούν αυτό που λένε.
Όποιος λέει ότι φλέγεται να κάνει κάτι διαφορετικό από αυτό που κάνει ή να βρεθεί κάπου αλλού αποκεί που είναι ψεύδεται στον ίδιο του τον εαυτό του. Το να επιθυμείς δεν είναι μόνο το να εύχεσαι. Το να επιθυμείς είναι να γίνεις αυτό που ουσιαστικά είσαι. Μερικοί άνθρωποι, διαβάζοντας αυτό, θα καταλάβουν αναπόφευκτα ότι δεν τους μένει τίποτε άλλο από το να πραγματοποιήσουν τις επιθυμίες τους.
Μια γραμμή του Μέτερλινκ που αφορά την αλήθεια και τη δράση άλλαξε όλη την ιδέα που είχα για τη ζωή. Μου πήρε είκοσι πέντε χρόνια για να καταλάβω απολύτως το νόημα της φράσης του. Άλλοι άνθρωποι είναι πιο γρήγοροι στο συντονισμό οράματος και δράσης. Αλλά το θέμα είναι ότι τελικά αυτόν τον συντονισμό τον κατάφερα στην Ελλάδα. Ξεφούσκωσα, επανήλθα στις κανονικές ανθρώπινες αναλογίες, έτοιμος να δεχτώ τη μοίρα και προετοιμασμένος να δώσω όσα έλαβα.

Καθώς στεκόμουν στον τάφο του Αγαμέμνονα βίωσα μια αληθινή αναγέννηση. Δε με νοιάζει καθόλου τι σκέφτονται οι άνθρωποι ή τι λένε όταν διαβάζουν μια τέτοια δήλωση. Δεν έχω καμιά επιθυμία να προσηλυτίσω κανέναν στον δικό μου τρόπο σκέψης. Ξέρω τώρα πως όποια επιρροή μπορεί να έχω στον κόσμο θα είναι αποτέλεσμα του παραδείγματος ζωής που δίνω και όχι των γραπτών μου.
Προσφέρω αυτή την καταγραφή του ταξιδιού μου όχι ως μια συνεισφορά στην ανθρώπινη γνώση, γιατί οι γνώσεις μου είναι λίγες και δεν έχουν μεγάλη σημασία, αλλά ως μια συνεισφορά στην ανθρώπινη εμπειρία. Λάθη του ενός ή του άλλου είδους αναμφισβήτητα υπάρχουν σ' αυτήν την καταγραφή, αλλά η αλήθεια είναι ότι μου συνέβη κάτι και αυτό τι έδωσα τόσο ειλικρινά όσο ξέρω να δίνω.

Ο φίλος μου ο Κατσίμπαλης για τον οποίο έγραψα αυτό το βιβλίο, θέλοντας να δείξω την ευγνωμοσύνη μου σ' αυτόν και τους συμπατριώτες του, ελπίζω να με συγχωρέσει που υπερέβαλα συγκρίνοντας τις αναλογίες του με εκείνες του Κολοσσού. Όσοι ξέρουν το Μαρούσι θα καταλάβουν ότι δεν υπάρχει τίποτα το μεγαλειώδες σ' αυτό. Ούτε στον Κατσίμπαλη υπάρχει τίποτα το μεγαλειώδες. Ούτε, στο κάτω - κάτω, υπάρχει τίποτα το μεγαλειώδες σε ολόκληρη την ιστορία της Ελλάδας.
Αλλά υπάρχει κάτι το κολοσσιαίο σε οποιονδήποτε άνθρωπο όταν αυτός γίνεται αληθινά και ολοσχερώς ανθρώπινος. Ποτέ δεν γνώρισα πιο ανθρώπινο άτομο από τον Κατσίμπαλη. Περπατώντας μαζί του στους δρόμους του Μαρουσιού είχα την αίσθηση ότι περπατούσα στη γη μ' έναν εντελώς καινούργιο τρόπο. Η γη γινόταν πιο οικεία, πιο ζωντανή, πιο υποσχόμενη. Είναι αλήθεια πως εκείνος μιλούσε συχνά για το παρελθόν, όμως όχι σαν κάτι νεκρό και ξεχασμένο, αλλά μάλλον σαν κάτι που κρατάμε μέσα μας, κάτι που καρποφορεί στο παρόν και κάνει ελκυστικό το μέλλον.
Μιλούσε με τον ίδιο σεβασμό για τα μικρά και τα μεγάλα πράγματα· δεν ήταν ποτέ τόσο απασχολημένος ώστε να μην μπορεί να σταματήσει και να συλλογιστεί τα πράγματα που τον συγκινούσαν· είχε ατέλειωτο χρόνο στη διάθεσή του, κάτι που από μόνο του αποτελεί σημάδι μιας μεγάλης ψυχής. Πώς μπορώ ποτέ να ξεχάσω εκείνη την τελευταία εντύπωση που μου έκανε όταν αποχωριζόμασταν στο σταθμό των λεωφορείων στην καρδιά της Αθήνας;
Υπάρχουν άνθρωποι που είναι τόσο πλήρεις, τόσο πλούσιοι, που δίνονται τόσο απόλυτα, ώστε κάθε φορά που τους αφήνεις νιώθεις ότι δεν έχει σημασία αν χωρίζεστε για μια μέρα ή για πάντα. Έρχονται κοντά σου ξεχειλίζοντας και σε ξεχειλίζουν κι εσένα. Δε σου ζητάνε τίποτα εκτός από τη συμμετοχή σου στη δική τους υπεράφθονη χαρά της ζωής.
(...)
Όταν σκέφτομαι τον Κατσίμπαλη να σκύβει για να κόψει ένα λουλούδι από το άγονο έδαφος της Αττικής, αναδύεται μπροστά μου ολόκληρος ο ελληνικός κόσμος, παρελθών, παρών και μέλλων. Ξαναβλέπω τους απαλούς, χαμηλούς λοφίσκους όπου θάβονταν οι επιφανείς νεκροί· βλέπω το βιολετί φως στα σκληρά χαμόδεντρα, τα φαγωμένα βράχια, τους τεράστιους βράχους στις ξερές κοίτες των ποταμών να λαμπυρίζουν σαν μαρμαρυγή· βλέπω τα νησάκια να επιπλέουν πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, στεφανωμένα με εκθαμβωτικές λευκές κορδέλες· βλέπω τους αετούς να εφορμούν από τα επιβλητικά απόκρημνα βράχια στις απρόσιτες βουνοκορφές, τις ζοφερές σκιές τους να σχηματίζουν αργά το φωτεινό χαλί της γης αποκάτω· βλέπω τις σιλουέτες των μοναχικών ανθρώπων να ακολουθούν τα ποίμνιά τους πάνω στη γυμνή ραχοκοκαλιά των λόφων και τα δέρατα των ζώων τους όλα με χρυσαφί τρίχωμα όπως τις ημέρες του μύθου· βλέπω τις γυναίκες να μαζεύονται στα πηγάδια μέσα στους ελαιώνες, τα φορέματά τους, τους τρόπους τους, την κουβέντα τους να μη διαφέρει από τα βιβλικά χρόνια· βλέπω τη μεγάλη πατριαρχική φιγούρα του παπά, το τέλειο συνταίριασμα αρσενικού και θηλυκού, τη θωριά του ήρεμη, ειλικρινή, γεμάτη ειρήνη και αξιοπρέπεια· βλέπω το γεωμετρικό σχέδιο της φύσης να ερμηνεύεται από την ίδια τη γη σε μια σιωπή εκκωφαντική.
Η ελληνική γη ανοίγει μπροστά μου σαν το Βιβλίο της Αποκάλυψης. Ποτέ δεν ήξερα ότι η γη εμπεριέχει τόσα πολλά· περπατούσα με παρωπίδες, με διστακτικά, αβέβαια βήματα· ήμουν περήφανος και αλαζονικός, ευχαριστημένος που ζούσα τη λάθος, περιορισμένη ζωή της πόλης. Το φως της Ελλάδας μου άνοιξε τα μάτια, διαπέρασε τους πόρους μου, διεύρυνε ολόκληρη την ύπαρξή μου. Γύρισα πίσω στον κόσμο, έχοντας βρει το πραγματικό κέντρο και το πραγματικό νόημα της επανάστασης.

Καμιά πολεμική σύγκρουση ανάμεσα στα έθνη της γης δεν μπορεί να διαταράξει αυτή την ισορροπία. Μπορεί η ίδια η Ελλάδα να περιπλακεί, όπως περιπλεκόμαστε εμείς τώρα, αλλά αρνούμαι κατηγορηματικά να είμαι οτιδήποτε λιγότερο από πολίτης του κόσμου το οποίο σιωπηλά διακήρυξα ότι είμαι όταν στάθηκα στον τάφο του Αγαμέμνονα. Από τότε και μετά η ζωή μου αφιερώθηκε στην αποκατάσταση της θεϊκότητας του ανθρώπου. Ειρήνη σε όλους τους ανθρώπους, εύχομαι, και μια πιο άφθονη ζωή!»

ΠΗΓΗ: ΤVXS 25 ΙΟΥΝΙΟΥ 2011

Δευτέρα 24 Ιουνίου 2013

Η ΧΤΕΣΙΝΗ ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ ΤΟΥ MINIMALIST

Η ΩΡΑ ΤΩΝ ΤΡΕΛΩΝ

Το περίγειο συμπίπτει με την πανσέληνο. Αυτή είναι η επιστημονική εξήγηση για το υπέροχο, ολόγιομο φεγγάρι που πρόκειται να απολαύσουμε σήμερα Κυριακή, να σεργιανάει στον ουρανό. Όταν πρόκειται για φεγγάρια, το όνομα το 'χει ο Αύγουστος, αλλά, τουλάχιστον φέτος, τη χάρη την έχει ο Ιούνιος. Η σημερινή, πανσέληνος λοιπόν, θα είναι 14% μεγαλύτερη και 30% φωτεινότερη σε σχέση με την πανσέληνο όπως εμφανίζεται όταν το φεγγάρι είναι στο πλέον απομακρυσμένο σημείο από τη Γη (στο απόγειο).

Ενώ διάβαζα αυτές τις αστρονομικές εξηγήσεις, μου ήρθε στο νου ο στίχος: «είναι 12 η ώρα, είν’ η ώρα των τρελών...» από ένα τραγούδι της Αρλέτας.
Αδέλφια ξενύχτηδες,
αλήθεια, είναι πια τα μεσάνυχτα η ώρα των τρελών; Κάποτε, ναι, ήταν. Και των τρελών και των παράνομων και των ερωτευμένων και των βαμπίρ...Κι έβρισκαν οι καημένοι οι ποιητές έμπνευση, και τραγουδούσαν οι ρομαντικοί φεγγαροτράγουδα, κι έπλεκαν οι παραμυθάδες όμορφα παραμύθια για νεράιδες και στοιχειά κι οι σεναριογράφοι έγραφαν το «εξπρές του μεσονυχτίου»…
Πάνε όλ’ αυτά, πέρασαν. Η έμπνευση στέρεψε. Οι δράκοι και τ’ άλλα στοιχειά κρύφτηκαν. Το φεγγάρι μόνο, συνεχίζει ν’ ασημώνει τα βράδια, αλλά ποιος νοιάζεται πια; Σήμερα τα πράγματα άλλαξαν, προόδεψαν πολύ (;), ξεθώριασαν οι μύθοι για νεράιδες και γοργόνες...
Σήμερα, 12 τα μεσάνυχτα είναι ακόμα...απόγευμα! Όταν πηγαίνεις για ύπνο στις 4, γιατί στις 12 έχει την τάδε σημαντική συζήτηση, ή τη δείνα ταινία, που δεν πρέπει να χάσεις, ή το άλλο, το αγαπημένο σήριαλ, πώς να κοιμηθείς με τις κότες; Και το πρωί με πρησμένα τα μάτια, πρέπει να πας στη δουλειά και τα παιδιά, όσα ξενύχτησαν μαζί σας, να κοιμούνται στα θρανία! Πρόοδος μεγάλη...Η τηλεόραση διαφεντεύει πια σήμερα το σπιτικό μας. Άμα θέλει αυτή, θα κοιμηθούμε, θα ξεκουραστούμε σαν ανθρώποι. Άμα όχι, θα ξαγρυπνήσουμε σα στοιχειά μαζί της! Υπάρχει, βέβαια, και το OFF. Αλλά να χάσουμε τέτοιες εκπομπές, γίνεται;
Φίλοι συμπλογκίτες ή συμπλογκέρηδες ή πώς αλλιώς να σας αποκαλέσω χωρίς να θεωρηθεί αδόκιμος ο νεολογισμός μου (στα ελληνικά...«blogger»), όσοι έχετε ακόμη μέσα σας μια στάλα ρομαντισμού και κάποιο ποιητικό χάρισμα -δυσεύρετο είδος στη σημερινή ξεραΐλα της πεζότητας- γράψτε κανένα τραγούδι για τα μεσάνυχτα, κάποια μεταμεσονύχτια σερενάτα, για κάποια αισθήματα που μας κυριεύουν τα μεσάνυχτα, κάποιους φόβους, κάποιες επιθυμίες μεταμεσονύχτιες και δημοσιεύστε τα να τα απολαύσουμε κι εμείς, οι μη χαρισματούχοι, να ξεδώσουμε λίγο απ’ το άγχος της καθημερινότητας, να ταξιδέψουμε σε κόσμους της φαντασίας, να ξεφύγουμε απ’ την πεζότητα και τη μιζέρια του σήμερα. Το έχουμε, νομίζω, ανάγκη οι περισσότεροι, ιδιαίτερα εγώ...
Ξενύχτης τρελός...αλλ’ όχι δέσμιος της τηλεόρασης!
ΠΗΓΗ: minimalist

Κυριακή 23 Ιουνίου 2013

ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ: ΣΟΝΕΤΑ ΤΗΣ ΣΥΜΦΟΡΑΣ

 

Αυτό περίμεναν. Να γλιστρήσεις. Κι εσύ γλίστρησες με τον πιο παιδαριώδη τρόπο. Τώρα φτύνουν στο πηγάδι σου που είκοσι χρόνια το έσκαβες για να βγάλεις λίγο καθαρό νερό. Οικειοποιήθηκες; Διασκεύασες; Δεν ανέφερες την πηγή (από βαθιά περιφρόνηση για άξεστους "συνοδοιπόρους"); Έχει σημασία; "Θα είσαι σημαδεμένος για πάντα", όπως έγραψε ο Χάρντυ στο "Τζουντ". Είχες κλάψει τότε, στην τελευταία σκηνή του αποχωρισμού. Κλάψε πάλι, γιατί άφεση δεν πρόκειται να βρεις. Σαίξπηρ, Τσέλαν, Μπρέχτ, τόσοι και τόσοι θα πεις΄ όμως αυτά είναι προφάσεις. Το είπαμε: "σημαδεμένος για πάντα". Με την άκρη του ματιού σου βλέπεις το σπουργίτι να ισορροπεί σ΄ένα ετοιμόρροπο κλαδί. 'Ο,τι ζει, ζει εν τέλει μόνο του. Δέξου το.

  58 


Όλες οι λέξεις που ισχυρίζονται
ότι εξημερώνουν τον θάνατο λένε ψέμματα.
Τα χέρια σου όμως που τώρα κρατάνε
την τεφροδόχο με τις στάχτες της είναι αληθινά.
Όλες οι λέξεις που ισχυρίζονται
ότι παγιδεύουν τηv ομορφιά λένε ψέματα.
Τα χείλη σου όμως που τώρα γεύονται
μες  στο σκοτάδι τα δικά της είναι αληθινά.
 Όλες  οι λέξεις που ισχυρίζονται
ότι αλώνουν τη σιωπή λένε ψέματα.
Το ποίημα όμως που τώρα έρχεται στο φως
καταλύοντας τη λευκότητα  είναι αληθινό.


Κρατιέσαι από τις λέξεις, λες και η θάλασσα έχει κλαδιά.
Όμως βουλιάζεις διαρκώς. Το στόμα σου είναι ήδη κάτω από το νερό.


36

Όπως είπε ο Σταντάλ οι τέλειες γυναίκες
είναι για τους άντρες που δεν έχουν φαντασία.
Κατ' επέκταση το τέλειο ποίημα
για όσους δεν αντέχουν να δουν τις ρυτίδες κάτω από το μακιγιάζ.
Εσύ βέβαια πιστεύεις ότι αληθινή ποίηση σημαίνει
τα μάτια να είναι διαρκώς υγρά
και να γράφεις κρατώντας στα χέρια χαρτομάντηλα.
Λες και μπορεί κάποιος να παίξει ένα κοντσέρτο βιολιού
ή να σμιλεύσει ένα άγαλμα αν τα χέρια του τρέμουν από συγκίνηση.
Αλλά τα ψεύτικα ποιήματα, όπως και τα faux bijou,
μοιάζουν πάντοτε πιο λαμπερά, πιο πολύτιμα.
Επομένως τα ποιήματά μου δεν είναι για σένα ma chérie.
Εσύ ποθείς «αβυσσαλέα πάθη» και «ζοφερά σκοτάδια»
κι εγώ το μόνο που έχω να σου προσφέρω είναι τη λέξη adieu. 

(Χωρίς εισαγωγικά).

Παρασκευή 21 Ιουνίου 2013

ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ 2013 ΚΑΙ ΘΕΡΙΝΟ ΗΛΙΟΣΤΑΣΙΟ

Την 21η Ιούνη, έχουμε και αστρονομικά την έναρξη του καλοκαιριού. Αυτό συμβαίνει κατά τη χρονική στιγμή κατά την οποία ο άξονας της Γης είναι στραμμένος όσο περισσότερο επιτρέπει η κλίση της Γης, μακριά από τον Ήλιο, κατά την ετήσια τροχιά της γύρω από αυτόν. Η στιγμή αυτή ονομάζεται ηλιοστάσιο του Ιούνη ή θερινό ηλιοστάσιο. Το θερινό ηλιοστάσιο, η μεγαλύτερη ημέρα του χρόνου στο βόρειο ημισφαίριο, αποτελούσε ανέκαθεν πολύ σημαντικό γεγονός για το ανθρώπινο γένος. Οι αρχαίοι πολιτισμοί διοργάνωναν πολυήμερες γιορτές για να τιμήσουν τον Ήλιο. Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία ο Ήλιος ήταν Τιτανίδης, παιδί του Υπερίωνα και της Θείας. Είχε δύο αδελφές. Τη Σελήνη και την Ηώ. Από τον 5ο π.Χ. αιώνα με την πλήρη επιβολή του δωδεκάθεου δε θεωρείται αυτοτελής θεότητα, αλλά συγχέεται με τον Απόλλωνα. Για το λόγο αυτό ο Απόλλων καλείται και Φοίβος που σημαίνει λάμπων Θεός. Εκτός όμως από την ελληνική μυθολογία αναφορές στο Θεό βρίσκουμε και σε άλλους λαούς. Συναντάμε λοιπόν το Σαμάς των Βαβυλωνίων, το Βαάλ των Ασσυρίων τον Ελ των Φοινίκων και των Χαναναίων, το Μολώχ των Αμμωνιτών, το Χιμώχ των Μωαβιτών, τον Άμμωνα Ρα και το Φθά των Αιγυπτίων, το Σούρυα των Ινδών, το Μίθρα των Περσών, το Σολ των Λατίνων, το Γιαρίλα των Σλάβων, το Μπελένος των Κελτών καθώς και το θεό Ίντι στους Ίνκας και στους Ατζέκους.

Από τα προϊστορικά ακόμη χρόνια ο άνθρωπος υποδέχεται το καλοκαίρι με φωτιές τη νύχτα του ηλιοτρόπιου, την πιο μικρή νύχτα του χρόνου για το Βόρειο Ημισφαίριο, με τον ήλιο να στρέφεται προς το καλοκαίρι. Η νύχτα της 21ης Ιούνη είναι αυτή που ανάβουν οι φωτιές, στο κατώφλι του καλοκαιριού. Οι φωτιές τη νύχτα του Ηλιοτρόπιου έχουν σκοπό να εξαγνίσουν κάθε κακή τροπή, εξασφαλίζοντας στον ήλιο τον αιώνιο δρόμο στο δώμα του ουρανού. Στην Αρχαία Ελλάδα η νύχτα του Ηλιοτρόπιου, ήταν η γιορτή μιας ερωτικής μαγείας, με τους νέους να ανταλάσσουν ερωτικούς όρκους και να πηδούν πάνω από τις φωτιές για να εξαγνίσουν αυτούς τους όρκους, αποδιώχνοντας κάθε επιβουλή. Ήταν οι φωτιές της τύχης, πηδώντας πάνω από τις φλόγες τρεις φορές. Οι Δρυίδες των αρχαίων Κελτών της Βρετανίας στο Στόουνχετζ, γιόρταζαν τις «Φωτιές της ακτής». Πρόκειται για έναν κύκλο μεγαλίθων, που κατασκευάστηκε μεταξύ του 2500 και του 2000 π.Χ. Στα ερείπια του Stonehenge, η ανατολή του θερινού ηλιοστασίου εμφανίζεται στον ορίζοντα σε ευθυγράμμιση με την ογκώδη κύρια πέτρα του μνημείου. Κάθε χρόνο, τουρίστες από κάθε γωνιά του κόσμου το επισκέπτονται αυτή την ημέρα.

Στη Ρώμη γιόρταζαν τα «Βεστάλια», μια γιορτή προς τιμήν της θεάς Βέστα, που είναι η Ελληνική Εστία, και αυτές οι γιορτές της φωτιάς διαρκούσαν μια ολόκληρη εβδομάδα. Οι Γαλάτες γιόρταζαν την Επόνα, μια θηλυκή θεότητα που την απεικόνιζαν συνήθως να καβαλά μια φοράδα. Αυτή η θεότητα ήταν η προσωποποίησή της. Οι Κέλτες της Ευρώπης υποδέχονταν και εκείνοι με φωτιές το καλοκαίρι, τη νύχτα του Ηλιοτρόπιου. Νεαρά ζευγάρια πηδούσαν πάνω από τις φωτιές και πίστευαν πως όσο πιο ψηλά πηδήσουν πάνω από τις φλόγες, τόσο πιο πολύ θα μεγάλωναν τα σπαρτά. Στην αρχαία Κίνα αυτή η νύχτα ήταν αφιερωμένη στις θηλυκές δυνάμεις της γής, τις γιν δυνάμεις. Οι ιθαγενείς φυλές της Αμερικής όπως οι Natchez έκαναν τη γιορτή της πρώτης συγκομιδής. Σε κανέναν δεν ήταν επιτρεπτό να μαζέψει το καλαμπόκι του πριν την λήξη της. Στη φυλή Χόπι οι άνδρες μεταμφιεζόταν σε Kachinas, τα πνεύματα χορευτές της βροχής, που μεταφέρουν τα μηνύματα των ανθρώπων στους θεούς.

Στη σημερινή Ελλάδα, υπάρχουν ακόμη στη θέση εκείνης της γιορτής, οι Φωτιές του Αη-Γιαννιού, του Κλήδονα, που σε κάποιες περιοχές τις λένε «του Αη-Γιαννιού του ηλιοτροπιού», προσδιορίζοντας επακριβώς την καταγωγή του εορτασμού, που αντί για τις 21 Ιουνίου, γίνεται την παραμονή του Αη-Γιάννη, δηλαδή τη νύχτα της 23ης Ιουνίου. Και σήμερα ακόμη, σε πολλά μέρη της Ελλάδας, οι φωτιές ανάβουν με τη δύση του ήλιου και στις φλόγες τους ρίχνονται τα ξερά στεφάνια της πρωτομαγιάς, ενώ αυτοί που πηδούν ύστερα πάνω από τις φωτιές κάνουν κρυφές ευχές μέσα τους, ελπίζοντας να ευοδωθούν. Φαίνεται ότι ούτε η χριστιανική θρησκεία κατάφερε τελικά να ξερριζώσει αυτές τις αρχαιότροπες δοξασίες, ακόμη και όταν οι τελετουργοί απειλήθηκαν με διωγμούς από την 6η Οικουμενική Σύνοδο, το 680 μ.Χ.

ΠΗΓΗ:  aegeanastronomy.com

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

ΠΟΤΕ ΦΕΥΓΩ;

Με τράβηξε το καλοκαίρι απ' το μανίκι ενώ ακόμα φορούσα μια ξεχειλωμένη χειμωνιάτικη κάλτσα, απομεινάρι ενός χειμώνα που πριν μαζέψει τις αποσκευές του οριστικά, μπαινόβγαινε απ΄τα παράθυρα του σπιτιού και της ψυχής μας, έτσι για να μην τον ξεχνάμε.
Σαν κάτι φαντάσματα παρελθόντων ερώτων που αν αποφασίσεις να σε ξαναδαγκώσουν σε παρόντα χρόνο μπορεί να σε εξοντώσουν. (Γι' αυτό ξανασκέψου το)...
Ιούνιος, ταξίδι στην Αθήνα, δουλειές, ανειλημμένες υποχρεώσεις...
Άφησα για λίγο το μπλε μπαλκόνι μου, τον ιδιωτικό μου παράδεισο  της αρμύρας και της περισυλλογής, άφησα την πιο τρυφερή αγκαλιά, αυτή του Αιγαίου, του Ελύτη  και του Σεφέρη, τον  αψεγάδιαστο ήλιο του κι έγινα (ευτυχώς για λίγο) παρατηρητής και συμμέτοχος της έντασης και της (κακώς εννοούμενης) τρέλας αυτής της πόλης.
Όμως είναι η πόλη μου. Αυτή των παιδικών χρόνων και νεανικών μου χρόνων, μια ιστορία   περασμένων μεγαλείων, μια δύσκολη σχέση...
Είναι η ''κάποτε'' ανθρώπινη και ερωτεύσιμη Αθήνα...
Τώρα μοιάζει με αντικατοπτρισμό που όποιος πρόλαβε είδε μέσα του φευγαλέα μια λάμψη  καλοσύνης και γνησιότητας ...
Τότε που τα πρόσωπα ξεκλειδώνονταν ευκολότερα και μπορούσες να τραβήξεις απ' το συρτάρι τους το χαμόγελο και την κουβέντα. Χωρίς αντίτιμο, χωρίς υποχρεωτική ανταπόδοση.
Τώρα  έχει ξεχειλίσει από οργή, θλίψη, μοναξιά και παραίτηση. Έχεις την αίσθηση ότι κάτι υποχρεωτικά πρέπει να της πληρώσεις για να σου ρίξει ένα βλέμμα, έστω κι αδιάφορο.
Μου θυμίζει πόρνη σπιτωμένη, όχι του πεζοδρομίου αλλά ούτε και πολυτελείας.
Έχει οπωσδήποτε την ταρίφα της.
Αν ακόμα σε καυλώνει πληρώνεις. Αλλιώς γυρνάς την πλάτη σου και φεύγεις...
Πότε φεύγω;

Κυριακή 16 Ιουνίου 2013

ΕΝΑ ΠΕΖΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ Β. ΚΑΤΣΙΚΟΝΟΥΡΗ*

Aπομαγ(Ν)ητισμός

Έρχεται κάποια στιγμή που τα παλιά πράγματα γίνονται πολύ παλιά για ν' αντέξουν στη νοσταλγία, ακόμα και σ' αυτή του πιο παρελθοντολάγνου σαραντάρη. Άλλωστε εκεί γύρω στα σαράντα γίνεται ένα ξεκαθάρισμα. Ξεμπερδεύει κανείς με τα μέρη που έζησε, τις μουσικές που άκουσε, τις γυναίκες και τις παρέες που αγάπησε και αλήτεψε. Όπως όταν επισκέπτεσαι σπίτι παιδικών χρόνων κι ανακαλύπτεις πόσο χαμηλό ήταν τελικά εκείνο το πεζούλι που πέφτανε τα στοιχήματα με την υπόλοιπη μαρίδα της γειτονιάς για το ποιος θα πήδαγε από κει πάνω. Τα πράγματα μικραίνουν γύρω μας όσο μεγαλώνουμε, έτσι είναι. Και αυτό λαμβάνει χώρα και μέσα μας: Η εξωτερική σμίκρυνση γίνεται εσωτερική απομάκρυνση, θλιμμένα μένουν όλα πίσω μας, πρόσωπα, τόποι και πράγματα. Θλιμμένα όχι τόσο από την άρνηση τη δική μας προς αυτά αλλά περισσότερο σαν τεθλιμμένοι συγγενείς που παραστέκουν από μακριά το ξόδι μας, καθώς χανόμαστε προς έναν ορίζοντα θολό, χωρίς κανένα μαγικό ηλιοβασίλεμα.
Κι ό, τι αφήσαμε πίσω μας, κομμάτια από τον εαυτό μας, έτσι που στο τέλος ξέπνοοι φτάνουμε στον Άγιο Πέτρο και δε μας έχει μείνει τίποτα να δηλώσουμε, καμιά ψυχή να σώσουμε, γιατί τη δώσαμε όπου έπρεπε, ή κι ακόμα καλύτερα, όπου ''δεν έπρεπε'', σημασία δεν έχει, σημασία έχει ότι μόνος του κανείς, χωρίς την ψυχή του δηλαδή, ούτε στον παράδεισο που λέει κι ο Άγιος, κλείνοντας ευγενικά την πόρτα.
Αυτό διαπιστώνει κανείς στα σαράντα του, ένα έλειμμα ψυχικό, μια τρύπα στην καρδιά, στο μέρος εκείνο που κουρνιάζουν τα όνειρα σα γίνονται ανάμνηση και σαν καυστήρας στέλνουν αίμα ζεστό της νοσταλγίας στο σώμα που ενηλικιώνεται.
Και τώρα που ενηλικιώθηκες -και μάλιστα ακριβώς με τον τρόπο που φοβόσουν ότι θα συνέβαινε-, μένεις ξεκρέμαστος, έτσι, μ' αυτές τις αναμνήσεις να κρυώνουν σιγά σιγά, πολύ νέος να τις σβήσεις, πολύ γέρος για να τις κρατήσεις.
Και δε μιλάω για μεγάλα πράγματα, χαμένα οράματα, μεγαλεπήβολους αγώνες και ιστορικές ευκαιρίες.
Ας πούμε...για κάτι παλιούς, φθαρμένους δίσκους. Τα εξώφυλλά τους είναι σκισμένα, λεκιασμένα από φτηνό, χύμα αλκοόλ, έχουν σημάδια από τσιγάρα και άλλα σημάδια, κρυφά με στιλό, ένα αστεράκι για τα κομμάτια τα ρυθμικά, δύο για τα αργά ''τα μπλουζ''.
Έπιταφ, Νάιτς ιν ε γουάιτ σάτεν, Στέργουέι του χέβεν, Σάιν ον γιου κρέιζι ντάιμοντ, Άντζυ, αστεράκια δύο, εντάξει, ανάβουμε τσιγάρο και πάμε, άμα πει ναι, φυσάμε κοντά στ' αυτί της -γιατί; -φτιάχνονται έτσι ρε μαλάκα- κι άμα πει όχι; -το φυσάμε τότε να κρυώσει.
Χρόνια τους είχα παρατημένους κάτω στην αποθήκη. Το πικ-απ σαραβαλιασμένο, ένα κουφάρι σαν ένα παλιό αυτοκίνητο ανοιχτό που κάποτε μας πήγαινε, χαρούμενες παρέες για μπάνιο...Όχι συχνά, όχι κάθε φορά, μόνο κάθε άνοιξη, ίσως και κάθε φθινόπωρο που κατεβάζω τα χειμωνιάτικα στην αποθήκη και αντίστοιχα τα καλοκαιρινά, σκύβω πάνω από τις χαρτονένιες κούτες και τους χαζεύω σα φωτογραφίες από παλιά άλμπουμ.΄Οταν είμαστε μόνοι θυμόμαστε. Και το αντίστροφο...Και στο ράδιο ή σε κάποιο μπαράκι, άμα ακούω κάνα παλιό κομμάτι, δε συγκρατιέμαι ''το έχω'', πετάγομαι και λέω ''είναι το Highway 61 του Ντύλαν, δίσκος του '65, πρώτο της δεύτερης πλευράς!''...
Συνήθως με αντιμετωπίζουν με κάποια ευγενική συγκατάβαση' ''το έχω'', ξαναλέω εγώ, κάπως μ΄ ένα πείσμα σαν αυτό των παιδιών που αρνιούνται να δεχτούν πως ό,τι γίνεται δεν ξεγίνεται.
 Μια μέρα μπήκαν νερά της βροχής στο υπόγειο. Μουσκέψανε οι χαρτόκουτες και μέσα τα εξώφυλλα κολλήσαν μεταξύ τους, σβηστήκανε τ' αστεράκια. Γέμισαν λάσπες τα βινύλια. Τότε τ' αποφάσισα πως είχε 'ρθεί η στιγμή ν΄αγοράσω επιτέλους πικ-απ. Μπήκα σ' ένα μαγαζί με ηλεκτρικά είδη, απ΄έξω είχε κάτι μεγάλα πανιά που γράφανε με τρομακτικά γράμματα: ''ΟΛΑ ΣΤΗ ΜΙΣΗ ΤΙΜΗ! ΤΟ ΑΦΕΝΤΙΚΟ ΤΡΕΛΑΘΗΚΕ..." Έτσι ακριβώς, το τελευταίο με αποσιωπητικά. Μέσα από σκόνες και ιστούς ξετρύπωσα ένα Γκρούντιχ. Σαν εκείνα που θαύμαζα στα τέλη της δεκαετίας του '70. Θόρενς μου είχε πει ένας φίλος να πάρω, όμως πού να βρίσκεις τώρα Θόρενς; και δεν μπορούσα να περιμένω. Το αφεντικό μου 'δωσε και ένα έπιπλο-δισκοθήκη.
''Και γιατί κλείνετε;'' τον ρώτησα. Αυτός γύρισε και μου 'δειξε ένα πανό με τη λέξη ΚΑΤΕΔΑΦΙΖΟΜΑΣΤΕ! γραμμένο με ακόμα πιο τρομακτικούς χαρακτήρες...

...Τώρα ανεβάζω τους δίσκους παρτίδες παρτίδες απάνω στο σπίτι. Τους καθαρίζω προσεκτικά και βάζω να τους ακούσω. Πήρα κι ένα καινούριο ζευγάρι ακουστικά...Ωραίος!
Όμως το χριτσς χρατσς μ' ενοχλεί. Μ' ενοχλεί και που πρέπει να σηκώνομαι και ν' αλλάζω πλευρά.
Άσε που το χέρι μου ασυναίσθητα ψάχνει το κοντρόλ του σιντί άμα θέλω ν' ακούσω συγκεκριμένα κομμάτια κι όχι όλο το δίσκο. Κι άμα ο δίσκος τελειώνει, πάλι πρέπει να σηκωθείς να βάλεις άλλον, ενώ με το cd βάζεις δύο τρία cd, ένα  mp3 εκεί πέρα κι έχεις non stop music. Για τέτοια είμαστε τώρα;...

...Γενικά έρχεται για τον καθένα μια στιγμή που το Σινεμά ο Παράδεισος που παίζει στο μυαλό του ζαχαρωμένες αναμνήσεις κλείνει για να γίνει σούπερ μάρκετ ή πάρκινγκ. Που ξενερώνει με όλους και με όλα και με τον ίδιο του τον εαυτό.Για μένα φαίνεται πως ήρθε αυτή η στιγμή. Και υποθέτω, αυθαίρετα βέβαια, ότι το ίδιο πάνω κάτω μπορεί να τρέχει και μ' άλλους στην ηλικία μου. Δεν έχω να προτείνω τίποτα.
Προσωπικά πάντως το έχω γυρίσει τώρα στις κασέτες. Παλιές εννοείται...
...μόνο που υπάρχει κι εδώ μια βασική λεπτομέρεια: Οι γέρικες αυτές κασέτες έχουν χάσει τα πρίμα τους και το περιεχόμενό τους ακούγεται μουντό, σα να 'χει χαθεί πράγματι στο βάθος του χρόνου. Άλλες πάλι τρεμουλιάζουν και κάνουν ουά ουά σα γατιά που τα παράτησε η μάνα τους.
Το φαινόμενο λέγεται απομαγνητισμός. Το εξήγησα και στο μικρό μου γιο απόψε το βράδυ, καθώς μπήκε στο δωμάτιο και με βρήκε να προσπαθώ -μ' ένα ύφος απελπισμένα βλακώδες, πιστεύω- ν' ακούω μουσική από το κασετόφωνο σα μέσα από το μπουρί της σόμπας. ''Πώς το είπες;'', με ρώτησε, ''απομαγητισμός;''... Και βγήκε στο μπαλκόνι να παίξει με τ' αυτοκινητάκια του. Τον παρακολούθησα λίγο καθώς έπαιζε με τις κούρσες και τα λεωφορεία του και μίλαγε ψιθυριστά, μόνος του, φτιάχνοντας ιστορίες και φανταστικά ταξίδια...Ύστερα έκλεισα το κασετόφωνο και μάζεψα όλες τις παλιές κασέτες σε μια μαύρη σακούλα.
Μόνο μία κράτησα. Γράφει και την ημερομηνία  απάνω: 30.3.88. Και την ώρα: 3.00 π.μ. Η αδελφή μιας φίλης μου την έγραψε, ένα κοριτσάκι τότε. Τρεις μέρες μόλις πιο πριν απ' αυτήν την ημερομηνία, είχα πονέσει πολύ από θάνατο. Κι αυτή χωρίς να ξέρει καλά καλά έκατσε κι έγραψε σ' αυτήν την κασέτα διάφορα κομμάτια του Σπρίγνκστην, που ήξερε ότι μου άρεσε πολύ τότε. Τίποτα δε σώθηκε βέβαια, και αυτή η κασέτα έχει απομαγνητιστεί. Όμως η εικόνα αυτού του μικρού, σχεδόν άγνωστού μου κοριτσιού, να κάθεται μόνη της μέσα στη νύχτα, να γράφει μια κασέτα, θέλοντας έτσι παιδικά και αδέξια να κάνει κάτι για μένα, να με παρηγορήσει, τρυπάει το χρόνο κι έρχεται και με βρίσκει ίσαμε τώρα, μέχρι εδώ πίσω από τα κουτάκια τις μπύρες, μέσα από τους καπνούς των τσιγάρων μου, κουρασμένο κι αστείο μαζί. Και είναι τώρα που αυτή η παρηγοριά της, μετά από τόσα χρόνια, πιάνει τόπο. Κι έχει κι ένα κομμάτι μέσα η κασέτα, που λέει:
''Everything dies, baby, that's the fact
But maybe everything that dies some day comes back''
''Όλα πεθαίνουν μωρό μου, έτσι είναι
Μα ίσως ό, τι πεθαίνει, μια μέρα ξαναγυρίζει..."

Ναι, δεν έχει απο μαγ(ν)ητιστεί τελείως.
________________________________________________________________
                                                                                 
 Γράφτηκε το 2004 και δημοσιεύτηκε στο Μανδραγόρα, τχ.32, το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς.
                                                                                             
* Ο Β. Κατσικονούρης γεννήθηκε στο Κιλκίς και από 12 χρονών ζει στην Αθήνα. Έχει σπουδάσει Αγγλική Φιλολογία και είναι καθηγητής της Μ.Ε. Έχει γράψει τα θεατρικά έργα Το Γάλα, Οι Αγνοούμενοι, Καλιφόρνια Ντρίμιν, Το Μπουφάν Της Χάρλεϊ κ.ά.

Πέμπτη 13 Ιουνίου 2013

OΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ: "ΕΙΝΑΙ Η ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ''

“Είναι η βαρβαρότητα!”, όταν ο Ελύτης «προφήτευε»:                                                
«Ήδη, σας το είπα. Είναι η βαρβαρότητα. Τη βλέπω να 'ρχεται μεταμφιεσμένη, κάτω από άνομες συμμαχίες και προσυμφωνημένες υποδουλώσεις. Δεν θα πρόκειται για τους φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά για μεθοδευμένη και οιονεί επιστημονική καθυπόταξη του ανθρώπου. Για τον πλήρη εξευτελισμό του. Για την ατίμωσή του.
Οπότε αναρωτιέται κανείς: Γιατί παλεύουμε νύχτα μέρα κλεισμένοι στα εργαστήριά μας; Παλεύουμε για ένα τίποτα, που ωστόσο είναι το παν. Είναι οι δημοκρατικοί θεσμοί, που όλα δείχνουν ότι δεν θ’ αντέξουν για πολύ. Είναι η ποιότητα, που γι’ αυτή δεν δίνει κανείς πεντάρα. Είναι η οντότητα του ατόμου, που βαίνει προς την ολική της έκλειψη. Είναι η ανεξαρτησία των μικρών λαών, που έχει καταντήσει ήδη ένα γράμμα νεκρό. Είναι η αμάθεια και το σκότος. Ότι οι λεγόμενοι «πρακτικοί άνθρωποι» -κατά πλειονότητα, οι σημερινοί αστοί- μας κοροϊδεύουν, είναι χαρακτηριστικό. Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν. Που βρίσκεται η αλήθεια, θα φανεί μια μέρα, όταν δεν θα 'μαστε πια εδώ. Θα είναι, όμως, εάν αξίζει, το έργο κάποιου απ’ όλους εμάς. Και αυτό θα σώσει την τιμή όλων μας -και της εποχής μας.»
(Από συνέντευξη στη Σούλα Αλεξανδροπούλου, «Η Καθημερινή», 2/11/1975)

Τα παραπάνω «προφητικά» περί βαρβαρότητας, καθώς ξέρουμε ο Ελύτης τα αποτύπωσε και ποιητικά στο «Άξιον εστί»:

«Χρόνους πολλούς μετά την Αμαρτία που την είπανε Αρετή μέσα
στις εκκλησίες και την ευλόγησαν. Λείψανα παλιών άστρων και γω-
νιές αραχνιασμένες τ’ ουρανού σαρώνοντας η καταιγίδα που θα γεν-
νήσει ο νους του ανθρώπου. Και των αρχαίων Κυβερνητών τα έργα
πληρώνοντας η Χτίσις, θα φρίξει. Ταραχή θα πέσει στον Άδη, και
το σανίδωμα θα υποχωρήσει από την πίεση τη μεγάλη του ήλιου.
Που πρώτα θα κρατήσει τις αχτίδες του, σημάδι ότι καιρός να λάβου-
νε τα όνειρα εκδίκηση. Και μετά θα μιλήσει, να πει: εξόριστε Ποιη-
τή, στον αιώνα σου, λέγε, τι βλέπεις;
-Βλέπω τα έθνη, άλλοτες αλαζονικά, παραδομένα στη σφήκα και
στο ξινόχορτο.                      
-Βλέπω τα πελέκια στον αέρα σκίζοντας προτομές Αυτοκρατόρων
και Στρατηγών.
-Βλέπω τους εμπόρους να εισπράττουν σκύβοντας το κέρδος των
δικών τους πτωμάτων.
-Βλέπω την αλληλουχία των κρυφών νοημάτων…»
(Ο. Ελύτης, «Προφητικόν» από το «Άξιον εστί»)

ΠΗΓΗ: Λόγος Παράταιρος

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2013

ΠΟΝΑΕΙ ΚΕΦΑΛΙ, ΚΟΒΕΙΣ ΚΕΦΑΛΙ...

ΜΗΠΩΣ ΖΩ ΣΕ ΑΛΛΗ ΧΩΡΑ;

Δε συνηθίζω να σχολιάζω την επικαιρότητα. Το συγκεκριμένο post δεν χρωματίζεται ούτε κομματίζεται ούτε υποστηρίζεται από κατευθυνόμενες απόψεις ή θέσεις, δεν είναι καν πολιτικό -με την αυθεντική και υγιή σημασία του όρου-, αλλά είναι φορές που η είδηση σε επιλέγει έτσι όπως περνάς αφηρημένα από δίπλα της ενώ έχεις άλλα στο μυαλό σου και περί άλλων τυρβάζεις.
Κάπως έτσι άκουσα σήμερα στο μεσημεριανό δελτίο για την επίσκεψη του κ. Γιούνκερ, πρώην προέδρου του  Eurogrοup και νυν πρωθυπουργού του Λουξεμβούργου, κατά τη διάρκεια της οποίας μίλησε για λάθη στην εκπόνηση του πρώτου μνημονίου, για αμφιβολίες και για μια προσπάθεια τότε (2010) να μη διαχυθεί η κρίση από την Ελλάδα στα υπόλοιπα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ.
Επίσης διάβασα ότι είπε πως η επίτευξη κάποιων στόχων στο δημοσιονομικό τομέα δεν έχει φτάσει ακόμα στο σπίτι κάθε Έλληνα. Κατά συνέπεια βρισκόμαστε στο ''σωστό'' δρόμο.
Σε δυο χρόνια μάλιστα θα έχουμε εξυγιάνει πλήρως τη δημοσιονομική μας κατάσταση και θα βρισκόμαστε σε πλεονεκτικότερη θέση από τις χώρες της Β. Ευρώπης (!)
Χωρίς να γνωρίζω την ερμηνεία και τη σημασία των δυσνόητων οικονομικών όρων ούτε το τι και πού ακριβώς πετύχαμε αναρωτήθηκα μήπως ζω σε άλλη χώρα και όλο αυτό που ακούω αφορά πολίτες που μόνο με τη δεινοπαθούσα Ελλάδα δεν έχουν σχέση...
Έκανα λοιπόν μια σειρά από σκέψεις που αποφάσισα να τις μοιραστώ μαζί σας:
Το πρώτο μνημόνιο ή πρώτο λάθος λοιπόν κόστισε στη χώρα μας 3 δισ., όπως λέει η μελέτη του ΚΕΠΕ (Κέντρου Προγραμματισμού Οικονομικών Μελετών) και σε βάθος τριετίας 9 δισ.
Άρχισαν αναπροσαρμογές και προσπάθεια να καλυφτεί το έλειμμα, όμως οι  δείκτες όπως φάνηκε δε βόηθησαν και πολύ κι ενώ τα πράγματα πήγαιναν απ' το κακό στο χειρότερο ήρθε το δεύτερο πακέτο οικονομικών μέτρων, το τρίτο, το μεσοπρόθεσμο και τα μέτρα λιτότητας ταυτόχρονα με την επιβολή υψηλών φόρων και μια σειρά αντισυνταγματικών μέτρων, το δεύτερο μνημόνιο με το ''κούρεμα'' και στη συνέχεια η πλήρης κατάλυση του νομοθετικού πλαισίου των εργασιακών σχέσεων, τα λουκέτα, η ανεργία, οι άστεγοι,οι αυτοκτονίες και τον τελευταίο χρόνο τα κουρεμένα ''χρυσά'' παλικάρια που καταφέρνουν με την ενοχή, την ανοχή και τη δήθεν αποστροφή μας να κρατάνε ψηλότερα απ' όλα τα υπόλοιπα κόμματα τη δημοτικότητά τους.
Δε θέλω να μιλήσω όμως ούτε για κομματικά εκτρώματα ένθεν και ένθεν ούτε για ατομικές ευθύνες. Αυτό είναι ένα άλλο κεφάλαιο που αν ανοίξει υπάρχει κίνδυνος να μην κλείσει ποτέ.
Λέω για το πανευρωπαϊκό και ενθοσωτήριο σχέδιο σωτηρίας που εδώ και τρία χρόνια άρχισε επιτέλους να αποδίδει καρπούς...
Σε μια διετία λοιπόν να αισιοδοξούμε ότι θα  έχουμε γίνει μια χώρα που θα ευημερεί και θα προοδεύει. Υπομονή και θυσίες μέχρι το 2015...
Μήπως τότε θα δανείζουμε κι όλας τους φτωχούς Βορειοευρωπαίους;
Τώρα αν σας θυμίζει όλο αυτό μια ιστορία αντίστοιχη με αυτή που ζήσαμε το 2010, αναμένοντας το 2012, αλλάξτε πλευρό, εφιάλτης είναι. Αλλά επειδή υπάρχει βάσιμη πιθανότητα να τον ξαναδείτε, ανεπιφύλακτα σας συνιστώ να ξυπνήσετε...

Κυριακή 9 Ιουνίου 2013

ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΚΩΣΤΑΒΑΡΑ

   OTΑΝ ΑΓΓΙΖΩ ΤΟ ΣΩΜΑ ΣΟΥ

   Όταν αγγίζω το σώμα σου
   μικρά λευκά περιστέρια γλιστρούν μέσα στα χέρια μου.
   Μέλη στάζουν τα πικρά μου χείλη
   όταν αγγίζω το σώμα σου.

   Δεν έχω φόβους πια να μου δαγκώνουν το πρόσωπο.
   Δεν έχω τα φαρμακερά τ' αγκάθια
    να μου ξεσκίζουν την καρδιά.
   
   Τα σκοτεινά μου όνειρα πέφτουν και συντρίβονται αθόρυβα.
    Μαύρα πηχτά νερά χύνονται και σκορπίζουν.
  
   Και μέσα απ' τα έναστρα φιλιά σου φυτρώνουν πράσινοι κήποι.
   Μαγευτικά δειλινά φυτρώνουν                                                    
   με συντριβάνια και με πουλιά.
  
   Όταν αγγίζω το σώμα σου
    δεν ξέρω αν γίνομαι δυνατότερος.
    Ξέρω πως ο κόσμος γίνεται αλλιώτικος.

     Άλλος άνθρωπος χύνεται μέσα μου.
     Άλλα τραγούδια αντηχούν στη φωνή μου.
   
     Άλλα δάση σου τραγουδούν 
     όταν αγγίζω το σώμα σου.

     Άλλα ποτάμια αγγίζοντας τις πολύχρωμες θάλασσες.

                                                                       Θ.ΚΩΣΤΑΒΑΡΑΣ

Πέμπτη 6 Ιουνίου 2013

2013: ΕΤΟΣ Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗ

...Με διάφορες και ποικίλες εκδηλώσεις, δεδομένου ότι φέτος συμπληρώνονται 150 χρόνια από τη γέννησή του και 80 από το θάνατό του όπως διαβάζω στα ΝΕΑ Σ/Κ της περασμένης εβδομάδας.
Εξαιρετικά καλαίσθητη και η έκδοση του βιβλίου -απ' την εφημερίδα- με τα αυτόγραφα ποιήματά του.
Σκληρό, άριστης ποιότητας χαρτί το εξώφυλλο, προσεγμένη βιβλιοδεσία και μέσα 22 από τα γνωστότερα και -ίσως- καλύτερα ποιήματά του.
Το παρακάτω ποίημα όμως του Αλεξανδρινού δαίμονα -όπως πολύ εύστοχα τον χαρακτήρισε τις προάλλες ένας φίλος μου- δεν συμπεριλαμβάνεται σ' αυτή τη συλλογή. Υπήρξε και ευτυχώς υπάρχει σε ένα βιβλίο, γραμμένο στη γραφομηχανή, που δόθηκε στη σχολή νηπιαγωγών -όπου φυσικά αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης- και στην οποία κάποτε υπήρξα φοιτήτρια προ αμνημονεύτων ετών. Την επιλογή και την επιμέλεια των κειμένων έκανε ο καθηγητής μου τότε, κ. Γιώργος Σπανός.
Θυμάμαι ακόμα το βλέμμα και τη συγκίνησή του όταν μπαίνοντας την πρώτη μέρα στην αίθουσα μάς διάβασε το αγαπημένο του ποίημα ''Τα παράθυρα''...
Κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι από τότε αλλά εκείνοι οι πρώτοι στίχοι και το ηχόχρωμα της φωνής  ενώ τους απάγγελνε περιδιαβαίνουν  ακόμα μέσα μου:
''Σ΄αυτές τες σκοτεινές τες κάμαρες που περνώ μέρες βαρυές, επάνω κάτω τριγυρνώ για να 'βρω τα παράθυρα...''

Όμως σε εκείνο το παλιό βιβλίο βρήκα αυτό:

                     ΤΕΛΕΙΩΜΕΝΑ
Μέσα στο φόβο και στες υποψίες,
με ταραγμένο νου και τρομαγμένα μάτια,
λυώνουμε και σχεδιάζουμε το πώς να κάμουμε
για ν' αποφύγουμε τον βέβαιο
τον κίνδυνο που έτσι φρικτά μας απειλεί.
Κι όμως λανθάνουμε, δεν είν' αυτός στο δρόμο'
ψεύτικα ήσαν τα μηνύματα
(ή δεν τ' ακούσαμε, ή δεν τα νοιώσαμε καλά).
Άλλη καταστροφή που δεν την φανταζόμεθα,
εξαφνική, ραγδαία πέφτει επάνω μας,
κι ανέτοιμους -που πια καιρός- μας συνεπαίρνει.

Τώρα αν πω ότι οι στίχοι αυτού του ποιήματος ουδεμία σχέση έχουν με πραγματικές καταστάσεις και υπαρκτά πρόσωπα θα με πιστέψετε;



Τετάρτη 5 Ιουνίου 2013

ΠΟΙΟΣ ΞΕΡΕΙ;


Πάρωρα  εισέρχεται αυτό το καλοκαίρι στη ζωή μας, γέννα παραδομένη στην τρυφεράδα του ήλιου. Σχεδιάζει εικόνες, παραμιλάει μια αυτόματη γραφή για να διαβάσεις το γέλιο της θάλασσας και το παραμύθι του φεγγαρόφωτου. Στη γνώριμη διαδρομή του χρόνου περπατά κι όμως μοιάζει σα να περνάει απαρατήρητο.
Άγαλμα σε πλατεία, απ’ την οποία περνάς καθημερινά, αλλά ποτέ δεν μπήκες στον κόπο να κοιτάξεις.
Βράδυ, αντικρίζω απ’ το μπαλκόνι μου το σώμα του θαλασσινού νερού, σπαρμένο με βάρκες-πυροφάνια κι αυτή η παρουσία-απουσία του θαύματος προσυπογράφει την τύχη μου. Ξαναβαπτίζει τη ζωή, δίνοντάς της την πιο γνήσια ταυτότητα.
Συμπλέει με την ελληνικότητα, για την οποία μίλησε κάποτε ο Ελύτης:
"Όχι το τσαρούχι, η φουστανέλλα, η greek art, αλλά ένας τρόπος για να βλέπεις τα πράγματα".
Γιατί αν η ποίηση ξεκίνησε στο Αιγαίο, αν κάποτε υπήρξαν στη Λέσβο ο Αλκαίος και η Σαπφώ και στην Πάρο ο Αρχίλοχος, τότε η Ελλάδα δεν είναι μόνο αυτή που την ανάγκασαν να παραληρεί στους δρόμους και να σκεπάζεται στα παγκάκια με το πτώμα του αύριο, είναι και τούτη η αμίλητη απεραντοσύνη που δεν ακυρώνεται.
Διάστικτη από προσμονή για να επιτρέψει ξανά την επάνοδο της ελπίδας.
Κι ας οδεύει σταθερά το καλοκαίρι προς το άγνωστο, ας γίνεται το αναπάντητο ερωτηματικό της επόμενης μέρας….
Ποιος ξέρει;

Σάββατο 1 Ιουνίου 2013

ΠΡΩΤΗ ΝΥΧΤΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ ΜΕ ΤΙΤΟ ΠΑΤΡΙΚΙΟ

           
                     ΑΛΛΟ ΕΝΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

                     Για σκέψου να μην πρόφταινα                                    
                     κι αυτό το καλοκαίρι
                     να δω το φως ξανά εκτυφλωτικό
                     να νιώσω την αφή του ήλιου στο κορμί μου
                     να οσμιστώ δροσερές και χαλασμένες μυρωδιές
                     να γευτώ γλυκόξινες και πιπεράτες γεύσεις
                     ν’ ακούω τα τζιτζίκια ως τα κατάβαθα της νύχτας
                     να καταλαβαίνω τους δικούς μου που αγαπώ
                     να μην αδημονώ μ’ αυτούς που με στηρίζουν
                     να σκέφτομαι κι εκείνους που θέλησα να ξεχάσω
                     να βρίσκω φίλους που έρχονται από μακριά
                     ν’αφήνω κι άλλες ζωές να μπαίνουν στη δική μου
                     να κολυμπάω σε θάλασσες ζεστές
                     ν’ αντικρύζω φρέσκα σώματα γυμνά
                     ν’ αναπολήσω έρωτες, να ονειρευτώ καινούργιους
                     ν’ αντιληφθώ τα πράγματα που αλλάζουν.
                     Έτσι καθώς τα πρόφτασα αυτό το καλοκαίρι
                     λέω να ελπίζω για προσεχή Χριστούγεννα
                     για κάποια επόμενη Πρωτοχρονιά -
                     άσε να δούμε για παραπέρα.


                         ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ/ Η ΝΕΑ ΧΑΡΑΞΗ