Το 1870 παντρεύτηκε τη μόλις 16 χρονών Ματίντλ Μοτέ.
Το 1871 η ζωή του σημαδεύεται από τη γνωριμία του με τον Αρτύρ Ρεμπό, τον οποίο τον επόμενο χρόνο ακολουθεί στη Β. Γαλλία και στο Βέλγιο, εγκαταλείποντας τη γυναίκα του και το νεογέννητο γιο του.
Η ποιητική του συλλογή Romances sans paroles, με έντονα πειραματικό και μουσικό χαρακτήρα, εκδίδεται το 1874 ενώ ο ίδιος βρίκεται σε φυλακή του Βελγίου, λόγω του ότι πυροβόλησε και τραυμάτισε το Ρεμπό (1873) ενώ βρισκόταν υπό το καθεστώς μέθης.
Αποφυλακίζεται το 1875, έχοντας χωρίσει πια από τον Ρεμπό, αλλά επισήμως και από τη γυναίκα του. Την ίδια χρονιά ασπάζεται τον καθολικισμό.
Αργότερα δουλεύει ως δάσκαλος Γαλλικών και σχεδίου σε διάφορα μέρη της Αγγλίας ενώ παράλληλα αναγνωρίζεται η αξία του από εξέχουσες μορφές της αγγλικής λογοτεχνίας, όπως ο Άλφρεντ Τένισον και ο Άλγκερνον Τσαρλς Σουίνμπερν.
Το 1877 επιστρέφει στη Γαλλία και με την έκδοση της ποιητικής του συλλογής Sagesse καθιερώνεται.
Διάγοντας έκλυτο βίο, μετά από αποτυχημένες προσπάθειες να συμφιλιωθεί με την πρώην σύζυγό του εκδίδει κι άλλες ποιητικές του συλλογές, ενώ γράφει μια σειρά από βιογραφίες για τους Καταραμένους ποιητές (Les Poètes maudits) το 1866. Συμβάλλει επίσης στην αναγνώριση του Ρεμπό με τη συλλογή του Εκλάμψεις του Ρεμπό.
Πεθαίνει το 1896.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου