Φθινόπωρο, γαντζωμένο ακόμα στην ευωχία του καλοκαιριού. Στα πρόσωπα που συναντάς διαγράφεται η κούραση απ’ το διαρκές κολύμπι στη θάλασσα των διεκπεραιώσεων, θηρευτές όλοι μιας ατέρμονης σειράς υποχρεώσεων, η πρακτικότητα σε πρώτο πλάνο κι ύστερα ο ελάχιστος αληθινά διαχειρίσιμος χρόνος.
Αυτός που συνήθως δε φτάνει κι αν φτάσει ποτέ, μας υπαγορεύει ασθμαίνοντας κοφτά και σθεναρά τις εντολές του.
Εκείνος που αθόρυβα ξεκαθαρίζει το τοπίο μέσα μας, την ύστατη ώρα, την διλληματική κι αναποφάσιστη, όταν η αιώρα ανάμεσα στην πληθώρα των ναι και την ολιγωρία των όχι, αρχίζει να ταλαντεύεται επικίνδυνα, τότε που πρέπει ν’ αποφασίσεις όχι μόνο με ποιους θα πας και ποιους θ ’αφήσεις αλλά επιπλέον πώς θα πάς και πώς θ’ αφήσεις.
Στα δύσκολα κρίνεις και κρίνεσαι. Όταν βάζεις τρικλοποδιά στον εαυτό σου ενώ τα πόδια σου εξακολουθούν να πατούν γερά σε βατό έδαφος, σ’ αυτή την προαποφασισμένη αναποδιά, στη μεταβολή, στο ξεβόλεμα.
Εδώ λοιπόν, όχι όπως τα’ ξερες και τα δρομολογούσες αλλά όπως τα βρήκες κι όπως θα επινοήσεις να τα δρομολογήσεις.
Με όσους ζεστά σε τύλιξαν στο κουκούλι τους ακόμα και χωρίς να το ζητήσεις, μ’ εκείνους που έμπρακτα απέδειξαν την παρουσία τους στη ζωή σου πριν και μετά κι αφήνοντας πίσω εκείνα τα φαντάσματα που δια ολίγον σε πλάνεψαν αλλά χάθηκαν όταν η παράκλησή σου για φως έγινε επιτακτική ανάγκη. Άλλωστε εκεί που τελειώνει η πλάνη, επιχειρεί το πρώτο της αβέβαιο, και πολλές φορές οδυνηρό βήμα ,η αλήθεια.
Φθινόπωρο στην πόλη πια, με την αδιόρατη θλίψη μιας ξενιτεμένης θάλασσας, με τη μαγεία των χρωμάτων του δειλινού απούσα, χωρίς ούτε ένα κιτρινισμένο φύλλο να προδίδει την έλευση της αλλαγής, όμως η αλλαγή θα έρθει, ακόμα κι αν έχει καθυστερήσει λίγο, ετοιμάζεται να σου χτυπήσει την πόρτα.
Έσο έτοιμος και δυνατός…
(Αφιερωμένο σ’ όλους τους αγαπημένους μου. Τους εδώ και τους εκεί…)
S.
Αυτός που συνήθως δε φτάνει κι αν φτάσει ποτέ, μας υπαγορεύει ασθμαίνοντας κοφτά και σθεναρά τις εντολές του.
Εκείνος που αθόρυβα ξεκαθαρίζει το τοπίο μέσα μας, την ύστατη ώρα, την διλληματική κι αναποφάσιστη, όταν η αιώρα ανάμεσα στην πληθώρα των ναι και την ολιγωρία των όχι, αρχίζει να ταλαντεύεται επικίνδυνα, τότε που πρέπει ν’ αποφασίσεις όχι μόνο με ποιους θα πας και ποιους θ ’αφήσεις αλλά επιπλέον πώς θα πάς και πώς θ’ αφήσεις.
Στα δύσκολα κρίνεις και κρίνεσαι. Όταν βάζεις τρικλοποδιά στον εαυτό σου ενώ τα πόδια σου εξακολουθούν να πατούν γερά σε βατό έδαφος, σ’ αυτή την προαποφασισμένη αναποδιά, στη μεταβολή, στο ξεβόλεμα.
Εδώ λοιπόν, όχι όπως τα’ ξερες και τα δρομολογούσες αλλά όπως τα βρήκες κι όπως θα επινοήσεις να τα δρομολογήσεις.
Με όσους ζεστά σε τύλιξαν στο κουκούλι τους ακόμα και χωρίς να το ζητήσεις, μ’ εκείνους που έμπρακτα απέδειξαν την παρουσία τους στη ζωή σου πριν και μετά κι αφήνοντας πίσω εκείνα τα φαντάσματα που δια ολίγον σε πλάνεψαν αλλά χάθηκαν όταν η παράκλησή σου για φως έγινε επιτακτική ανάγκη. Άλλωστε εκεί που τελειώνει η πλάνη, επιχειρεί το πρώτο της αβέβαιο, και πολλές φορές οδυνηρό βήμα ,η αλήθεια.
Φθινόπωρο στην πόλη πια, με την αδιόρατη θλίψη μιας ξενιτεμένης θάλασσας, με τη μαγεία των χρωμάτων του δειλινού απούσα, χωρίς ούτε ένα κιτρινισμένο φύλλο να προδίδει την έλευση της αλλαγής, όμως η αλλαγή θα έρθει, ακόμα κι αν έχει καθυστερήσει λίγο, ετοιμάζεται να σου χτυπήσει την πόρτα.
Έσο έτοιμος και δυνατός…
(Αφιερωμένο σ’ όλους τους αγαπημένους μου. Τους εδώ και τους εκεί…)
S.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου