Το φως καμπυλώνει, βουλιάζει και πνίγεται.
Οφθαλμαπάτη για την υπόσχεση της νύχτας. Άργησα σήμερα. Νόμιζα ότι είχα όλη τη μέρα δική μου. Το γερμένο παντζούρι της σκέψης μου βάδιζε σημειωτόν από το ένα πράγμα στο άλλο. Δουλειές που δεν τελειώνουν και σχεδιάσματα ημιτελή. Κουτάκια που ανοιγοκλείνουν αλλά ποτέ δε σφραγίζουν. Ίσως αυτό να είναι η ροή κάθε μέρας. Αλληλουχία συμβάντων, όχι προς επεξεργασία, μάλλον προς διευθέτηση. Δεν προλαβαίνει κανείς. Ούτε τον καιρό ούτε την κρυφή συνωμοσία της ζωής.
Οφθαλμαπάτη για την υπόσχεση της νύχτας. Άργησα σήμερα. Νόμιζα ότι είχα όλη τη μέρα δική μου. Το γερμένο παντζούρι της σκέψης μου βάδιζε σημειωτόν από το ένα πράγμα στο άλλο. Δουλειές που δεν τελειώνουν και σχεδιάσματα ημιτελή. Κουτάκια που ανοιγοκλείνουν αλλά ποτέ δε σφραγίζουν. Ίσως αυτό να είναι η ροή κάθε μέρας. Αλληλουχία συμβάντων, όχι προς επεξεργασία, μάλλον προς διευθέτηση. Δεν προλαβαίνει κανείς. Ούτε τον καιρό ούτε την κρυφή συνωμοσία της ζωής.
Άργησα αλλά πήγα. Στην ύφεση του σκοτεινού νερού βυθίστηκα, μέθυσα κι ένιωσα πως άλλαξα σώμα. Για πόσο ακόμα θα γίνεται λίμνη η θάλασσα; Ανεξιχνίαστες ώρες στην κερκόπορτα του φθινοπώρου. Υπολείπονται ακόμα μερικά σώματα για ν’ αλλάξω πριν πληθύνουν οι υδάτινες πτυχώσεις και τα βράχια παλέψουν με τα στοιχειά των βοριάδων. Αποστρέφω το νου μου απ’ αυτό. Στρέφομαι στον ωραίο τόπο. Στην εκπληρωμένη υπόσχεση του καλοκαιριού. Φύκια κι όχι μεταξωτές κορδέλες. Φύκια που μυρίζουν θάλασσα. Θα μεθύσω κι αύριο. Κι ας αργήσω…
Stavronia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου