Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2016

ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ, “Η ΓΕΝΝΗΣΗ” (1983)


Ένα άλλο βράδυ τον άκουσα να κλαίει δίπλα.

Χτύπησα την πόρτα και μπήκα. Μου ‘δειξε πάνω στο κομοδίνο ένα μικρό ξύλινο σταυρό.

«Είδες –μου λέει- γεννήθηκε η ευσπλαχνία! Έσκυψα τότε το κεφάλι κι έκλαψα κι εγώ.

Γιατί θα περνούσαν αιώνες και αιώνες και δε θα ‘χαμε να πούμε τίποτα ωραιότερο απ’ αυτό.

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2016

AΠΟΚΡΥΣΤΑΛΛΩΣΗ


Συνυπάρχω 

Με τον άλλο εαυτό μου

Έρχεται δεύτερος

Και καταϊδρωμένος

Αποκρυσταλλωμένος

Σε φτερουγίσματα

Δευτερολέπτων

Τάχα μου ξεγελάω

Το αναπόφευκτο

Το οριστικό

Το αμετάκλητο

Το απόλυτο

Σε παγωμένους χρόνους

Αστραπιαία

Περνά σα σκιά

Πριν την ενσάρκωση

Το ανεκλάλητο

Που όλοι ξέρουν

Τ’ όνομά του


S.

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016

ΚΥΡΙΑΚΗ ΓΑΡ

Το πιο επιθετικό προσωπείο του χρόνου βαφτίζεται Κυριακή.        
Συνυπάρχει με τις αποκρουστικές απώλειες των άλλων ημερών.

Συμμαζεύω τα ασυμμάζευτα των σκέψεων, των ερωτημάτων, των διαβασμάτων που απαιτούν επιμονή και προσήλωση, τουστέστιν αυτοπειθαρχία, παράλληλα με διεκπεραιώσεις νοικοκυριού.
Κι επειδή η καλή νοικοκυρά είναι δούλα και κυρά, ξεπετάω όσο καλύτερα και συντομότερα μπορώ τη δούλα και στοχεύω στην κυρά.

Ενημερώνομαι, ενημερώνομαι, ενημερώνομαι:
Ο πορτοκαλί (αλλά όχι βιταμινούχος για την προάσπιση της υγείας του πλανήτη, το εκ διαμέτρου αντίθετο) νέος πλανητάρχης, Οne man show (και τι show!), o θάνατος του L. Cohen που έφυγε πλήρης ημερών, όχι ηλικιακά αλλά συνειδησιακά, με τις αποσκευές του -που μοιράστηκε το περιεχόμενό τους μαζί μας τόσα χρόνια- γεμάτες από ποίηση, μοναχικότητα και λυρισμό και πνευματικότητα…

Συνέβησαν κι άλλα, αλλά στέκομαι σ’ αυτά τα δυο γεγονότα ως περισσότερο εμφανή ενός κόσμου (ο κόσμος είναι κόσμημα έλεγε κάποτε μια συχωρεμένη θεια μου), που αλλάζει και που κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν θα προλάβει να σωθεί ή θα συνεχίσει το στροβιλισμό του σε καταστροφικές ανακυκλώσεις γεγονότων που κάπως, κάποτε τα 'χουμε ξαναζήσει.

Κι ίσως στην τέχνη να μην υπάρχει παρθενογένεση, όπως έλεγε ο Σεφέρης, αλλά θα υπάρξει άραγε ποτέ στην ιστορία;
Θα βγει κάτι νέο, αθώο (κατά το μέτρο του δυνατού) και ετοιμοπόλεμο για να γυρίσει αλλιώς την τροχιά της πορείας του κόσμου;

Κι αυτό το συναχωμένο φως της Κυριακής θα γίνει γρίπη ή θα ιαθεί πλήρως;
Μου λείπει πάντως αφάνταστα το άλλο, εκείνο το απολλώνιο του Αιγαίου που έλουζε το μπαλκόνι μου κάποτε…
Για να συγκεντρωθώ και να βάλω τάξη στα δικά μου ανήλιαγα υπόγεια..


S.

Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2016

...Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΟΥΓΚΕΝΑΟΥ...

Οι Υπνοβάτες του Χέρμαν Μπροχ είναι μια μυθιστορηματική τριλογία με πολλά ανατρεπτικά στοιχεία στη δομή και στο ύφος που με παιδεύει εδώ και αρκετό καιρό στην ολοκλήρωση του διαβάσματός της. Ενδιαμέσως παρεμβάλλονται άλλα βιβλία, εντελώς διαφορετικής δομής και περιεχομένου, έτσι για να παίρνω μιαν ανάσα από την τόσο ολοκληρωτική και απόλυτη προσήλωση που επιτακτικά απαιτεί η ανάγνωσή της.
Στην τριλογία του Μπροχ, Πάσενοβ ή ο Ρομαντισμός, Ες ή η Αναρχία, Χουγκενάου ή ο Ρεαλισμός, επιχειρείται και ολοκληρώνεται αριστουργηματικά μια τοιχογραφία της Γερμανίας κατά τη διάρκεια τριάντα χρόνων (τέλος του 19ου αιώνα ως τις πρώτες δεκαετίες του 20ου, 1888- 1918) μέσα από τις ιστορίες των τριών ηρώων της, του ρομαντικού Πάσενοβ που γίνεται αξιωματικός του στρατού και παντρεύεται μια γυναίκα χωρίς πραγματικά να επιθυμεί τίποτα απ’ τα δύο, του υπαρξιστή Ες που οι σχέσεις του με τους άλλους τίθενται υπό διαρκή αίρεση και αμφισβήτηση και του υλιστή- ωφελιμιστή Χουγκενάου που πίσω από κάθε του κίνηση κρύβεται η ακόρεστη δίψα του για κέρδος και εξουσία.
Διαβάζοντας διάφορες κριτικές γι’ αυτό το μεγαλειώδες και άρτια δομημένο έργο, τόσο στη σύλληψη όσο και στην αφήγηση που λειτουργεί κατακερματικά έτσι ώστε να εμπλέκονται στο περιεχόμενό τoυ στοιχεία ποίησης, δοκιμίου και θεατρικού δρώμενου, ο Μ.Κούντερα με μια φράση του με κάλυψε (και από- κάλυψε γενικά την ουσία του έργου του Μπροχ) πλήρως:
‘’Είναι προφανές: Έχουμε μπει στην εποχή του Χουγκενάου’’.
Και δια του λόγου το αληθές:

Οι τρεις εποχές της τριλογίας του Μπροχ: τρεις ιστορικές δυνατότητες της ευρωπαϊκής ύπαρξης.Οι συγκεκριμένες χρονολογίες που υποδεικνύονται στην τριλογία δεν είναι πολύ σημαντικές (αυτές οι τρεις εποχές μπορεί να πραγματωθούν και με διαφορετικές χρονολογίες). Το πιο σημαντικό είναι η διαδοχή τους, η οποία σκιαγραφεί μια διαδρομή.
Ξαναδιαβάζοντας τους «Υπνοβάτες» σκέφτομαι τον καιρό της νεότητάς μου, που τώρα μου φαίνεται ως «η εποχή του Ες».Η προσχώρηση σε μιαν αξία, η στράτευση στο όνομά της, θεωρούνταν τότε από όλους μια ηθική αναγκαιότητα. Σκέφτομαι έναν Γάλλο φίλο, ευφυή και εξαιρετικά πνευματώδη, ο οποίος είχε διακηρύξει την αγάπη του για τον Μάο και στη συνέχεια είχε εκφράσει την ίδια αγάπη για τον πάπα. Σκέφτομαι έναν σημαντικό κομμουνιστή ιδεολόγο ο οποίος κατέληξε να εγκαταλείψει τον μαρξισμό για να προσχωρήσει στο Ισλάμ. Και θα μπορούσα να αναφέρω και τόσες άλλες παρόμοιες μεταστροφές, οι οποίες δεν είχαν καμία σχέση ούτε με τον καιροσκοπισμό, ούτε με τον καριερισμό, ούτε με την ανοησία. Στην «εποχή του Ες» τα πρόσωπα δεν μπορούν να ζουν χωρίς να μάχονται για κάποιο ιδεώδες, αλλά ταυτόχρονα δεν είναι σε θέση να το κατανοήσουν.
Όταν στην Ευρώπη κατέρρευσαν τα κομμουνιστικά κράτη, οι θρησκευτικές, εθνικές και πολιτικές πεποιθήσεις έπαψαν, με τρόπο αρκετά διακριτικό, να παίζουν τον μεγάλο ρόλο που είχαν κάποτε. Η αριστερά; Η δεξιά; Ζουν μια σχέση καλής γειτονίας. Καβγαδίζουν πολιτισμένα για λίγη εξουσία αλλά σίγουρα όχι για να αλλάξουν τον κόσμο. Έτσι άρχισα να κατανοώ ότι αυτό που μας απειλεί δεν αντιπροσωπεύεται πλέον ούτε από τον πόλεμο ούτε από την επανάσταση και ότι βρισκόμαστε στην εποχή του πραγματισμού, στην οποία το μόνο νόημα που μπορεί να έχει η ζωή είναι εκείνο του κέρδους. Το κέρδος νοείται όχι ως εγωιστική και ποταπή αξία, αλλά ως η μόνη απόδειξη του ότι η εργασία έγινε καλά, του ότι ένα άτομο δεν έζησε για το τίποτα, του ότι η ζωή του είχε ένα νόημα.
Γράφω αυτό το κείμενο ενώ η Ευρώπη έχει πληγεί από μια μεγάλη οικονομική κρίση με την προοπτική πελώριων καταστροφών. Διαβάζω τη συνέντευξη που έδωσε ένας μεγάλος οικονομολόγος. Από πού έρχεται η κρίση; Από την «αγορά» και από τους «κερδοσκόπους» της; Απάντηση: «Το καθήκον των χρηματοπιστωτικών αγορών είναι να επιδιώκουν να κερδίζουν χρήμα. Δεν μπορούμε να τις κατηγορούμε ότι κερδοσκοπούν». Είναι προφανές: έχουμε μπει στην «εποχή του Χουγκενάου».


ΠΗΓΗ: http://lesxianagnosisbiblioudegas.blogspot.gr/2014/02/blog-post_17.html

 Aξίζει να καταπιαστείτε μ' αυτό κι ας παιδευτείτε… 

S.

Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2016

ΝΥΧΤΕΣ ΑΘΕΑΤΕΣ


Κλείνουν το μάτι πονηρά νύχτες αθέατες
Από τις ληξιαρχιακές πράξεις της μέρας
-ποιος, πότε πού;…
Σκαλίζουν τους θησαυρούς
Δηλαδή τους άνθρακες της μνήμης
Μυθολογία, ανθολογίας συνέχεια

Χρήσιμα όλα και τα σκουπίδια
Ιδιαίτερα τα δεύτερα
Πρώτα τα αποφασίζεις 

Ύστερα τα υποτιμάς
Ωραία, άθλια, αδιόρθωτη φύση
Ως την τελική απόσταξη που θα συμβεί

Όταν δε θα συμβαίνουμε εμείς

S.

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2016

XNAΡΙ ΤΟΥ ΟΚΤΩΒΡΗ

Επιγραμματικό φθινόπωρο  
Σε σημειολογία ημερών
Ούτε ένα σύννεφο
Μια στάλα πτώσης
Από σταγόνα ή δάκρυ
Φύλλου, φίλου, φύλου
Τα τρία γένη ως έχουν
Καθένα στη ρότα
Ιλιγγιώδους στασιμότητας
Προεκτείνω τελείες και κόμματα
Τα θαυμαστικά δυσεύρετα
εκτός από κείνα που σηματοδοτούν
Απροσπέλαστα σκοτάδια
Αργοπορεί ο χειμώνας
Στη λάμψη των παγετώνων
Άλλο ένα χνάρι του Οκτώβρη


S.

Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2016

ΠΕΝΤΕ ΧΑΪΚΟΥ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ

Δέσμη φωτιάς                             
Στολίδι της νύχτας
Πλοίο που φεύγει

Ο βράχος κρατά
Πινέλο του ήλιου
Στο καλοκαίρι

Ραγίζει το φως
Το σούρουπο φτάνει
Ο φάρος ξυπνά

Σε άσπρα φτερά
Με φάλτσα κρωξίματα
Κρέμονται μέρες


Ανοίγει ο νους
Μαντίλι στη θάλασσα
Έρωτα μνήμη

S.



Τετάρτη 31 Αυγούστου 2016

ΦΤΑΙΕΙ Ο ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ

Τέλος εποχής. Με όλα τα ανολοκλήρωτα επί τάπητος, θαλασσινού και ευωδιαστού λόγω καλοκαιρίας. Να διεκδικούν μεγαλύτερο επίδομα ενδιαφέροντος απ’ την αφεντιά μας. Ν’ ασχοληθούμε κάποια δεδομένη στιγμή και ει δυνατόν επί του παρόντος, σοβαρά μαζί τους.
Αύγουστε τρελιάρη κι αλλοπρόσαλλε! Ό τι συνετά και φρόνιμα εφαρμόζουν οι άλλοι έντεκα εσύ πολλές φορές το πνίγεις στην ονειρική σου θάλασσα ή το καις στο αντίσκηνο του ήλιου.
Δεν προλαβαίνουμε να γνωρίσουμε τίποτα στον πυρετό τόσων μετακινήσεων.
Ξέρουμε ίσως λίγο απ’ όλα. Όλοι κάτι ξέρουμε ούτως ή άλλως. Αλλά σταματήσαμε εδώ και χρόνια να γνωρίζουμε. Πολύ περισσότερο να μαθαίνουμε. Επομένως η μόνη μας γνώση είναι ότι ξέρουμε πως δε γνωρίζουμε, ξέροντας διαρκώς όλο και περισσότερα. Πουθενά αδιάβαστοι αλλά εντελώς αγράμματοι σ’ ένα άλλο πιο ουσιαστικό σχολείο.
Με τις διακοπές να ενσαρκώνουν μια virtual reality του νου σε real reality, όχι γιατί το όνειρο μεταλλάσσεται ντε και καλά σε πραγματικότητα αλλά γιατί η ακόρεστη πείνα για όλο και περισσότερο οπτικοακουστικό καλοκαιρινό υλικό δεν αποτυπώνει παρά ελάχιστα στην ψυχή.
Να γιατί εντέλει οι περισσότεροι παραπονιόμαστε πως ούτε στις διακοπές ξεκουραζόμαστε.
Κι αφήνουμε μισά πολλά απ’ αυτά που υποσχεθήκαμε να κάνουμε περιμένοντας το ανελέητο χάδι του φωτός. Ένα σκόρπισμα που ψάχνει πάντα τρόπο να συμμαζευτεί απ’ τον αθώο-ένοχο εαυτό μας.
Ευλογία και κατάρα αυτός ο τόπος, γι’ αυτό φταίμε και δε φταίμε κι όλο κάτι μας φταίει μόλις ο Αύγουστος μας κουνήσει το μαντήλι.
Του χρόνου τέτοιες μέρες ο επόμενος απολογισμός…


S.

Δευτέρα 8 Αυγούστου 2016

ΑΠΩΛΕΙΑ /XΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ

Η λέξη αυτή φυσικά πονάει.                                 
Όπως όμως απέδειξε η πραγματικότητα
(ο μέγας ιεροεξεταστής),
ήμουν ο πιο ακατάλληλος άνθρωπος
στην πιο ακατάλληλη στιγμή.
Το παρελθόν σου δεν με περιείχε,
άρα δεν μπορούσε να σε περιέχει το μέλλον μου.
Υπήρξαν ασφαλώς ενδείξεις,
ενοχλητικές καθημερινές υπομνήσεις
(η "ξενότητά" μου όπως έλεγες,
ή η άρνησή μου να αποδεχθώ
την "ένδοξη, αντιστασιακή" σου αφήγηση),
όμως μέσα στον στρόβιλο του πάθους
επιλέξαμε να στρέψουμε αλλού το βλέμμα
- όχι σε όσα μας χώριζαν
(κι αναπόφευκτα θα μας αποξένωναν),
αλλά στα λίγα
(ένας στίχος του Πάουντ,
ένα ψηφιδωτό στη Ραβέννα,
μια ταινία του Αντονιόνι),
που μας έδιναν την ψευδαίσθηση
ότι μπορούμε να συνεχίζουμε
αμέριμνοι τη βαρκάδα μας
στην τεχνητή λιμνούλα
που με τόση φροντίδα - είναι η αλήθεια - φτιάξαμε.
Αλλά πόσες φορές μπορεί να περιστρέφεται κανείς
γύρω από το ίδιο σημείο
όντας επί της ουσίας ακίνητος;

Η λέξη αυτή φυσικά πονάει.
Όμως τι ακριβώς απωλέσαμε αγαπημένη μου;
Ο ένας τον άλλον
ή και οι δυο μας τη δυνατότητα
να δώσουμε στην ιστορία (μας) μια διαφορετική τροπή;
Ας σταματήσει ο θρήνος.
Δεν ωφελεί να πενθεί κανείς
έναν σκοπό που έχει σβήσει,
που είχε σβήσει πιο σωστά
ακόμη κι όταν συνεχίζαμε
(από κεκτημένη αδράνεια)
να τον σιγοτραγουδούμε.
Η μέρα σήμερα φέρνει ένα νέο μήνυμα.
Φωτεινό, γεμάτο καλοκαιρινά χρώματα.
Δέξου το ως δώρο -
ως το τελευταίο, δικό μου δώρο.


Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016

Τρίτη 19 Ιουλίου 2016

ΔΙΑΚΟΠΕΣ Η ΤΑΞΙΔΙΑ;

Διακοπές. Η ανακωχή λίγων ημερών. Μπορεί και περισσότερων. Εξαρτάται. Για τους περισσότερους ο καθημερινός εντεκάμηνος πόλεμος δεν έχει ανάπαυλα. Ούτε καν στη σφαίρα της φαντασίας. Η απόδραση θέλει το νου στραμμένο σε ένα ονειρώδες γαλαζοπράσινο σκηνικό ενώ ταυτόχρονα ταγμένο να υπηρετεί μια παράλογη και βάρβαρη πραγματικότητα. Η σύγκρουση αναπόφευκτη. Οι παράπλευρες απώλειες είναι η εξόντωση της ηρεμίας, της γαλήνης, της αισιόδοξης διάθεσης, ιδίως τότε, όταν όλα γύρω δείχνουν να βρίσκονται σε ενσυνείδητη και αποδεκτή προσαρμογή. 
Κατοικοεδρεύει μέσα μας ο φόβος. Στην αρχή μας χτύπησε διακριτικά την πόρτα. Κάναμε ότι δεν ακούσαμε. Κι όταν έγινε επίμονος και προσβλητικός του παραχωρήσαμε λίγο χώρο με την προοπτική να μας αποχαιρετήσει κάποτε. Ένα κάποτε που έγινε ποτέ. 
Ζούμε με τα θαυμαστικά της κάθε μέρας και κοιμόμαστε με τα ερωτηματικά της επόμενης.
Κι αυτό δε διακόπτεται ούτε στις διακοπές. Αν και αυτή η λέξη κουβαλάει μέσα της κάτι βαθιά και απροσδιόριστα παρακμιακό. Τι διακόπτουμε δηλαδή; Ίσως μόνο τη δουλειά μας. Γιατί δουλειά μας είναι όλα τ’ άλλα να δουλεύουνε. Με τα εργαλεία της ψυχής και του νου μας. Όσο κι αν προσπαθούν να μας τα αχρηστέψουν. Έστω κι έτσι τα ταξίδια, σ’ όποια μορφή κι αν γίνονται δεν τελειώνουν όσο δεν τελειώνουμε εμείς. Ταξιδεύοντας κι όχι διακόπτοντας θα αθωώσουμε τα καλοκαίρια μας απ’ την οχλαγωγία και την κραιπάλη. Για να επιστρέψουμε στον έντιμο φθινοπωρινό βίο μας.

Καλά ταξίδια…

S.


Δευτέρα 4 Ιουλίου 2016

ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΑΛΛΟΥ

Τερατώδη τζιτζίκια τραγουδούν                            
Τον κορμό της νύχτας ξεφλουδίζουν

Θορυβώδη όντα σε κοχύλια πολύχρωμα

Η τρομερή όψη του πραγματικού

Ενώ ζωντανά ακόμα μέσα μου

Τ’ αποτυπώματα της εγκατάλειψης

Το μαργαριτάρι που κάποτε είδα

Στο ανοιγόκλεισμα μελλοντικής ευωχίας



Κατάφερα κι έκοψα το παρελθόν μου

Με το αθώο ψαλίδι των ονείρων

Ύστερα μάζεψα τα κομμάτια ένα ένα

Ένωσα πάλι τη θάλασσα με τα πυροφάνια

Τ’ αμπέλια με τα ξερά χόρτα του καλοκαιριού

Τον έρωτα με τα λερωμένα νερά του δειλινού

Μέχρι την ανατολή τα χρώματα παίδεψα

Και παιδεύτηκα τόσο απ’ τη μέθη των ματιών


S.

Δευτέρα 6 Ιουνίου 2016

ΠΑΛΙΟ ΦΑΛΗΡΟ

Παλιό Φάληρο. Βράδυ Κυριακής. Διασχίζω κάθετα την Ποσειδώνος. Αρχικός προορισμός η παραλία του Μπάτη κι η γειτονική της Έδεμ. Θα κάνω την κλασική περατζάδα ως το Φλοίσβο. Ένα παζλ ανθρώπων όλων των ηλικιών, εθνοτήτων, χρωμάτων. Όλων των ειδών τα μηχανοκίνητα, στο πλακόστρωτο και τη λεωφόρο. Κίνηση και βοή αλλά δίπλα η θάλασσα ξεδιπλώνει τα κοκκινωπά της μαντίλια, τα μαβιά και τα σκουρόχρωμα, εκθέτει ακόμα τα λάφυρα στα εναπομείναντα οχυρά της ομορφιάς της.

Κι εσύ σα να βιάζεσαι να προλάβεις το αναπότρεπτο, έχουν πάρει φωτιά τα πόδια σου μέσα στα αθλητικά παπούτσια, πιο γρήγορα μου λες, όλο πιο γρήγορα, έχω ένταση, σ’ ακολουθώ καθώς περνάς σφαίρα τους μικροπωλητές, τη σκακιέρα 1 και 2 και 3, τους παππούδες με τα σορτσάκια, τις κυρίες με τον πασατέμπο, τα ερωτευμένα ζευγαράκια, τα παιδάκια που τρέχουν, τα γλυπτά και τ’ αγάλματα, την Ολυμπιακή Φλόγα του Γιώργου Γιάννακα, τους Γλάρους της Ρόζας Ηλιού, την Εικαστική παρέμβαση, το Ηρώον, το Χρυσαλλίς/ Κύπελλο του 2004 της Πολυξένης Κλαδά, το Πολύκυκλο του Ν. Γ. Παπουτσίδη, την προτομή του Μανώλη Ανδρόνικου, βιάζομαι κι εγώ μαζί σου, με κόλλησες την αρρώστια σου, δαιμονίζομαι, αλλά μια κεντρομόλος δύναμη με περιστρέφει στο ίδιο νιρβάνα, έχασα τη φυγόκεντρο, όλοι τη χάσαμε, όμως το χειρότερο:

Δεν αντέχουμε πλέον την ομορφιά, αφού πρώτα δεν αντέξαμε την αλήθεια, έτερον εκάτερον, το μέτρο της αίσθησης και της αισθητικής των πραγμάτων αποτυπώνει την πιο αποκρουστική όψη της ζωής. Αυτή ζούμε.

Κι η τέχνη αφορά την πίστη σε μια χαμένη υπόθεση.


Στην Μ.

S.

Κυριακή 22 Μαΐου 2016

ΣΩΠΑ, ΔΑΣΚΑΛΕ, Ν' ΑΚΟΥΣΟΥΜΕ ΤΟ ΠΟΥΛΙ

Του Αντρέα Ζαμπούκα

Τα σχολεία, τα υπουργεία, οι επιτροπές, οι καθηγητές, οι γονείς, οι μαθητές. Ολοι αυτοί «δίνουν» Πανελλήνιες κάθε χρόνο βουτηγμένοι σε διαστήματα ανώφελης διέγερσης και χαμένου χρόνου. Ξοδεύεται κόπος, χρήμα, αξίες και συναισθήματα, ανοίγοντας ακόμα περισσότερο την τρύπα της αλλοτρίωσης για την κοινωνία.
Εν τω μεταξύ, όπως και να δεις το αποτέλεσμα, είναι κωμικό. Και στην τεχνική αποτίμηση και στην ηθική, παράγεται ένα πλεόνασμα χαμένης ενέργειας την οποία η πραγματικότητα φοβάται να την σταματήσει. Αν μαζέψεις όλη αυτή την προσπάθεια και το χρήμα που δαπανήθηκε για τις δύο εβδομάδες των εξετάσεων, μπορείς να φτιάξεις την καλύτερη Παιδεία στον κόσμο!
Ο πιο τραγικός όμως, από όλους αυτούς δεν είναι ο μαθητής. Είναι ο δάσκαλος! Αυτή η αναξιοπαθούσα κουρασμένη φιγούρα που επωμίζεται όλες τις παράπλευρες απώλειες του συστήματος. Το μεγάλο διαχρονικό θύμα της παρακμής μιας εθνικής παιδείας που ευτελίζει θεσμούς και ανθρώπους. Αυτός που αναγκάζεται να κάνει συνεχώς εξετάσεις, να «φουσκώνει» βαθμούς στην Γ’ Λυκείου, να «μαγειρεύει» απουσίες μη μείνει ο μαθητής στην ίδια τάξη, να κάνει εξετάσεις, να διορθώνει και στο τέλος να υφίσταται τις ύβρεις του «προλετάριου» από όλους.
Το ζήτημα είναι πως έξω έχει καλοκαίρι, πως τα δέντρα, οι θάλασσες, τα ίδια τα μυαλά των παιδιών τρέχουν ασυγκράτητα σε εικόνες και ήχους. Την ίδια στιγμή, ένα ολόκληρο σύστημα δίνει αγώνα να τις φυλακίσει σε ένα μηχανισμό απάτης και ανασφάλειας. Κι εκεί μέσα, καθηγητής και μαθητής αγριοκοιτάζονται θυμωμένοι από την αγγαρεία, την υποκρισία και την έλλειψη εμπιστοσύνης.

Ο κόσμος άλλαξε αλλά το σχολείο δεν θέλει να αλλάξει ούτε τον δάσκαλο ούτε τον μαθητή. Δεν έχει νόημα να προτείνεις τι πρέπει να γίνει και ποια είναι τα βήματα «εκσυγχρονισμού» του σχολείου. Να βρεις τρόπο να απελευθερώσεις το σύστημα πρέπει, χωρίς καταναγκασμούς. Να πεις την αλήθεια σε όλους όσοι δεν είναι για Πανελλήνιες, να συνδέσεις τα σχολεία με τη φύση, να απελευθερώσεις τους δασκάλους από τη μιζέρια και την αναξιοπιστία της αυθεντίας. Να τους αφήσεις να βρουν την άκρη μόνοι τους, με ιδέες και συνεργασίες.
Ο δάσκαλος δεν είναι πια ούτε αυθεντία ούτε μοναδική πηγή γνώσης ούτε «ιεροεξεταστής». Αν ο μαθητής ανοίξει το κινητό του, θα βρει εκεί μέσα όλο τον κόσμο: γνώσεις, πληροφορίες, σχέδια, εικόνες, πανεπιστήμια, τα πάντα που δεν μπορούν με τίποτα να χωρέσουν ούτε στις σελίδες του σχολικού βιβλίου ούτε στην «τραγική» φωνή της «έδρας».

Μην τον βασανίζεις άλλο τον δάσκαλο! Αστον ελεύθερο να μιλήσει με τον μαθητή. Αυτόν τον μαθητή που ο καταναλωτισμός και η καχυποψία τον κάνει θηρίο. Αστον να κάνει αυτό που δεν θα μπορέσει ποτέ κανένα κινητό και καμία ταμπλέτα να υποκαταστήσει. Δώσε του περιθώρια να συνεργαστεί, παίρνοντας στα σοβαρά την άγρια φύση του παιδιού και το μπερδεμένο εφηβικό του μυαλό. Ετσι θα τον αναγκάσεις να ξεφύγει από την κακομοιριά του δημοσίου υπαλλήλου. Να παρακολουθήσει την επικαιρότητα, να διαβάσει κανένα εξωσχολικό βιβλίο, να μάθει πώς δουλεύει το Ιντερνετ, να παίξει με τα προγράμματα και τις γνώσεις, να αξιολογήσει το ρόλο του περιβάλλοντος και της φυσικής πραγματικότητας που ζούμε. Να ρίξει ματιές έξω από το παράθυρο. Να πάρει από το χέρι το μαθητή και να του δείξει τον κόσμο. Να προσαρμόσει τον «φυσικό άνθρωπο» του Ανθρωπισμού στις σύγχρονες απαιτήσεις!

Τα σχολεία θέλουν «managers- teachers» στις διευθύνσεις, στις τάξεις, στα μυαλά και στις ψυχές των μαθητών. Η βαρεμάρα έχει σαπίσει τις συνειδήσεις όλων και η υποκρισία τους αλλοτρίωσε.
Η νοσηρότητα βρίσκεται παντού αλλά οι Πανελλήνιες είναι το αποκορύφωμα. Εκεί φαίνεται η κορύφωση της υστερίας. Πολλοί τρελαίνονται με την διαδικασία και ελάχιστοι, στο τέλος, είναι οι κερδισμένοι. Το 80% των «χαμένων» (άλλα θέλουν άλλα σπουδάζουν) μόνο κακές αναμνήσεις έχουν από ένα σχολείο που τους πρόδωσε, χωρίς αιτία.

Από τις αρχές του 20ου αιώνα που ο Καζαντζάκης έγραφε για τον Περίανδρο Κρασάκη, η ζωή και η φύση έξω από το σχολείο έγιναν ακόμα πιο ενδιαφέρουσες. Ε, δεν είναι κάπως γελοία η εικόνα του γραφικού δασκάλου που μιλάει και διορθώνει μόνος του, χωρίς να τον ακούει κανείς; Αλλο πράγμα θέλει ο νέος σήμερα, άλλο κι ο δάσκαλος. Μόνο οι εξουσίες θέλουν πάντα το ίδιο…
«Μια μέρα, ήταν άνοιξη, χαρά Θεού, τα παράθυρα ήταν ανοιχτά […]ένα πουλί είχε καθίσει στο πλατάνι της αυλής του σκολειού[…]. Τότε πια ένας μαθητής, χλωμός, κοκκινομάλλης, που ’χε έρθει εφέτο από το χωριό, Νικολιό τον έλεγαν, δε βάσταξε, σήκωσε το δάχτυλο: Σώπα, δάσκαλε, φώναξε. Σώπα, δάσκαλε, ν’ ακούσουμε το πουλί!»
(Ν.Καζαντζάκης, «Αναφορά στον Γκρέκο»)

ΥΓ.
Σε κάθε περίπτωση, καλή επιτυχία σε όσους μπαίνουν στη δοκιμασία των εξετάσεων. Κι ο 
αγώνας, πάντα, δίνει αξία στον άνθρωπο. Μάταιος δεν είναι.

Σάββατο 21 Μαΐου 2016

ΗΡΩΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ

Αρέσκονται στο μύθο. Εκεί που η νομοτέλεια των πραγμάτων υποκύπτει στο φάσμα των εντυπώσεων. Eπιστρατεύουν την προσεγμένη τους εμφάνιση και ενίοτε την κοινωνική τους καταξίωση και συλλέγουν τρόπαια με τον ίδιο τρόπο που συλλέγει κανείς γυναίκες ή άντρες προς εσωτερική κατανάλωση. Έτσι κι αλλιώς όλοι αναλώσιμοι είμαστε. Η διαφορά έγκειται στην ποιότητα, κάτι που δεν υφίσταται ντε και καλά σε τιμές, διακρίσεις, εύσημα ή παράσημα.
Για κάποιο λόγο –προφανή φαντάζομαι- γκαζώνουν το όχημά τους και πέφτουν με μετωπική πάνω σου. Αν έχεις γρήγορα αντανακλαστικά και καθαρό νου προλαβαίνεις να τους αποφύγεις.
Σ’ άλλη περίπτωση, τους δίνεις λίγη  πίστωση χρόνου. Το κάνεις  όμως και για τον εαυτό σου. Γιατί δε θέλεις να βλάψεις αδίκως κανέναν. Μέχρι ν’ ανακαλύψεις ότι το κενό δε χρειάζεται ούτε πίστωση ούτε χρόνο.
Παραμένει κενό ες αεί..
Κατά φαντασίαν ήρωες προσωπικής μυθολογίας. Διαβασμένοι κι ετοιμόλογοι, ολίγον ποιητές, μ’ ένα ανεξιχνίαστο, μελαγχολικό βλέμμα και αρχικά τουλάχιστον ευγενείς, τόσο όσο…
Απωθούν μετά βδελυγμίας την αλήθεια ότι το προϊόν που πουλάνε ως χειροποίητο και μοναδικό, το κυκλοφορούν μεταλλαγμένο κι αλλού. Αποκλειστικά για σας, γοητευτικοί κύριοι και κυρίες μου…
Προτίθενται γενικά να σ’ ακούσουν και να σε συμβουλέψουν. Σου αφιερώνουν κάποια στιγμή το χρόνο τους ανάμεσα σε τηλέφωνα που χτυπούν ή που παίρνουν οι ίδιοι ενώ τον υπόλοιπο (χρόνο) σου εξιστορούν τα κατορθώματά τους.
Αυτοθαυμάζονται στον καθρέφτη της μάγισσας και τερατουργούν.
Απαξιώνουν την αυθεντική τους φύση ( αν υπήρξε ποτέ) και αλλάζουν τις μάσκες τους σαν πουκάμισα. Πλην αδειανά. Συναισθηματικά και ψυχικά αλώβητοι. Με άριστα δέκα στην τέχνη του ελιγμού και της παραλλαγής.
Μακριά απ’ το αμακιγιάριστο πρόσωπο της πραγματικότητας. Η πραγματικότητα αφορά τους άλλους. Άστην λοιπόν να κουρεύεται. Άλλωστε θέλει δουλειά.
Αλλά οι ήρωες δε δουλεύουν. Μας δουλεύουν και μας περιεργάζονται μόνο…

S. 

Τετάρτη 18 Μαΐου 2016

ΟΙ ΣΚΙΕΣ ΔΕ ΜΕΝΟΥΝ ΠΙΑ ΕΔΩ

Μια μέρα επέστρεψε
Η πιο ύπουλη σκιά
Με βρήκε αμήχανη
Της άνοιξα την πόρτα
Με το αθώο χέρι της λύπης
Περιπλανήθηκε στις εποχές μου
Ερωτεύτηκε το χειμώνα
Ευτυχώς κεραυνοβόλα
Γιατί έτσι αναίτια
Αποφάσισε να ζήσει μαζί του
Ετοίμασα τη βαλίτσα μου
Τη χαιρέτησα κι έφυγα
Με την άνοιξη
Παραμάσχαλα
Χαρούμενη πια
Είχα τελειώσει
Οριστικά μαζί της
Απόμεινε παγωμένη
Στη ντουλάπα
Με το σκελετό
Και τα φαντάσματα
Επιτέλους
Απελευθερώθηκα
Τώρα περπατώ και σφυρίζω
Περπατώ.
Και σφυρίζω.

S.

Τετάρτη 11 Μαΐου 2016

ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΠΟΝΖΑΪ

OΛΑ ΚΟΚΚΙΝΑ

Ξέπλυνε τα μαλλιά της. Κόκκινα βύσσινα διαλύονταν στο άσπρο της μπανιέρας.
Η βαφή είχε συνωμοτήσει εναντίον της. "Ας πρόσεχες", είπε στον εαυτό της, "να διάβαζες σωστά το νούμερο στο κουτί".
Τα στέγνωσε εκνευρισμένη, τα χτένισε με μένος ξεριζώνοντας κάνα δυο τούφες και φόρεσε το κόκκινο φόρεμά της. Πέρασε κόκκινο της φωτιάς τα χείλη της κι έβγαλε τη γλώσσα της στον καθρέφτη.
Βγήκε βιαστικά απ’ το σπίτι, μαγκώνοντας την τσάντα της στην πόρτα. Κατεβαίνοντας τη σκάλα σκόνταψε στο πρώτο σκαλί, παραλίγο να σωριαστεί σαν άδειο σακί και να βρεθεί μαλλιοκούβαρα στο τελευταίο. Κοκκίνισε απ’ την ταραχή της αλλά κατάφερε στο τέλος με χίλια ζόρια να ισορροπήσει.
Θυμήθηκε τη μάνα της με μια κόκκινη ποδιά να της κουνάει το δάχτυλο. "Αφηρημένη περισπωμένη", τη μάλωνε και τη σταύρωνε τρις.
Ένας σκυθρωπός ήλιος στράγγιζε το φως του στα πένθιμα κτίρια της πόλης. Η λεωφόρος στέναζε από το μεταλλικό ήχο της βοής των αυτοκινήτων. Με αποχρωματισμένη διάθεση και αδιαφορώντας για το κόκκινο ανθρωπάκι στο φανάρι, διέσχισε το δρόμο...

S.

Παρασκευή 6 Μαΐου 2016

ΠΡΩΙΝΟ ΟΝΕΙΡΟ

Μια άλλη μέσα στο πρωινό όνειρο
Με το ασυγχώρητο του χρόνου
Κάτω απ’ το βλέφαρο του ήλιου
Περιμένει η μέρα στην πόρτα
Κι εκείνη πίνει βιταμινούχο ύπνο
Πεζή καβαλάει το σύννεφο
Με τη ρομφαία των παθών
Ανοίγει δρόμο στους απόντες
Φεύγουν αυτοί που δεν ήρθαν ποτέ
Οι άλλοι μυρίζουν γιασεμί
Επιλέγει τους κήπους το σώμα
Όταν τ’ αγκάθια πολλαπλασιάζονται
Η μέρα ανυπομονεί στο κατώφλι
Ξεπεζεύει κι ετοιμάζεται
Χτενίζει το πένθος στα μαλλιά της
Θα το τινάξει έξω απ’ την πόρτα της

Ξύπνησε με την ψυχή της ολόκληρη

S.

Δευτέρα 25 Απριλίου 2016

ΣΚΟΡΠΙΕΣ ΠΛΗΓΕΣ

I

Έχτισα λοιπόν το θυμό μου
Στο ψηλότερο δώμα της λύπης
Να πεθάνει από πείνα και δίψα
Προεόρτια της ψυχής μου


II

Κάτω απ’ το ποδοβολητό σου
Σκόνη η αγάπη μου
Ποιος φτάνει και πού
Θαυμάζοντας το βηματισμό του;


III

Με πυρετό οι λέξεις σου
Λιώνουν και ξεχύνονται
Στη γέφυρα ομορφιάς του λόγου
Επιδιώκεις τιμές και διακρίσεις


ΙV

Χωρίς ανεμόσκαλα τα δάκρυα
Γλιστρούν και πέφτουν
Ποτίζουν τ' αθέατα
Σπορά πολύτιμη


V

Παράστημα χωρίς ανάστημα
Ζωή με δήθεν και τάχα
Mα ο θάνατος κόβει την έπαρση
Όπως το ξύπνημα απ’ όνειρο


S.


Σάββατο 9 Απριλίου 2016

MH ΠΑΡΕΚΕΙ

Είναι πασιφανές πλέον ότι έχουμε φτάσει πολύ μακρύτερα από το μη παρέκει.
Το μη παρέκει των αντοχών, των ανοχών μας, της υπομονής και της εγκαρτέρησης, να παλεύουμε κάθε μέρα με τον παραλογισμό της ζοφερής πραγματικότητας που ζούμε, με συνεχόμενες διαψεύσεις, βέβαιοι πια ότι ένα σχέδιο ολοκληρωτικής εξόντωσης μας επιβάλλεται, από ποιους και γιατί δεν ξέρω πόση σημασία έχει πια, παντός τύπου ερμηνείες και αναλύσεις υπάρχουν διάσπαρτες, εκείνο που αντιλαμβάνομαι είναι ότι στο κέντρο του στόχου διαφαίνεται ο άνθρωπος με ό, τι συμπεριλαμβάνει αυτή η λέξη:
Επιβίωση, αξιοπρέπεια, κουλτούρα, επιτεύγματα πολιτισμού, εξέλιξη, συνέχεια.

Αξιοπερίεργο το πώς εξακολουθούμε να ζούμε -πιο σωστά να υπάρχουμε- κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο μισός πλανήτης αποδεκατίζεται σε θρησκευτικούς πολέμους -ποιος θα το πίστευε ότι η βιαιότητα, η ωμότητα και η φρίκη που κάποτε είχαν καταγραφεί σε ιστορικές πηγές και ντοκουμέντα εποχής θα επέστρεφαν με σάρκα και οστά, με την ηθική αυτουργία και ευλογία της Ευρώπης του δια-σκοταδισμού- κι ο υπόλοιπος ανήμπορος παρακολουθεί, νιώθοντας ταυτόχρονα τυχερός και άτυχος αφού βαθιά μέσα του γνωρίζει ότι καμιά βεβαιότητα και για τίποτα δεν υφίσταται πια.
Το θολό όνειρο της μακραίωνης ειρήνης και της ευημερίας μετατρέπεται διαρκώς σε εφιάλτη, είμαστε δημιουργοί και αποκυήματά του ενώ έξω η άνοιξη στήνει χορό μ’ έναν σαστισμένο Απρίλη, γεμάτο μυρωδιές, πάθη και υποψία ανάστασης (με μικρό α)...

S.

Τρίτη 8 Μαρτίου 2016

Παντελής Μπουκάλας/Στην ξενιτιά της γλώσσας

Τυχαία ώρα. Τυχαία πλατεία. Τυχαία Ελλάδα.                  
Πάντως Κυριακή, τότε που δέεσαι το χρόνο να ειρηνέψει.
Στα παγκάκια, μισοί να κάθονται, μισοί ανεβασμένοι. Αλβανοί.
Τώρα μιλάνε δυνατά και ξαναβρίσκουν
όσα έκρυψε φοβισμένος ο καιρός της σιωπής.
Ξενιτεμένοι μες στη γλώσσα τους.
Οι εδραίοι δεν της αποδίδουν σημασία, Καν δεν τη διακρίνουν
Γι αυτό κι ελευθερώνει ερμητικό τον ήχο της.
Στο θάλαμο τηλεφωνούν.
Φιλιππινέζοι. Μάλλον.
Διπλά ξενιτεμένοι αυτοί της γλώσσας και του δέρματος δεσμεύουν τη φωνή τους αθόρυβοι διασχίζουν το ακίνητο βλέμμα μας.
Συλλέκτης μάταιος επεισοδίων
παίρνεις να γράφεις σιωπηρά,
δίχως χαρτί ή μολύβι,
λες ξαναλές τις φράσεις μη χαθούν,
έχει ραγίσει ο ρυθμός, κομπιάζει η μνήμη.
Εκείνο το βαρύ τ’ αγενεολόγητο:
«Πατρίδα του ποιητή η γλώσσα του» σου τρώει το νου τον φαρμακώνει.
Μα ποια πατρίδα.
Λέξεις και λέξεις και πάλι λέξεις.
Ιθαγενής του κενού, μετράς,
διπλή- τριπλή η ξενιτιά της γλώσσας όταν γράφεται.
Να μένεις έξω μακριά απ’ ό,τι πόθησες
ό,τι σχεδίασες πριν το αναθέσεις στα ρημάτια.
Να μένεις έξω μακριά απ’ όσους δεν νοούν τη γλώσσα σου
σε άλλον ήλιο γεννημένοι.
Έξω μακριά κι απ’ τους ομόγλωσσους
που διασχίζουν την παλιλλαλία σου αδιάφοροι.
Μια ξενιτιά η πατρίδα σου.
Σαν έρωτα που τον ζητάς μόνον για να τον χάσεις.

(Από τη συλλογή «Ρήματα», εκδ. Άγρα, 2009)

ΠΗΓΗ:http://www.andro.gr/

Σάββατο 5 Μαρτίου 2016

Η ΠΟΜΠΗ

Φριχτά σκοτάδια σέρνονται            
Ατυχώς μεταμφιεσμένα σε φως
Αναγγελίες έκτακτων μέτρων
Στη σιωπηλή κραυγή του πλήθους
Κανείς δεν είναι σίγουρος
Εκτός απ’ την οδύνη
Για το προσεχές της ζωής
Όταν ο θάνατος κάνει sold out
Ξεθεμελιώνεται ο κόσμος
Καθώς ανοίγουν οι σπηλιές
Μια ιστορία φάντασμα
Μας επιστρέφει τα αποτρόπαια
Κι η εικασία  της σοφίας
Αυτοδιαψεύδεται πανηγυρικά
Ποιος ξέρει αν είμαστε
Θεατές ή μέρος της παράστασης
Υπνωτισμένοι κι άπραγοι
Απλά ακολουθούμε την πομπή
Ενώ οι βεβαιότητες, μια μια
Στο στόχαστρο της επιβολής
Πέφτουν υπέρ πίστεως

S

Πέμπτη 3 Μαρτίου 2016

Μέριλ Στριπ "Δεν έχω υπομονή για κάποια πράγματα..." - παλιό αλλά ισχύει ακόμα...

«Δεν έχω υπομονή για κάποια πράγματα, όχι επειδή έχω γίνει υπεροπτική, αλλά επειδή έχω φτάσει σε ένα σημείο της ζωής μου όπου δεν μπορώ να χάνω χρόνο με ότι με δυσαρεστεί, ή με πληγώνει. Δεν έχω υπομονή για τον κυνισμό, για την υπερβολική κριτική και τις απαιτήσεις οποιασδήποτε φύσης.

Δεν έχω πια τη διάθεση να αρέσω σε όσους δεν αρέσω, να αγαπάω αυτούς που δεν με αγαπάνε και να χαμογελάω σε αυτούς που δεν μου χαμογελάνε. Δεν χαρίζω ούτε λεπτό σε αυτούς που λένε ψέματα, ή θέλουν να με χειραγωγήσουν.

Αποφάσισα να μην συνυπάρχω πια με την προσποίηση, την υποκρισία, την ανεντιμότητα και τον φτηνό έπαινο. Δεν μπορώ να ανεχθώ ούτε την επιλεκτική γνώση, ούτε την ακαδημαϊκή αλαζονεία. Δεν με ενδιαφέρει ούτε το κουτσομπολιό.

Αντιπαθώ τις αντιπαραθέσεις και τις συγκρίσεις. Πιστεύω στον κόσμο των αντιθέτων και γι’ αυτό αποφεύγω ανθρώπους με δύσκαμπτες και άτεγκτες προσωπικότητες. Στη φιλία απεχθάνομαι την έλλειψη αφοσίωσης και την προδοσία. Δεν τα πάω καλά με όσους δεν ξέρουν να πουν μια καλή κουβέντα, ή μια λέξη ενθάρρυνσης. Βαριέμαι τις υπερβολές και δεν μπορώ να αποδεχθώ αυτούς που δεν αγαπάνε τα ζώα.

Και πάνω από όλα δεν έχω υπομονή για όποιον δεν αξίζει την υπομονή μου».

Μέριλ Στριπ


Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

O ΠΑΛΙΑΤΖΗΣ

Φτάνει απρόσμενα
Η στιγμή της επιλογής
Επιτακτικά ή αργά έστω
Τι πετάς και τι κρατάς
Παλιές μάχες
Παλιά όνειρα
Παλιά πάθη
Παλιές θλίψεις
Παλιές ελπίδες
Μια νέα μέρα
Κατάματα
Σε κοιτάει
Καθώς στο δρόμο
Περνάει πάλι
Ο παλιατζής
Κουρδίζοντας
Με τη φωνή του
Το φόβο
Της απόφασής σου

S.



Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2016

ΔΕΙΚΤΕΣ

Οι ανελέητοι δήμιοι του χρόνου
Αποκεφαλίζουν την ουσία
Αφανίζουν τις λεπτομέρειες
Κατακερματίζουν τη ζωή
Η πραγματική ιστορία του κόσμου
Θα υπάρξει κάποτε σε παραπομπές
Όπως το δυσεύρετο χρυσάφι
Στις αχανείς εκτάσεις από χώμα
Θηρευτές, όχι χρυσοθήρες πια
Έρμαια στους ανελέητους δείκτες
Τροχίζει η κάθε μέρα την επόμενη
Επί δικαίων και αδίκων πέφτει
Ο πέλεκυς της τελεσίδικης απόφασης

S.

Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2016

Τίτος Πατρίκιος «Μεγάλο Γράμμα»,VΙ, 17 (1952) /Απόσπασμα


Μπορείς να γνωρίσεις ένα πρόσωπο
Όταν τα χείλια σου ανακαλύπτουν
Τις αλλεπάλληλες επιφάνειες που σωρεύουν οι καιροί.
Μα έπειτα δε σου φτάνει.
Έπειτα θέλεις να βρεις όλες τις μικρές φλέβες
καθώς απλώνονται κάτω απ’ το δέρμα
να βρεις όλα τα τραγούδια που δεν ειπώθηκαν
όλες τις μνήμες που ταξίδεψαν
στα λεπτά μονόξυλα
των στιγμών.

Το γέλιο σου άξαφνα ν’ αρπάζει από το μπράτσο
ένα άλλο γέλιο
και να γυρνάν στους δρόμους ξεκουφαίνοντας τη γειτονιά
σα μαθητές που σπαν τα καλαμάρια τους στην πόρτα του
σχολείου...

Ένα κεφάλι ν’ ακουμπάει στον ώμο σου
και ο ήλιος να καπνίζει το τελευταίο τσιγάρο και να φεύγει
αφήνοντας τη μέρα μες τα χέρια μας
άδειο πακέτο πυκνογραμμένο πολύτιμες σημειώσεις

Μα έπειτα
κι αυτό δε φτάνει.
Θες πιο πολλά.
Κ’ ετούτο το παρόν που καίει και καίγεται
Ετούτος ο πελώριος λιοψημένος ξυλοκόπος
ακολουθεί παντού με το βαρύ του βήμα
κ’ εύκολα δε χορταίνει δε γελιέται
όλο ακονίζοντας το τσεκούρι του στα κόκκαλα
όλο γυρεύοντας.
Και ξέρεις πως η δίψα του
είναι η δική σου δίψα.

Θέλουμε πιο πολλά
τα θέλαμε όλα.
Δε γινόταν αλλιώς.
‘Ο,τι μας έφτανε χτες
για σήμερα ήταν λίγο.
‘Ο,τι μας γέμιζε χτες
Ήθελε κι άλλο σήμερα να μη χαθεί.

Ναι, μα ένας άνθρωπος
δεν είναι πορτοκάλι να τον ξεφλουδίζεις
δεν είναι πράγμα
να τον κόβεις στα δύο και στα τέσσερα.
Είχες μια τρυφερή καρδιά κοριτσάκι.
Πίστεψε αν αδέξια την έσφιγγα
δεν το’ κανα για να πονάς.
Ήθελα να σ’ αγαπώ
μα ήταν πολλά τα όσα ξέραμε
ήταν πολλά τα όσα δεν είχαμε μάθει ακόμα.

Κι αν ήμουν άντρας
κ’ έπρεπε να’ μαι δυνατός
(έπρεπε...)
να το ξέρεις:
Όπου μ’ άγγιζες πονούσα.
Όπου δε μ’ άγγιζες
πονούσα.


Και μέσα μου φουσκώναν ολόκλειστα
τα δικά μου ποτάμια
που θα μπορούσαν να ποτίσουν
όλα τα λησμονημένα περιβόλια.

ΛΥΣΙΜΕΛΗΣ ΠΟΘΟΣ/ ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ

Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2016

ΨΑΡΙΑ ΑΣΥΛΛΗΠΤΑ

Άυπνα χέρια κρέμονται
Στην κουπαστή της νύχτας
Κι η μνήμη πυροφάνι
Για ψάρια ασύλληπτα
Καθώς τρυπούν τα δίχτυα
Αφανισμένου χρόνου
Όλα γλιστρούν στο μαύρο νερό
Παραπλανητικές λάμψεις
Πριν μαρτυρήσει το φως
Ένα μουδιασμένο φτερό
Στην πλάτη του βράχου
Ακαριαία για ν' ανοίξει
Τον κρυμμένο ορίζοντα
Μπροστά σου


S

Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2016

ΖΗΣΑΜΕ, ΕΝΝΟΟΥΝ ΓΛΕΝΤΗΣΑΜΕ/ ΣΤΑΘΗΣ ΤΣΑΓΚΑΡΟΥΣΙΑΝΟΣ

ΚΛΑΟΥΣ ΝΟΜΙ
Ένα στάδιο πριν τη σιωπή είναι το επίγραμμα.
Το έκανε ο Αναγνωστάκης στο Υ.Γ.
Δριμύτατος, χωρίς ψευδαισθήσεις, ασήκωτος σα πέτρα, σα να μην έχει αντοχή (ή νόημα) να πει πάνω από δυο λέξεις.
Βέβαια, με αυτές τις πέτρες χτίζεις άνετα το σπίτι σου.
Και κλείνεσαι μέσα. Η απόφαση να πάνε όλοι να γαμηθούν.
Τον σκέφτομαι όταν επιβεβαιώνω (συχνά) ότι η φύση του ανθρώπου είναι από σκατά.
Με θεϊκή άχνη.
Όπως οι κουραμπιέδες.


Η φοβερή εξυπνάδα του, χωρίς ίχνος ευαισθησίας.

Τα φτωχόπαιδα που έγιναν αφεντικά.

Την αγάπησε γιατί έπρεπε κάποτε να αγαπήσει.

Όλοι κομπλεξικοί με το ήθος.

Ερημιά γύρω του σιγά σιγά.

Δεν πίστευες πως θα ξεχάσεις, κι όμως ξέχασες.

Δεν έφταιγε ο ίδιος.

Τόσος ήτανε.

Να βλέπεις τα ίδια πράγματα να γίνονται και να ξαναγίνονται.

Κάπου ανάμεσα στο αξιοπρεπές μελό και το φτηνό πάθος.

Δυό κατηγορίες πάντα: οι δρώντες και οι θεατές.

Άνθρωποι χωρίς λεβεντιά.

Ζήσαμε, εννοούν γλεντήσαμε. 


Το δήθεν χαμένο παρελθόν.

Έλα εδώ —δε θα μας βρούν

Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2016

ΧΡΥΣΟΨΑΡΟ



Eίπε φεύγοντας                                       

Πάω γι’ άλλα

Στη γυάλα της μόνο ένιωθε ασφαλής

Απόφαση οριστική και τελεσίδικη

Η μοναξιά της χρυσόψαρο


Έλαμψε αυτόφωτη

S.

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2016

O άγνωστος

Στα σκοτεινά έγκατά μας                            κατοικεί κάποιος που το κλειδί κρατάει 
της ύπαρξής μας, χαμένος πάντα,
μοναχός κι ανεξιχνίαστος,
με μνήμη πιο παλιά απ' τον κόσμο, φορτωμένος
με τις πληγές μας όλες 
και τις τύψεις μας.
Θλιμμένος περιπαιχτικός ή και χαρούμενος,
αόρατος μας κυβερνά·
δέχεται απ' έξω τον αντίχτυπο
και δίνει την απάντηση.
Τα παρελθόντα μάς θυμίζει
και τα μέλλοντα μας προμυνά.
Κάποτε, ωστόσο, μας αφήνει ανυποψίαστους.
Κι εκεί που ανίδεοι σχεδιάζουμε νέες εξορμήσεις,
εκείνος γέρνει πια κατάκοπος, έχει νυστάξει
κι είν' έτοιμος ν' αποδημήσει, αδιαφορώντας
για τα δικά μας τα εφήμερα επίγεια σχέδια.

Κώστας Στεργιόπουλος
(1926 - 2016)

Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2016

ONEIΡΑ ΚΙ ΟΝΕΙΡΑ


Όνειρα κι όνειρα ήρθανε                

Στα γενέθλια των γιασεμιών

Νύχτες και νύχτες στις λευκές

Αϋπνίες των κύκνων



Η δροσιά γεννιέται μες στα φύλλα

Όπως μες στον απέραντο ουρανό

Το ξάστερο συναίσθημα



Οδυσσέας Ελύτης/ Προσανατολισμοί, Ίκαρος)


(Για την κόρη μου που είχε χτες τα γενέθλιά της )
S.

Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2016

ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΑΠΟ ΚΑΛΗ

Ακόμα ο απόηχος της λάμψης των γιορτών. Με αποτυπωμένη φανερά πια την κούραση στα πρόσωπα για το μετά του χρόνου. Στο τελευταίο ψηφίο του τετραψήφιου αριθμού του, η ίδια ελπίδα, σε εμβρυακή μορφή. Αυτή που πεθαίνει πάντα τελευταία. Το ξέρουν οι απανταχού δικοί μας, όσοι ήρθαν να δηλώσουν για λίγο την παρουσία τους πριν επιστρέψουν στον τόπο διαμονής τους. Με εντιμότητα και παρρησία.
Το ξέρουν κι οι άλλοι, οι σχεδόν φίλοι ή έρωτες, που φώτισαν με την απουσία τους ένα άλλο τέλος. Αυτό των ψευδαισθήσεων, όταν κάποτε οι αισθήσεις παίρνουν έστω και καθυστερημένα την εκδίκησή τους για την απάτη που υποχρεώθηκαν να υποστούν. Από εθελοτυφλία ή βλακώδη αδυναμία.
Στο παρακάτω ενεδρεύει η αλήθεια. Όποιος αντέχει ανοίγει τα μάτια και βουτάει στο κρύο αλλά καθαρό νερό της. Με το φωτοστέφανο των παθών στο κεφάλι. Προς την ακτή άλλων ονείρων. Και με άφεση…
Καλύτερη από καλή, αυτή η χρονιά…


S.