Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014

[Πως να απαγγέλεις ποίηση] του Λέοναρντ Κοέν

Πάρε τη λέξη πεταλούδα. Για να πεις αυτή τη λέξη δεν χρειάζεται να κάνεις τη φωνή σου πιο ελαφριά από ένα γραμμάριο, ούτε χρειάζεται να την εφοδιάσεις με μικρά σκονισμένα φτερά. Δεν χρειάζεται να φανταστείς μιαν ηλιόλουστη ημέρα ή ένα χωράφι με ασφοδέλους. Δεν είναι απαραίτητο να είσαι ερωτευμένη, ή να έχεις ερωτευτεί τις πεταλούδες. Η λέξη πεταλούδα δεν είναι η πραγματική πεταλούδα. Υπάρχει η λέξη μα υπάρχει και η πεταλούδα. Αν μπερδέψεις αυτά τα δυο, οι άνθρωποι θα έχουν κάθε δικαίωμα να σε κοροϊδεύουν. Μην το παρακάνεις με τη λέξη.
Μήπως προσπαθείς να υπονοήσεις ότι αγαπάς τις πεταλούδες τελειότερα από οποιονδήποτε άλλον, ή ότι πραγματικά αντιλαμβάνεσαι τη φύση τους; Η λέξη πεταλούδα είναι απλά ένα δεδομένο. Δεν είναι μια ευκαιρία για να πλανιέσαι στον αέρα, να πετάξεις ψηλά, να πιάσεις φιλία με τα λουλούδια, να συμβολίσεις την ομορφιά και το εύθραυστο, ή να υποδυθείς την πεταλούδα με οποιονδήποτε άλλον τρόπο. 
Μην υποδύεσαι τις λέξεις. Ποτέ μην προσπαθήσεις να υψωθείς από το πάτωμα, όταν μιλάς για πέταγμα. Ποτέ μην κλείνεις τα μάτια, μην τινάζεις απότομα το κεφάλι σου στο πλάι, όταν μιλάς για θάνατο. Μην καρφώνεις τα φλογισμένα σου μάτια πάνω μου όταν μιλάς για έρωτα. Αν θέλεις να με εντυπωσιάσεις όταν μιλάς για έρωτα βάλε το χέρι σου στην τσέπη ή κάτω από το φόρεμά σου και χαϊδέψου. Αν η φιλοδοξία σου και η πείνα σου για χειροκρότημα σε έκαναν να μου μιλήσεις για έρωτα, θα ‘πρεπε να μάθεις πώς να το κάνεις χωρίς να ξεφτιλίζεις τον εαυτό σου ή το κείμενο.
Ποια είναι η έκφραση που απαιτούν οι καιροί; Οι καιροί απαιτούν μη έκφραση έτσι κι αλλιώς. Η εποχή δεν ζητάει καμιά απολύτως έκφραση. Έχουμε δει φωτογραφίες με χαροκαμένες Ασιάτισσες μητέρες. Δεν μας αφορά η αγωνία των οργάνων σου που πασπατεύεις. Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορείς να εκφράσεις με το πρόσωπό σου, που να μπορεί να συναγωνιστεί με τη φρίκη αυτής της εποχής. Μην προσπαθήσεις καν. Το μόνο που θα καταφέρεις είναι να φέρεις τον εαυτό σου αντιμέτωπο με τη χλεύη εκείνων που έχουν νιώσει αυτά τα πράγματα βαθιά.
Έχουμε δει στις ειδήσεις ανθρώπους στο έπακρο του πόνου και του ξεριζωμού. Όλοι ξέρουν ότι τρως καλά κι ότι πληρώνεσαι κιόλας για να σταθείς εδώ. Κάνεις αυτό που κάνεις μπροστά σε ανθρώπους που βίωσαν την καταστροφή. Αυτό θα έπρεπε να σε κάνει πολύ μετρημένη. 
Πες τις λέξεις δώσε το δεδομένο, κάνε στην άκρη. Όλοι ξέρουν ότι υποφέρεις. Δεν μπορείς να πεις στο ακροατήριο όλα όσα ξέρεις για τον έρωτα με κάθε γραμμή που θα απαγγέλεις για τον έρωτα. Παραμέρησε και θα ξέρουν ό,τι ξέρεις γιατί ήδη το ξέρουν. Δεν έχεις να τους μάθεις τίποτα. Δεν είσαι πιο όμορφη απ’ αυτούς. Ούτε πιο σοφή. Μην τους βάζεις τις φωνές. Μην τους βιάζεις στην ψύχρα. Αυτό είναι κακό σεξ. Αν τους δείξεις το περίγραμμα των γεννητικών σου οργάνων, τότε δώσε τους κι αυτό που τάζεις. Να θυμάσαι ότι πραγματικά, οι άνθρωποι δεν θέλουν έναν ακροβάτη στο κρεβάτι τους. 
Ποιά είναι η ανάγκη μας; Να είμαστε κοντά στον φυσικό άντρα, να είμαστε κοντά στη φυσική γυναίκα. 
Μην παριστάνεις ότι είσαι μια λατρεμένη τραγουδίστρια μ’ ένα τεράστιο πιστό ακροατήριο που σε ακολούθησε στα πάνω και στα κάτω της ζωής σου μέχρι τούτη εδώ τη στιγμή. Οι βόμβες, τα φλογοβόλα κι όλα τα σκατά κατέστρεψαν πολλά περισσότερα από δέντρα και χωριά. κατέστρεψαν και τη σκηνή. Νόμισες ότι το επάγγελμά σου θα γλίτωνε από τη γενική καταστροφή; 
Δεν υπάρχει πια σκηνή. Δεν υπάρχουν πια φώτα της ράμπας και προβολείς. Στέκεσαι μέσα στον κόσμο. Γι αυτό να είσαι σεμνή. Πες τις λέξεις, δώσε τα δεδομένα, παραμέρισε. Στάσου μόνη. σαν να είσαι στο δωμάτιό σου. Μην το παίζεις.

Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2014

ΕΓΡΑΦΕ ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟ 1973 Ο ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ

Η ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ                        

Πώς του σπαθιού σου στόμωσεν η κόψη
και πώς μετράς τη γης με ανύπαρχτη όψη;
Κλεισμένη στων Ελλήνων τα ιερά
τα κόκαλά μας, σκούζε, Λευτεριά.

Αιώνες σε κρατάνε φυλακή
οι αφεντάδες σου ξένοι και δικοί.
Και σ’ αμολάνε λίγο, αν είναι χρεία
να πνίξεις αλλωνών ελευθερία!


28.11.1973


Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2014

ΠΟΣΟΥΣ ΘΑΝΑΤΟΥΣ ΑΚΟΜΑ ΚΡΥΒΕΙ Η ΒΕΝΕΤΙΑ;

Διάβαζα πρόσφατα την αριστουργηματική νουβέλα του Τόμας Μαν "Θάνατος στη Βενετία".
Μια ιστορία ενός παραληρηματικού ύμνου για την τέχνη και την αισθητική τελειότητα όταν η τελευταία ενσαρκώνεται στην αψεγάδιαστη ομορφιά ενός νεαρού αγοριού, ενώ ταυτόχρονα ένας υφέρπων θάνατος απλώνεται αργά και σκεπάζει την πόλη από μια επιδημία χολέρας, η οποία εσκεμμένα αποκρύπτεται από τις επίσημες αρχές.
Δε θα σταθώ στον άκρατο ερωτισμό -πλατωνικό μόνο- που βιώνει ο φημισμένος -σε κρίση- μεσήλικας συγγραφέας για το νεαρό, αλαβάστρινο αγόρι και τον κάνει να αναθεωρεί την αποστειρωμένη ζωή του, η οποία υπήρξε απαρέγκλιτα και αυστηρά ταγμένη στη δημιουργία του έργου του ούτε στις άρτιες περιγραφές της νοσηρής πόλης, στους συμβολισμούς και στην ποίηση που ξεπηδά σχεδόν από κάθε φράση του βιβλίου και μυεί τον αναγνώστη στην ουσία της σκέψης του Μαν για την τέχνη, αλλά κάνοντας έναν παραλληλισμό της ιστορίας της νουβέλας σε σχέση με την κατάσταση που βιώνουμε στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, έχω την αίσθηση ότι ακριβώς αυτό μας συμβαίνει.
Μια αποφορά μούχλας και σαπίλας φτάνει ως τα ρουθούνια μας, ένα άλλο είδος χολέρας περνάει στο D.N.A μας, ηθικής και πνευματικής που αργά αλλά σταθερά μάς αποστεώνει από κάθε τι αληθινό και ανθρώπινο. Ταυτόχρονα με τις διαβεβαιώσεις και τις πιστοποιήσεις των κατ’ εξοχήν υπεύθυνων ότι όλα πάνε κατ’ ευχήν. Δεν ξέρω από ποιο υφάδι αισιοδοξίας πιάνεται ο καθένας για να φέρει σε πέρας την καθημερινότητά του, αλλά αν δεν ανατραπεί αυτή η κωματώδης κατάσταση του νου κι η ψυχή δε στραφεί προς το δικό της φανταστικό φως για ν' αποκαλύψει το Νέο άνθρωπο, τον ευγενή και στοχαστικό, η παρακμή θα γίνει από δεύτερη, πρώτη φύση μας. Η Βενετία κρύβει ακόμα πολλούς θανάτους στα κανάλια της. Οι γονδολιέρηδες το ξέρουν καλά.


S.


Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014

"Φόβος" - Δημήτριος Γκόγκας

Λέω πως ζω                                                                                                              
κι όταν με ρωτούν πως τα πάω
απαντώ
"σπίτι - δουλειά
δουλειά - σπίτι"
Κάθε πρωί κατεβάζω τα σκουπίδια
με προσοχή μην σχιστούν οι σακκούλες
Προσέχω μην συναντήσω τον γείτονα
αποφεύγω τον σκύλο που μισώ
δεν ανοίγω το γραμματοκιβώτιο
κατοικούν μέσα του Κέρβεροι
κι ένας Προκρούστης
που θέλει δουλειά.
Αν του την δώσω τι θα λέω
όταν με ρωτούν αν ζω;
Ζω σπίτι;


Το παραπάνω ποίημα έλαβε το Α΄Βραβείο στην κατηγορία: (ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ) ΠΟΙΗΣΗ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ
του ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ "ΣΙΚΕΛΙΑΝΑ 2014"


ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ

Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2014

Για το Πολυτεχνείο

Από τον Μάνο Χατζιδάκι   

Οι εθνικές γιορτές έχουν καταλήξει να είναι τελετουργίες χωρίς αντίκρισμα και 
με αμφιλεγόμενο περιεχόμενο. Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου είναι πρόσφατα –γιορτάζουμε μόλις τη 12η επέτειο– κι όμως μοιάζει η γιορτή σαν τον χρυσό σταυρό που κοσμεί τους λαιμούς νεαρών ερωτιδέων ή ηλιοκαμένων καμακιών. Καμιά επαφή με το ουσιαστικό περιεχόμενο του σταυρού. Στολίδι, ένταση του αισθησιασμού. Έτσι και οι γιορτές του Πολυτεχνείου κατέληξαν σε εκτόνωση, σε κομματικό σφετερισμό και σε συνθήματα άσχετα από το ιδεολογικό περιεχόμενο των γεγονότων που η μνήμη τους συνέθεσε τους επί «εθνικού» επιπέδου εορτασμούς της επετείου (...)

12η σήμερα, 30ή αύριο, 50ή και θα χαθεί μες στην ανυποληψία των μελλοντικών στολών και επετείων με μερικά λογύδρια στα σχολεία και παρελάσεις στους ασφαλτοστρωμένους δρόμους των ενόπλων δυνάμεων, διαλοστέλνοντας οι στρατιώτες τη γιορτή και την ταλαιπωρία των παρελάσεων (...)

Όμως το τραγικό δεν είναι αυτό. Το τραγικό είναι που κάθε κυβέρνηση βρίσκει τον τρόπο να συνδεθεί κατευθείαν με τις επετείους αυτές, αγνοώντας τα αληθινά μηνύματα των γεγονότων που τις συνέθεσαν (...)

Τα γεγονότα της 17ης Νοεμβρίου μας παρέχονται με περισσότερες λεπτομέρειες γι’ αυτούς που επέζησαν παρά γι’ αυτούς που χάθηκαν οριστικά. Οι εναπομείναντες παρελαύνουν επικεφαλής, βγάζουν λόγους, πραγματοποιούν τηλεοπτικές συνεντεύξεις και δεν τους άκουσα ούτε μια φορά να μνημονεύουν αυτούς που χάθηκαν οριστικά, που δεν είναι σε θέση να μιλήσουν σήμερα.

Έτσι, έρχεται η σειρά να δούμε από κοντά το τραπέζι ενός Ινδιάνου που αμέριμνος με την παραδοσιακή τεχνική αμύνης, υπερασπιζόταν το σπιτικό του και τον τόπο του από τους εισβολείς, ήσυχος για το δίκαιό του και για τον Θεό του. Όμως οι πιονέροι με τον δικό τους Θεό κατασκευάσανε ένα δικό τους δίκαιο και κατέκτησαν τους Ινδιάνους. Κι αφού τους εξαφάνισαν, άρχισαν να γυρίζουν ταινίες με το δίκαιο αμφίρροπο ανάμεσα στους Ινδιάνους και τους Αμερικανούς στρατιώτες. Όμως η κατάληψη είχε επιτελεστεί. Η Αμερική στους Αμερικανούς. Και η 17η Νοεμβρίου στους επιζήσαντες. Αύριο –καθόλου απίθανο– μια μελλοντική δικτατορία να οικειοποιηθεί την επέτειο του Πολυτεχνείου ως σύμβολο αντιστάσεως εναντίον των αντιπάλων της. Μήπως δεν έγινε παρόμοια πλαστοπροσωπία στα ανατολικά «σοσιαλιστικά» κράτη; Αγώνες νέων παιδιών μήπως δεν έγιναν σύμβολο εορτασμού τυραννικών καθεστώτων; Τα ’χουμε δει αυτά και τα ’χουμε -αλίμονο- συνηθίσει (...)

Δεν είχα καλά, καλά τελειώσει το σχόλιο αυτό και ήλθε η είδηση. Ένας αστυνομικός, σκότωσε τον δεκαπεντάχρονο Μιχάλη Καλτέζα. Κατασκευάζεται ήδη σενάριο με βάση το κατά πόσον ο νεαρός δεκαπεντάχρονος ήταν ή δεν ήταν «επικίνδυνος» αναρχικός. Ώστε η κτηνωδία του αστυνομικού να γίνει νόμιμη άμυνα... 


Μάνος Χατζιδάκις
 ___________
Αποσπάσματα από άρθρο με τίτλο ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΕΣ ή ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΤΟΥ ΙΝΔΙΑΝΟΥ, που δημοσιεύτηκε αρχικά στο περιοδικό «Τέταρτο», τευχ. 8, Δεκέμβριος 1985, και συμπεριλήφθηκε αργότερα στη συλλογή κειμένων του Μάνου Χατζιδάκι «Ο καθρέφτης και το μαχαίρι» από τις Εκδόσεις Ίκαρος.


ΠΗΓΗ: http://www.lifo.gr/team/readersdigest/53089



Οι εθνικές γιορτές έχουν καταλήξει να είναι τελετουργίες χωρίς αντίκρισμα και με αμφιλεγόμενο περιεχόμενο. Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου είναι πρόσφατα –γιορτάζουμε μόλις τη 12η επέτειο– κι όμως μοιάζει η γιορτή σαν τον χρυσό σταυρό που κοσμεί τους λαιμούς νεαρών ερωτιδέων ή ηλιοκαμένων καμακιών. Καμιά επαφή με το ουσιαστικό περιεχόμενο του σταυρού. Στολίδι, ένταση του αισθησιασμού. Έτσι και οι γιορτές του Πολυτεχνείου κατέληξαν σε εκτόνωση, σε κομματικό σφετερισμό και σε συνθήματα άσχετα από το ιδεολογικό περιεχόμενο των γεγονότων που η μνήμη τους συνέθεσε τους επί «εθνικού» επιπέδου εορτασμούς της επετείου (...) 12η σήμερα, 30ή αύριο, 50ή και θα χαθεί μες στην ανυποληψία των μελλοντικών στολών και επετείων με μερικά λογύδρια στα σχολεία και παρελάσεις στους ασφαλτοστρωμένους δρόμους των ενόπλων δυνάμεων, διαλοστέλνοντας οι στρατιώτες τη γιορτή και την ταλαιπωρία των παρελάσεων (...) Όμως το τραγικό δεν είναι αυτό. Το τραγικό είναι που κάθε κυβέρνηση βρίσκει τον τρόπο να συνδεθεί κατευθείαν με τις επετείους αυτές, αγνοώντας τα αληθινά μηνύματα των γεγονότων που τις συνέθεσαν (...) Τα γεγονότα της 17ης Νοεμβρίου μας παρέχονται με περισσότερες λεπτομέρειες γι’ αυτούς που επέζησαν παρά γι’ αυτούς που χάθηκαν οριστικά. Οι εναπομείναντες παρελαύνουν επικεφαλής, βγάζουν λόγους, πραγματοποιούν τηλεοπτικές συνεντεύξεις και δεν τους άκουσα ούτε μια φορά να μνημονεύουν αυτούς που χάθηκαν οριστικά, που δεν είναι σε θέση να μιλήσουν σήμερα. Έτσι, έρχεται η σειρά να δούμε από κοντά το τραπέζι ενός Ινδιάνου που αμέριμνος με την παραδοσιακή τεχνική αμύνης, υπερασπιζόταν το σπιτικό του και τον τόπο του από τους εισβολείς, ήσυχος για το δίκαιό του και για τον Θεό του. Όμως οι πιονέροι με τον δικό τους Θεό κατασκευάσανε ένα δικό τους δίκαιο και κατέκτησαν τους Ινδιάνους. Κι αφού τους εξαφάνισαν, άρχισαν να γυρίζουν ταινίες με το δίκαιο αμφίρροπο ανάμεσα στους Ινδιάνους και τους Αμερικανούς στρατιώτες. Όμως η κατάληψη είχε επιτελεστεί. Η Αμερική στους Αμερικανούς. Και η 17η Νοεμβρίου στους επιζήσαντες. Αύριο –καθόλου απίθανο– μια μελλοντική δικτατορία να οικειοποιηθεί την επέτειο του Πολυτεχνείου ως σύμβολο αντιστάσεως εναντίον των αντιπάλων της. Μήπως δεν έγινε παρόμοια πλαστοπροσωπία στα ανατολικά «σοσιαλιστικά» κράτη; Αγώνες νέων παιδιών μήπως δεν έγιναν σύμβολο εορτασμού τυραννικών καθεστώτων; Τα ’χουμε δει αυτά και τα ’χουμε -αλίμονο- συνηθίσει (...) Δεν είχα καλά, καλά τελειώσει το σχόλιο αυτό και ήλθε η είδηση. Ένας αστυνομικός, σκότωσε τον δεκαπεντάχρονο Μιχάλη Καλτέζα. Κατασκευάζεται ήδη σενάριο με βάση το κατα πόσον ο νεαρός δεκαπεντάχρονος ήταν ή δεν ήταν «επικινδύνος» αναρχικός. Ώστε η κτηνωδία του αστυνομικού να γίνει νόμιμη άμυνα... Μάνος Χατζιδάκις ___________ Αποσπάσματα από άρθρο με τίτλο ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΕΣ ή ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΤΟΥ ΙΝΔΙΑΝΟΥ, που δημοσιεύτηκε αρχικά στο περιοδικό «Τέταρτο», τευχ. 8, Δεκέμβριος 1985, και συμπεριλήφθηκε αργότερα στη συλλογή κειμένων του Μάνου Χατζιδάκι «Ο καθρέφτης και το μαχαίρι» από τις Εκδόσεις Ίκαρος. Πηγή: www.lifo.gr
Οι εθνικές γιορτές έχουν καταλήξει να είναι τελετουργίες χωρίς αντίκρισμα και με αμφιλεγόμενο περιεχόμενο. Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου είναι πρόσφατα –γιορτάζουμε μόλις τη 12η επέτειο– κι όμως μοιάζει η γιορτή σαν τον χρυσό σταυρό που κοσμεί τους λαιμούς νεαρών ερωτιδέων ή ηλιοκαμένων καμακιών. Καμιά επαφή με το ουσιαστικό περιεχόμενο του σταυρού. Στολίδι, ένταση του αισθησιασμού. Έτσι και οι γιορτές του Πολυτεχνείου κατέληξαν σε εκτόνωση, σε κομματικό σφετερισμό και σε συνθήματα άσχετα από το ιδεολογικό περιεχόμενο των γεγονότων που η μνήμη τους συνέθεσε τους επί «εθνικού» επιπέδου εορτασμούς της επετείου (...) 12η σήμερα, 30ή αύριο, 50ή και θα χαθεί μες στην ανυποληψία των μελλοντικών στολών και επετείων με μερικά λογύδρια στα σχολεία και παρελάσεις στους ασφαλτοστρωμένους δρόμους των ενόπλων δυνάμεων, διαλοστέλνοντας οι στρατιώτες τη γιορτή και την ταλαιπωρία των παρελάσεων (...) Όμως το τραγικό δεν είναι αυτό. Το τραγικό είναι που κάθε κυβέρνηση βρίσκει τον τρόπο να συνδεθεί κατευθείαν με τις επετείους αυτές, αγνοώντας τα αληθινά μηνύματα των γεγονότων που τις συνέθεσαν (...) Τα γεγονότα της 17ης Νοεμβρίου μας παρέχονται με περισσότερες λεπτομέρειες γι’ αυτούς που επέζησαν παρά γι’ αυτούς που χάθηκαν οριστικά. Οι εναπομείναντες παρελαύνουν επικεφαλής, βγάζουν λόγους, πραγματοποιούν τηλεοπτικές συνεντεύξεις και δεν τους άκουσα ούτε μια φορά να μνημονεύουν αυτούς που χάθηκαν οριστικά, που δεν είναι σε θέση να μιλήσουν σήμερα. Έτσι, έρχεται η σειρά να δούμε από κοντά το τραπέζι ενός Ινδιάνου που αμέριμνος με την παραδοσιακή τεχνική αμύνης, υπερασπιζόταν το σπιτικό του και τον τόπο του από τους εισβολείς, ήσυχος για το δίκαιό του και για τον Θεό του. Όμως οι πιονέροι με τον δικό τους Θεό κατασκευάσανε ένα δικό τους δίκαιο και κατέκτησαν τους Ινδιάνους. Κι αφού τους εξαφάνισαν, άρχισαν να γυρίζουν ταινίες με το δίκαιο αμφίρροπο ανάμεσα στους Ινδιάνους και τους Αμερικανούς στρατιώτες. Όμως η κατάληψη είχε επιτελεστεί. Η Αμερική στους Αμερικανούς. Και η 17η Νοεμβρίου στους επιζήσαντες. Αύριο –καθόλου απίθανο– μια μελλοντική δικτατορία να οικειοποιηθεί την επέτειο του Πολυτεχνείου ως σύμβολο αντιστάσεως εναντίον των αντιπάλων της. Μήπως δεν έγινε παρόμοια πλαστοπροσωπία στα ανατολικά «σοσιαλιστικά» κράτη; Αγώνες νέων παιδιών μήπως δεν έγιναν σύμβολο εορτασμού τυραννικών καθεστώτων; Τα ’χουμε δει αυτά και τα ’χουμε -αλίμονο- συνηθίσει (...) Δεν είχα καλά, καλά τελειώσει το σχόλιο αυτό και ήλθε η είδηση. Ένας αστυνομικός, σκότωσε τον δεκαπεντάχρονο Μιχάλη Καλτέζα. Κατασκευάζεται ήδη σενάριο με βάση το κατα πόσον ο νεαρός δεκαπεντάχρονος ήταν ή δεν ήταν «επικινδύνος» αναρχικός. Ώστε η κτηνωδία του αστυνομικού να γίνει νόμιμη άμυνα... Μάνος Χατζιδάκις ___________ Αποσπάσματα από άρθρο με τίτλο ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΕΣ ή ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΤΟΥ ΙΝΔΙΑΝΟΥ, που δημοσιεύτηκε αρχικά στο περιοδικό «Τέταρτο», τευχ. 8, Δεκέμβριος 1985, και συμπεριλήφθηκε αργότερα στη συλλογή κειμένων του Μάνου Χατζιδάκι «Ο καθρέφτης και το μαχαίρι» από τις Εκδόσεις Ίκαρος. Πηγή: www.lifo.gr
Οι εθνικές γιορτές έχουν καταλήξει να είναι τελετουργίες χωρίς αντίκρισμα και με αμφιλεγόμενο περιεχόμενο. Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου είναι πρόσφατα –γιορτάζουμε μόλις τη 12η επέτειο– κι όμως μοιάζει η γιορτή σαν τον χρυσό σταυρό που κοσμεί τους λαιμούς νεαρών ερωτιδέων ή ηλιοκαμένων καμακιών. Καμιά επαφή με το ουσιαστικό περιεχόμενο του σταυρού. Στολίδι, ένταση του αισθησιασμού. Έτσι και οι γιορτές του Πολυτεχνείου κατέληξαν σε εκτόνωση, σε κομματικό σφετερισμό και σε συνθήματα άσχετα από το ιδεολογικό περιεχόμενο των γεγονότων που η μνήμη τους συνέθεσε τους επί «εθνικού» επιπέδου εορτασμούς της επετείου (...) 12η σήμερα, 30ή αύριο, 50ή και θα χαθεί μες στην ανυποληψία των μελλοντικών στολών και επετείων με μερικά λογύδρια στα σχολεία και παρελάσεις στους ασφαλτοστρωμένους δρόμους των ενόπλων δυνάμεων, διαλοστέλνοντας οι στρατιώτες τη γιορτή και την ταλαιπωρία των παρελάσεων (...) Όμως το τραγικό δεν είναι αυτό. Το τραγικό είναι που κάθε κυβέρνηση βρίσκει τον τρόπο να συνδεθεί κατευθείαν με τις επετείους αυτές, αγνοώντας τα αληθινά μηνύματα των γεγονότων που τις συνέθεσαν (...) Τα γεγονότα της 17ης Νοεμβρίου μας παρέχονται με περισσότερες λεπτομέρειες γι’ αυτούς που επέζησαν παρά γι’ αυτούς που χάθηκαν οριστικά. Οι εναπομείναντες παρελαύνουν επικεφαλής, βγάζουν λόγους, πραγματοποιούν τηλεοπτικές συνεντεύξεις και δεν τους άκουσα ούτε μια φορά να μνημονεύουν αυτούς που χάθηκαν οριστικά, που δεν είναι σε θέση να μιλήσουν σήμερα. Έτσι, έρχεται η σειρά να δούμε από κοντά το τραπέζι ενός Ινδιάνου που αμέριμνος με την παραδοσιακή τεχνική αμύνης, υπερασπιζόταν το σπιτικό του και τον τόπο του από τους εισβολείς, ήσυχος για το δίκαιό του και για τον Θεό του. Όμως οι πιονέροι με τον δικό τους Θεό κατασκευάσανε ένα δικό τους δίκαιο και κατέκτησαν τους Ινδιάνους. Κι αφού τους εξαφάνισαν, άρχισαν να γυρίζουν ταινίες με το δίκαιο αμφίρροπο ανάμεσα στους Ινδιάνους και τους Αμερικανούς στρατιώτες. Όμως η κατάληψη είχε επιτελεστεί. Η Αμερική στους Αμερικανούς. Και η 17η Νοεμβρίου στους επιζήσαντες. Αύριο –καθόλου απίθανο– μια μελλοντική δικτατορία να οικειοποιηθεί την επέτειο του Πολυτεχνείου ως σύμβολο αντιστάσεως εναντίον των αντιπάλων της. Μήπως δεν έγινε παρόμοια πλαστοπροσωπία στα ανατολικά «σοσιαλιστικά» κράτη; Αγώνες νέων παιδιών μήπως δεν έγιναν σύμβολο εορτασμού τυραννικών καθεστώτων; Τα ’χουμε δει αυτά και τα ’χουμε -αλίμονο- συνηθίσει (...) Δεν είχα καλά, καλά τελειώσει το σχόλιο αυτό και ήλθε η είδηση. Ένας αστυνομικός, σκότωσε τον δεκαπεντάχρονο Μιχάλη Καλτέζα. Κατασκευάζεται ήδη σενάριο με βάση το κατα πόσον ο νεαρός δεκαπεντάχρονος ήταν ή δεν ήταν «επικινδύνος» αναρχικός. Ώστε η κτηνωδία του αστυνομικού να γίνει νόμιμη άμυνα... Μάνος Χατζιδάκις ___________ Αποσπάσματα από άρθρο με τίτλο ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΕΣ ή ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΤΟΥ ΙΝΔΙΑΝΟΥ, που δημοσιεύτηκε αρχικά στο περιοδικό «Τέταρτο», τευχ. 8, Δεκέμβριος 1985, και συμπεριλήφθηκε αργότερα στη συλλογή κειμένων του Μάνου Χατζιδάκι «Ο καθρέφτης και το μαχαίρι» από τις Εκδόσεις Ίκαρος. Πηγή: www.lifo.gr
Οι εθνικές γιορτές έχουν καταλήξει να είναι τελετουργίες χωρίς αντίκρισμα και με αμφιλεγόμενο περιεχόμενο. Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου είναι πρόσφατα –γιορτάζουμε μόλις τη 12η επέτειο– κι όμως μοιάζει η γιορτή σαν τον χρυσό σταυρό που κοσμεί τους λαιμούς νεαρών ερωτιδέων ή ηλιοκαμένων καμακιών. Καμιά επαφή με το ουσιαστικό περιεχόμενο του σταυρού. Στολίδι, ένταση του αισθησιασμού. Έτσι και οι γιορτές του Πολυτεχνείου κατέληξαν σε εκτόνωση, σε κομματικό σφετερισμό και σε συνθήματα άσχετα από το ιδεολογικό περιεχόμενο των γεγονότων που η μνήμη τους συνέθεσε τους επί «εθνικού» επιπέδου εορτασμούς της επετείου (...) 12η σήμερα, 30ή αύριο, 50ή και θα χαθεί μες στην ανυποληψία των μελλοντικών στολών και επετείων με μερικά λογύδρια στα σχολεία και παρελάσεις στους ασφαλτοστρωμένους δρόμους των ενόπλων δυνάμεων, διαλοστέλνοντας οι στρατιώτες τη γιορτή και την ταλαιπωρία των παρελάσεων (...) Όμως το τραγικό δεν είναι αυτό. Το τραγικό είναι που κάθε κυβέρνηση βρίσκει τον τρόπο να συνδεθεί κατευθείαν με τις επετείους αυτές, αγνοώντας τα αληθινά μηνύματα των γεγονότων που τις συνέθεσαν (...) Τα γεγονότα της 17ης Νοεμβρίου μας παρέχονται με περισσότερες λεπτομέρειες γι’ αυτούς που επέζησαν παρά γι’ αυτούς που χάθηκαν οριστικά. Οι εναπομείναντες παρελαύνουν επικεφαλής, βγάζουν λόγους, πραγματοποιούν τηλεοπτικές συνεντεύξεις και δεν τους άκουσα ούτε μια φορά να μνημονεύουν αυτούς που χάθηκαν οριστικά, που δεν είναι σε θέση να μιλήσουν σήμερα. Έτσι, έρχεται η σειρά να δούμε από κοντά το τραπέζι ενός Ινδιάνου που αμέριμνος με την παραδοσιακή τεχνική αμύνης, υπερασπιζόταν το σπιτικό του και τον τόπο του από τους εισβολείς, ήσυχος για το δίκαιό του και για τον Θεό του. Όμως οι πιονέροι με τον δικό τους Θεό κατασκευάσανε ένα δικό τους δίκαιο και κατέκτησαν τους Ινδιάνους. Κι αφού τους εξαφάνισαν, άρχισαν να γυρίζουν ταινίες με το δίκαιο αμφίρροπο ανάμεσα στους Ινδιάνους και τους Αμερικανούς στρατιώτες. Όμως η κατάληψη είχε επιτελεστεί. Η Αμερική στους Αμερικανούς. Και η 17η Νοεμβρίου στους επιζήσαντες. Αύριο –καθόλου απίθανο– μια μελλοντική δικτατορία να οικειοποιηθεί την επέτειο του Πολυτεχνείου ως σύμβολο αντιστάσεως εναντίον των αντιπάλων της. Μήπως δεν έγινε παρόμοια πλαστοπροσωπία στα ανατολικά «σοσιαλιστικά» κράτη; Αγώνες νέων παιδιών μήπως δεν έγιναν σύμβολο εορτασμού τυραννικών καθεστώτων; Τα ’χουμε δει αυτά και τα ’χουμε -αλίμονο- συνηθίσει (...) Δεν είχα καλά, καλά τελειώσει το σχόλιο αυτό και ήλθε η είδηση. Ένας αστυνομικός, σκότωσε τον δεκαπεντάχρονο Μιχάλη Καλτέζα. Κατασκευάζεται ήδη σενάριο με βάση το κατα πόσον ο νεαρός δεκαπεντάχρονος ήταν ή δεν ήταν «επικινδύνος» αναρχικός. Ώστε η κτηνωδία του αστυνομικού να γίνει νόμιμη άμυνα... Μάνος Χατζιδάκις ___________ Αποσπάσματα από άρθρο με τίτλο ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΕΣ ή ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΤΟΥ ΙΝΔΙΑΝΟΥ, που δημοσιεύτηκε αρχικά στο περιοδικό «Τέταρτο», τευχ. 8, Δεκέμβριος 1985, και συμπεριλήφθηκε αργότερα στη συλλογή κειμένων του Μάνου Χατζιδάκι «Ο καθρέφτης και το μαχαίρι» από τις Εκδόσεις Ίκαρος. Πηγή: www.lifo.gr

Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2014

Λιγοστεύουν

 γράφει ο Μετέωρος
"Εφημερίδα των Συντακτών", 11.11.2014



ΚΑΤΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΚΟΜΜΑΤΙΑ 
Κάτι επικίνδυνα κομμάτια/ 
χάος/ 
είν’ η ψυχή μου/ 
που έκοψε με τα δόντια του/
ο Θεός./ 
Αλλοι τα τριγυρίζουν πάνω σε σανίδια/ 
τα δείχνουν/ τα πουλάνε/ τ’ αγοράζουν./ 
Εγώ δεν τα πουλώ./ Οι άνθρωποι/ 
τα κοιτάζουν/ με ρωτάνε/ άλλοι γελάνε/ άλλοι προσπερνάνε./ Εγώ δεν τα πουλώ.

ΠΡΩΤΟΓΡΑΨΕ το 1941, στα είκοσι δύο του. Το ’44 έσκισε τα ακαδημαϊκά του βιβλία και εγκατέλειψε τη Νομική για να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στην ποίηση.

Ο ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΠΟΙΗΤΗΣ Δεν έχω γράψει ποιήματα/ μέσα σε κρότους/ μέσα σε κρότους/ κύλησε η ζωή μου./ Τη μιαν ημέρα έτρεμα/ την άλλην ανατρίχιαζα/ μέσα στο φόβο/ μέσα στο φόβο/ πέρασε η ζωή μου./ Δεν έχω γράψει ποιήματα/ δεν έχω γράψει ποιήματα/ μόνο σταυρούς/ σε μνήματα/ καρφώνω.

ΟΙ ΑΠΟΜΕΙΝΑΝΤΕΣ Ομως υπάρχουν ακόμα/ λίγοι άνθρωποι/ που δεν είναι κόλαση/ η ζωή τους/ υπάρχει το μικρό πουλί ο κιτρινολαίμης/ η Fraülein Ramser/ και πάντοτε του ήλιου οι απομείναντες/ οι ερωτευμένοι με ήλιο ή με φεγγάρι/ ψάξε καλά/ βρες τους, Ποιητή!/ κατάγραψέ τους προσεχτικά/ γιατί όσο παν και λιγοστεύουν/ λιγοστεύουν.

ΣΥΝΔΕΘΗΚΕ με στενή φιλία με τον Ελύτη και τον Εγγονόπουλο. Ο Μίλτος Σαχτούρης, διότι περί του Σαχτούρη πρόκειται, επηρεάστηκε απ’ τον σουρεαλισμό αλλά χαρακτηρίζεται ποιητής του συμβολισμού και του παράλογου.

ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΙΚΟ ΚΑΡΟΥΖΟ Καημένε Νίκο/ τι ζωή ήταν κι αυτή/ κατατρεγμένος από τους Κατσιμπαλήδες/ οι πλούσιοι φτύναν πάνω στη φτώχεια σου/ όμως εσύ καλά έκανες/ έπινες τα ουζάκια σου/ κι όλους αυτούς τους μούντζωνες/ και πριν να φύγεις/ πρόφτασες κι αρπάχτηκες/ από ένα κάτασπρο σύννεφο/ από ψηλά τώρα από το σύννεφο αυτό/ κοιτάζεις/ την αθανασία σου.

ΣΤΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ ΜΕ ΤΙΣ ΛΙΡΕΣ Στο καφενείο/ έρχεται ο χοντρός νονός μου/ με τις λίρες/ Ούτε μια δεν είναι για σένα, λέει/ γιατί δεν έγινες ο βαφτιστικός μου/ που περίμενα./ Τότε λέω κι εγώ στο γκαρσόνι, πλάι μου/ - Φέρε μου ένα φλιτζάνι με μελάνι.

Η ΑΓΡΥΠΝΙΑ Ολοι κοιμούνται/ κι εγώ ξαγρυπνώ/ περνώ σε χρυσή κλωστή/ ασημένια φεγγάρια/ και περιμένω να ξημερώσει/ για να γεννηθεί/ ένας νέος θεός/ μες στην καρδιά μου/ την παγωμένη/ από άγρια φαντάσματα/ και τη μαύρη πίκρα.

ΤΙΜΗΘΗΚΕ με τρία κρατικά βραβεία και μετα-φράστηκε σε πολλές γλώσσες. Είναι ποιητής του κλειστού χώρου. Το έργο του απηχεί με εφιαλτικές εικόνες τον απόηχο του άγχους μιας ολόκληρης εποχής.

Ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ ΣΤΟΝ ΠΟΡΟ Και να που φάνηκε ο Ανδρέας Εμπειρίκος/ στον Πόρο/ τα δάχτυλά του κίτρινα καμένα απ’ τα τσιγάρα/ τσιγάρα να καίνε σαν κεριά/ γύρω γύρω στα τραπέζια/ τσιγάρα πάνω στις καρέκλες/ τσιγάρα παντού/ κι άγρια κόκκινα ποδήλατα να περπατάνε./ Ωραίος σαν αετός ο Εμπειρίκος/ τα μάτια του να καίνε./ - Πώς απ’ τον Πόρο, Αντρέα;/ εσύ πάντα πήγαινες στην Ανδρο./ - Κι εσύ Μίλτο, έπρεπε να ήσουνα/ στην Υδρα, γιατί στον Πόρο;/ Και τότε έσκασε εκείνο το ωραίο/ το φοβερό γέλιο του·/ πετάχτηκαν τρομαγμένα τα σπουργίτια/ ένα σύννεφο σπουργίτια/ πέρα απ’ το θάνατό του.


Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2014

KYΡΙΑΚΗ ΒΡΑΔΥ

Την Κυριακή το βράδυ                      
Η συνωμοσία της νύχτας
Τακτικό ραντεβού
Γύρω στις αρχές Νοέμβρη
Τότε το νησί σφραγίζει
Ερμητικά τις πόρτες του
Ανακυκλώνει εκφράσεις
Χροιές φωνών στα ίδια πρόσωπα
Καρτ ποστάλ ασπρόμαυρη
Μιας άγνωστης εποχής
Ούτε στο χτες 

Ούτε στο σήμερα
Έξω απ’ το χρόνο
Ένας αλλού τόπος
Το σοκάκι κακοφωτισμένο κι έρημο
Ντοστογιεφσκικοί οι ήρωές του χάνονται
Πίσω από μισογκρεμισμένα κτίρια
Ο καθένας με το οικείο σκοτάδι του
Κι εγώ με το δικό μου
Μόνο η θάλασσα σταθερά
Αναδεύει τις σκέψεις
Όταν έρχονται και παρέρχονται
Κύματα που θα καταλήξουν
Αδημονώντας για ένα άλλο
Αφτιασίδωτο φως
Σε απροσδιόριστη ακτή

Πόσο καλό κολύμπι ξέρετε;

S.

Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2014

ME ΣΕΜΝΟΤΗΤΑ

Όσοι ζουν με σεμνότητα         
Αθόρυβοι και διάφανοι
Ξέρουν ερήμην των άλλων
Ότι οι χαρές είναι ανώνυμες
Πάντα οι λύπες επώνυμες
Και τις συγχωρούν όλες

S.

Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2014

Ευγένιος Αρανίτσης - Σχετικά Με Τους Ιδιοφυείς

Η εξυπνάδα ορισμένων ανθρώπων φαίνεται πως δυσκολεύει, γι' αυτούς, τα πράγματα, οδηγώντας τους σε αδιέξοδα που χρονίζουν και στα οποία τους καθηλώνει η επιμονή να ενστερνίζονται ιδέες πρόχειρα εγγυημένες από το πνεύμα του μάγου. Αυτό έχει μεν την ικανότητα να διακρίνει τα αόρατα, όμως μ' έναν τρόπο που κάνει την προσέγγιση του βάθους να μοιάζει με άγκυρα. Οι έξυπνοι κολλάνε στην άμμο. Δηλαδή στις αντιξοότητες, που τις αναγνωρίζουν αμέσως ως θεωρητικές δομές απαραίτητες για την επίτευξη των ρεκόρ της σκέψης και, έτσι, απαιτητικές μεγάλων χρονικών παύσεων της δράσης. Δυσκολεύονται να προχωρήσουν. Δυσκολεύονται να αποχωριστούν τη σκιά του ιδανικού που η σπιρτάδα αντιλαμβάνεται σαν αντάξιό της και αρπάζουν, ως αποζημίωση γι' αυτή τη δυσκολία, το δικαίωμα να είναι ματαιόδοξοι.
Παρατηρώ, κατά καιρούς, τις περιπτώσεις ανθρώπων με πολύ υψηλό I.Q., καθώς το ονομάζουν, που η εξυπνάδα τους πάει κόντρα σε κάθε ψυχική εξέλιξη. Οι άμυνές τους είναι τόσο ισχυρές, τόσο καλά δεμένες με τα στριφογυρίσματα της οξυδέρκειας, ώστε δεν τις διαπερνάει ούτε μία αχτίδα. Προφυλαγμένοι από το δαίμονα που τους παρέχει προστασία σε κάθε απόπειρα του κόσμου να τους αλλάξει μυαλά, ζουν κλεισμένοι, αεροστεγώς, στην τελειότητα του εκάστοτε επιχειρήματος, το οποίο, ενώ αναδύεται ταχύτατα προκειμένου ν' αφήσει τους άλλους άναυδους, τελικά αφήνει το ίδιο το υποκείμενο δεμένο χειροπόδαρα. Ο έξυπνος σκέφτεται τόσο έξυπνα, ώστε δεν προλαβαίνει να ανασάνει σύμφωνα με το ρυθμό των εξελίξεων, παρά χτυπάει κεραυνοβόλα και βυθίζεται στην αναμονή μιας δυνητικής επαλήθευσης, ήδη συντελεσμένης φαντασιωσικά. Μελετώντας τόσο επίμονα, εκεί, στη φαντασίωση, τη μωρία του κόσμου, η εξυπνάδα δανείζεται πολλά από το ύφος της ξεροκεφαλιάς.
Αυτό το τραύμα της διάψευσης, που τον κάνει συχνά να τρεκλίζει σε ό,τι αφορά τις συναισθηματικές υποθέσεις, είναι περιέργως κάτι του οποίου τον πόνο ο ίδιος δεν συνειδητοποιεί. Όπως όλες οι οπτικές γωνίες, έτσι και η υπερβολική οξύνοια έχει το δικό της τυφλό σημείο, όπου η πρόσβαση παραμένει αδύνατη: η εξυπνάδα δεν μπορεί να δει την πλάτη της καλύτερα απ' ό,τι η ανοησία και, ως προς αυτό, λίγο μετράει αν η ανοησία είναι συνολικά τυφλή. Αφού εδώ, δηλαδή πίσω από την πλάτη του ευφυούς, τα χρόνια περνάνε το ίδιο γρήγορα όσο και πίσω από την πλάτη του βλάκα.
Συναντάει κανείς έξυπνους ανθρώπους για τα καλά παγιδευμένους σ' ένα σχήμα τόσο αιθέριο στη σύλληψή του, ώστε εντέλει περνάει για αιώνιο. Δε γίνεται να το εγκαταλείψει κανείς, δεν μπορεί ο καθένας να 'χει τη μοίρα του Οπενχάιμερ. Απλώς ο έξυπνος επινοεί άλλα ανάλογα σχήματα, όλα γεννημένα από την ομολογημένη αποτελεσματικότητα της ίδιας εφηβικής ευστροφίας που σωρεύονται στο αρχικό θεμέλιο σχηματίζοντας, συν τω χρόνω, πλήρη οχυρωματικά έργα. Κάτω από το βάρος όλου αυτού του τσιμέντου, ο έξυπνος ασφυκτιά.
Και πάλι, η απειλή ασφυξίας όχι μόνο δεν τον συντρίβει, αλλά γίνεται μια ακόμη πρόκληση για την εξυπνάδα του.
Στερημένος από την αφέλεια, από την πρόωρα εγκαταλελειμμένη παιδικότητα που κυβερνούσε το βλέμμα του όταν ζητούσε αγάπη χωρίς η ανάγκη του να απαντηθεί, αποφεύγει τις κακοτοπιές της κατανόησης του προφανούς και επιστρατεύει τις πάντα ετοιμοπόλεμες εφεδρίες του νου, μέσω των οποίων εξασφαλίζει τη λειτουργία μηχανισμών κατά κανόνα απορριπτικών. Το να πριονίζεις το κλαδί πάνω στο οποίο κάθεσαι καταντάει, τότε, ίδιον του καρτεσιανού υποκειμένου.
Το ενδεχόμενο να δεχθεί μιαν άλλη γνώμη αιωρείται μπροστά του ως απειλή διάψευσης της εξυπνάδας του, την οποία πλέον έφτασε να υπηρετεί με όρους αφοσίωσης στον αυτοσκοπό. Εκλαμβάνει σωστά τη δυσαρμονία στη σχέση του με τους άλλους ως συνέπεια της ανοησίας των άλλων, όμως αυτή η ευθυκρισία απωθεί το θαυμασμό αφού της λείπει η γλύκα των ματιών, το άνοιγμα στη θέρμη των χρωμάτων.
Τα μάτια δεν βλέπουνε, τώρα, παρά εκείνο που είναι κρυμμένο μέσα στην εξίσωση εξυπνάδα =
καχυποψία. Η συμφιλίωση δεν τα αφορά. Η πρόοδος της επαφής τους με την επικρατούσα ανθρώπινη συνθήκη, που είναι ο συμβιβασμός, τα αφήνει αδιάφορα.
Έτσι ο έξυπνος δεν επιτρέπει να μπει μέσα στο κάστρο του τίποτα, όλες οι εικόνες του φαίνονται μολυσμένες από ηλιθιότητα και απάτη. Οπότε, μαζί με τις φωταψίες του όντως μηδαμινού, αποκλείει και τις στιγμές που το βλέμμα θα λικνιζόταν στην αμφιλύκη. Από μέσα, από κει όπου βρίσκεται ο ίδιος, το οχυρωματικό έργο μοιάζει μ' ένα υπερβολικά πολύπλοκο και ιδιαίτερα κομψό αρχιτεκτόνημα, μ' ένα σπάνιο δίκτυο λεπτοδουλεμένων αρθρώσεων, όμως, εν προκειμένω δεν βλέπει ότι η τέλεια συναρμολόγηση του Ταζ Μαχάλ έχει συντελεστεί για να εμποδίσει την αποκοπή από την ταριχευμένη νιότη.
Το είδος αυτό του ευφυούς, για το οποίο μιλάω, αρνείται να ενηλικιωθεί, διότι, για να το κάνει, πρέπει να εγκαταλειφθεί στη λειτουργία των αισθήσεων, πάντοτε έτοιμων να εξαπατήσουν, κυρίως δε των συναισθημάτων, τα οποία υποπτεύεται σταθερά σαν προξένους σύγχυσης. Ακόμη και όταν της επιτρέπεις μια διακριτική παρουσία, η συμπόνια βάζει τρικλοποδιές στα μεγάλα ακροβατικά εγχειρήματα.
Από το να καταλαβαίνει τόσα πολλά, ο έξυπνος σκληραίνει μέχρι την απογοήτευση. Προκειμένου να επιβάλλει το Νόμο του Πατέρα, ξεχνάει να διαισθάνεται. Πεισματικά αρνείται να εκπαιδευτεί στη ζυγισμένη υποδοχή της Μητρότητας, η οποία έρχεται, ακροποδητί, από την πίσω πόρτα, με λίγο γλυκό του κουταλιού για χαζούς.
Δεν δέχεται να τον χαϊδέψει η ποίηση των πραγμάτων, λες και αυτό θα τορπίλιζε κάποιο σταθερό και απαρασάλευτο υπόδειγμα ζωής, ελάχιστα αληθινής κατά τα άλλα, απλώς κατάλληλης για τεχνητή αναπαραγωγή μεταξύ εκείνων που πιάνουν πουλιά στον αέρα.
Κοντολογίς, ο μεγαλύτερος κίνδυνος που αντιμετωπίζει η υπερβολική αυτή οξυδέρκεια είναι η λησμονιά του πως επιβιώνει κανείς ανάμεσα στο ρέον πλήθος, η έμφυτη αντιπάθειά της για τη λαϊκή αγορά και τις εκπτώσεις.
Ο Μπόρχες έγραψε πως ο πατέρας του, "όπως όλοι οι ευφυείς άνθρωποι, ήταν καλόκαρδος". Προφανώς, αυτό ισχύει μόνον θεωρητικά. Δεν είναι όλοι οι ευφυείς αγαθοί στην καρδιά, απεναντίας οι περισσότεροι έχουν αντιληφθεί από νωρίς, χάρη στο πλεονέκτημά τους, ότι οι πάντες πρέπει να θεωρούνται υπεύθυνοι για το έγκλημα της ύπαρξης, κι αυτό τους γεμίζει οργή.
Στη συνέχεια μένουν μ' αυτή την οργή παγιδευμένη στο υπογάστριο, δεδομένου, ακριβώς, ότι η ευγλωττία του νου, έστω και όταν δεν κατοικεί στην ομιλία, τους στερεί από τη σκέψη ότι θα μπορούσαν να τη σωματοποιήσουν. Η ασύγκριτη επιχειρηματολογία τους ταξιδεύει μεταφέροντας όλες τις παρενέργειες της απώθησης του αληθινού ζητήματος, που είναι ο έρως όχι του δώρου αλλά του δωρίζειν. Γι' αυτό η εξυπνάδα, από μόνη της, ουδέποτε γαλήνεψε κανέναν Κέρβερο.

Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014

ΦΑΥΛΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

Εκτιμώ και ζηλεύω τους πρακτικά αισιόδοξους και ταυτόχρονα απρόβλεπτους ανθρώπους. Αυτούς που σαν από χάρισμα λες ή μετά από σκληρή αυτοεκπαίδευση καταφέρνουν να ορίζουν στο μέτρο που θέλουν και μπορούν την καθημερινότητά τους.
Χρησιμοποιώντας όλο το εύρος των δυνατοτήτων τους. Με την επιδεξιότητα του χεριού ή του μυαλού τους. Συνήθως με το συνδυασμό και των δύο. Είναι εκείνοι που εν μέσω ανακατατάξεων και καταστροφών βρίσκουν τρόπο να σταθούν όρθιοι. Χωρίς να μεμψιμοιρούν ή να εκλογικεύουν τις καταστάσεις προκειμένου να νιώσουν καλύτερα. Ή το χειρότερο χωρίς να θέλουν να επωφεληθούν. Είναι μια σπουδαία και πολλές φορές μη αναγνωρίσιμη τέχνη της ζωής κι αυτή. Μ’ άλλα λόγια θα μπορούσε να ονομαστεί προσαρμογή σε αλλαγή δεδομένων καταστάσεων, αλλά είναι πολύ σπουδαιότερη απ’ αυτή. Ίσως γιατί δεν προέρχεται απλά από τις εκάστοτε συνθήκες, αλλά από μια ατομική ανάγκη να δοκιμάζει κανείς τα όρια του εαυτού του ακόμα κι αν κρέμεται από πάνω του ο πέλεκυς της αποτυχίας. Έχει να κάνει με θάρρος και θράσος, με μεγάλη δόση τόλμης που είναι όμως ορατή και κατά κάποιο τρόπο μετρήσιμη γιατί αλλιώς ξεπέφτει σε ανοησία και επικινδυνότητα.
Μια δύσκολη και επίμονη διαδικασία. Η εξαίρεση που ακόμα κι αν επιβεβαιώνει τον κανόνα υπάρχει, η  ανατροπή της επωδού ότι ο άνθρωπος δεν αλλάζει κι ότι πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι.
Ίσως τα γηρατειά κι ο μαρασμός του σώματος αλλά κυρίως της ψυχής να προέρχεται και να καταλήγει απ’ αυτή και σ’ αυτή τη μονήρη επανάληψη του ίδιου μοτίβου ζωής. Γερνάμε όταν δεν ερωτευόμαστε πια και πώς να ερωτευτούμε όταν αποφεύγουμε τον εαυτό μας; Εν τέλει αυτός ο φαύλος κύκλος ούτε κύκλος ούτε φαύλος είναι. Είναι μια διαρκής καχύποπτη  ματιά στο διαφορετικό. Είμαι μέσα του και το ξέρω…

Stavronia

Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2014

ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ...

"Λίγο πριν πεθάνεις…" από το κορίτσι του διπλανού portal (www.protagon.gr, 31/10/2014)



Ο παππούς μου ήταν φυσικός. Ήταν και 96 χρονών (όπως ο Μητσοτάκης). 
 Όταν τον ρωτούσαν πόσων χρονών είναι απαντούσε «χοντρικά… λίγο πριν πεθάνω». Το καλύτερο είναι ότι χαμογελούσε όταν το 'λεγε. Γνήσια, όχι μ’ αυτό το χαμόγελο-μορφασμό-κάλυμμα τρόμου. Ο παππούς μου χώρισε από τη γιαγιά μου όταν ήταν 75 χρονών. Όχι γιατί βρήκε γκόμενα αυτός. Όχι επειδή βρήκε γκόμενο η γιαγιά. Χώρισε γιατί δεν ήθελε να πηγαίνει εκδρομές σε μοναστήρια μαζί της. Σιχαινόταν επίσης τις φίλες της, που αφού γλεντοκόπησαν με συζύγους και εραστές στις Μυκόνους και τα Καζίνα της Ευρώπης, αποφάσισαν να κάνουν πλέον Πάσχα στον πανάγιο τάφο μόνο και μόνο γιατί φοβήθηκαν ότι έχουν πάρει την άγουσα για τον δικό τους τον τάφο. «Αυτές παιδί μου είναι συνηθισμένες να τα ρυθμίζουν όλα ζητώντας ρουσφέτια από τους βουλευτάδες τους», μου είπε τότε. «Ε, δεν μπορώ να τις βλέπω να μετατρέπουν και το θεό σε βουλευτή. Ανάβουν κεριά, κάνουν τάματα, φτιάχνουν φανουρόψωμα, φιλάνε οστά και κάρες αγίων, γιατί αυτή τη φορά είναι γιγάντιο το ρουσφέτι: ρετιρέ στον παράδεισο. Καλύτερα μόνος μου.»
Και πράγματι. Έζησε άλλα 20 χρόνια καλύτερα μόνος του. Ο θεός του έδωσε υγεία – ίσως επειδή δεν το ζήτησε φιλώντας στα ξεκούδουνα την κάρα του Αγίου Μηνά. Επισκεύασε και αποσύρθηκε στο σπίτι της μάνας του σ' ένα χωριό με δέκα σπίτια κάπου στη νότια Πίνδο. Το πρωί έκανε μια μεγάλη βόλτα στο βουνό και μετά διάβαζε, έφτιαχνε το φαγάκι του και έπαιρνε ένα υπνάκι. Το απόγευμα πήγαινε στο καφενείο-μπακάλικο-ταβέρνα-πρόχειρο ιατρείο και συναντούσε τους άλλους 16 κατοίκους του χωριού. Έπιναν το κρασάκι που έφερνε αυτός (είχε τρελές προμήθειες σαββατιανού που ήταν η αδυναμία του), έτρωγαν ομελέτα με αυγά απ' το κοτέτσι της κυρά Μάγδας και μανιτάρια που μαζεύει ο ανιψιός του Θωμά. Μετά το τρίτο ποτηράκι παίζανε μπιρίμπα ή τάβλι. Όταν ο παππούς ήταν στα μεγάλα κέφια του τους εξηγούσε τους νόμους που διέπουν τον κόσμο μετά παραδειγμάτων. Η αντοχή των υλικών λ.χ. εξηγήθηκε με το διαζύγιό του. «Μαλώνεις, μαλώνεις για χρόνια και νομίζεις ότι δεν πειράζει. Τα βρίσκεις και συνεχίζεις. Όμως η σχέση έχει κουραστεί. Και όταν μια μέρα ξαφνικά χωρίζεις, απορείς αφού δεν έγινε τίποτα σπουδαίο. Αλλά δεν χρειάζεται να γίνει ένα σπουδαίο. Η καταπόνηση για χρόνια κάποια στιγμή θα φέρει το σπάσιμο. Έτσι και το πανί που το βλέπει ο ήλιος καθημερινά κάποια στιγμή ξαφνικά θα διαλυθεί». Μετά γυρνούσε σπίτι του, διάβαζε λίγο ακόμα και πήγαινε για ύπνο. Ήταν ήρεμος κι ευτυχισμένος. Η μόνη με την οποία μιλούσε στην οικογένεια ήμουν εγώ.
Χτες με ειδοποίησε η κυρά Μάγδα ότι δεν είναι καλά. Πέταξα κι έφτασα δίπλα του σε μισή μέρα. Όταν μπήκα σπίτι του τον βρήκα στο κρεβάτι χάλια αλλά με καθαρές ριγέ μπυτζάμες, τριζάτα σεντόνια, μια κούπα χαμομήλι και ένα βιβλίο στο χέρι. Χαμογέλασε με όλο του το μούτρο όταν με είδε. Και μετά με μάλωσε που άφησα τις δουλειές μου και ήρθα.
-Τι κάνεις παππού; τον ρώτησα προσπαθώντας να κρύψω άτσαλα την αγωνία μου.
-Προσπαθώ να καταλάβω ποιες από τις 8 άγνωστες διαστάσεις του σύμπαντος είναι η πιο ωραία για να μετεγκατασταθώ, μου είπε και ανέμισε το βιβλίο. Το πήρα στα χέρια μου. Ήταν ένα βιβλίο που ανέλυε τη θεωρία των υπερχορδών, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της οποίας υπάρχουν, όπως μου εξήγησε, παράλληλα σύμπαντα αόρατα για μας που ζούμε στις τρεις διαστάσεις.
-Σοβαρά τώρα παππού, λες να αληθεύει αυτό; Λες να είμαστε κλεισμένοι σε μια γυάλα σαν ψάρια και να νομίζουμε ότι αυτό είναι όλο, ενώ έξω είναι το σπίτι, η πόλη, ο κόσμος, ο γαλαξίας; Λες να είμαστε κοντόφθαλμοι σαν χρυσόψαρα;
-Θα σου πω σε λίγο μετά λόγου γνώσεως, μου είπε και γέλασε περιπαικτικά. Με ξέρεις εμένα τι ψαχτήρι είμαι. Θα βρω τρόπο, θα βρω ταχυδρόμο με άδεια κυκλοφορίας μεταξύ συμπάντων και θα σε ειδοποιήσω. Υπόσχεση!
Σκάσαμε στα γέλια και αγκαλιαστήκαμε. Το βράδυ πέθανε ήσυχα στον ύπνο του. Και ξαφνικά κατάλαβα τι θα πει ακριβώς «θανάτω θάνατον πατήσας» και τον ζήλεψα.
Καλό ταξίδι παππού. Θα χω το νου μου για τον ταχυδρόμο σου…