Κυριακή 19 Μαΐου 2013

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΓΡΑΨΙΜΟ (ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ)

Αν, όπως έγραψε ο Τόμας Μαν, ένας συγγραφέας είναι κάποιος για τον οποίο το γράψιμο είναι δυσκολότερο απ’ ό,τι για άλλους ανθρώπους, ένας ποιητής είναι εκείνος για τον οποίο το γράψιμο είναι δυσκολότερο απ’ ό,τι για τους άλλους συγγραφείς. Ή τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε να είναι. Για να γράψεις ένα αληθινό ποίημα πρέπει να έχεις, ταυτόχρονα, απόλυτη συνείδηση, τόσο της μοναδικότητας όσο και της επισφάλειας των λέξεων, της «ροπής τους να απομακρύνονται από την πραγματικότητα», όπως έγραψε ο Τσέσλαφ Μίλοζ. Τότε, ο χρόνος που μεσολαβεί από το ένα ποίημα στο άλλο γίνεται χρόνος διακινδύνευσης, υφέρπουσας αβεβαιότητας, κορυφούμενου άγχους. Λες και η σιωπή διεκδικεί σταθερά τα πάντα.
Η κριτική μπορεί να αποτελέσει το αντίδοτο, τουλάχιστον για ένα μικρό διάστημα ­ μολονότι δεν θεωρώ ότι η κριτική ικανότητα απαραιτήτως συνοδεύει το ποιητικό χάρισμα ούτε ότι όλοι οι ποιητές οφείλουν να καταπιαστούν με την κριτική. Σε μια ιδανική συνθήκη, οι δύο αυτές δραστηριότητες είναι και συγγενείς, αλληλοτροφοδοτούμενες και αλληλοϋποστηριζόμενες, και διακριτές.
«Οι εποχές ποιητικής δραστηριότητας συχνά οδηγούν στην κριτική εγρήγορση», γράφει ο Παβέζε. Η άρθρωση αυτής της εγρήγορσης μπορεί να είναι μια διέξοδος, ένας δρόμος προς το καινούργιο και το διαφορετικό. Η ποίηση του ποιητή-κριτικού έχει πάντοτε μεγάλη σημασία, και για τον ίδιο, αλλά, κατά έναν τρόπο, και για το κοινό του. Η αξία της κριτικής εγρήγορσης του ποιητή εξαρτάται από την αλήθεια και την ένταση της ποιητικής του δραστηριότητας, από το βάθος στο οποίο φθάνουν τα ποιήματά του. Η κριτική, από την άλλη πλευρά, μπορεί να αναταράξει τα νερά της ποιητικής του, να τον διευκολύνει να απομακρυνθεί από τα κατακτημένα ποιητικά πεδία, να τον προετοιμάσει για την επόμενη κατάδυση. (Γι’ αυτό και οι «Δοκιμές» του Σεφέρη, τα κριτικά δοκίμια του Έλιοτ και του Βαλερύ, οι μελέτες του Πάουντ και του Πας συνιστούν υποδειγματική κριτική).
Όμως, η κριτική μπορεί να είναι και απλή διαφυγή, ένας τρόπος να αποφύγει ο συγγραφέας την αναμέτρηση με τη λευκή σελίδα που κυοφορεί το ποίημα. Όμως η σιωπή δεν είναι το αρνητικό της ποίησης, αλλά μέρος της ίδιας της τής φύσης, το στοιχείο από το οποίο επώδυνα αναδύεται και αυτό προς το οποίο, ακόμη πιο επώδυνα, τείνει να επιστρέψει. Το ποίημα είναι μια χειρονομία προς τη σιωπή, μια προσπάθεια διεκδίκησης της γαλήνης και της διαύγειας, την οποία η πτώση στη γλώσσα έχει διαρρήξει, μια προσπάθεια επικάλυψης της πρωταρχικής αυτής ρωγμής. Η γλώσσα τότε γίνεται ό,τι ο Ντεριντά ονομάζει «τρόπος εκχρονίκευσης»: «αναβάλλεις για αργότερα αυτό που στο παρόν δεν σου παραχωρείται, το δυνατό που είναι στο παρόν αδύνατο» ­ αν και κατά τη γνώμη μου θα ήταν ορθότερο να είχε πει «το φαινομενικά δυνατό που είναι πάντοτε αδύνατο». Το χάσμα ανάμεσα στη λέξη και το πράγμα είναι μοιραίο, δεν υπάρχει ανάρρωση, παρά μόνο μέσα στη σιωπή ­ κι είναι το ποίημα που οργανώνει τη σιωπή, που κάνει τον ποιητή και τον αναγνώστη να συνειδητοποιήσουν την παρουσία της. Η γλώσσα είναι πάντοτε πρωτεϊκή, εύθραυστη, ασταθής, προσωρινή, είναι μοιραία δεμένη με τον χρόνο. Και καθώς ο χρόνος είναι ο τρόπος της φύσης να αποτρέψει να συμβούν τα πάντα ταυτόχρονα, η γλώσσα, σαν μέσο «εκχρονίκευσης», αναλαμβάνει να μας μεταφέρει από σκέψη σε σκέψη και από στιγμή σε στιγμή, υποκρινόμενη την παρουσία, μεταμφιέζοντας την απουσία που βρίσκεται κάτω από την απαστράπτουσα επιφάνεια των λέξεων. Κι έτσι αναβάλλει την ύστατη σιωπή του θανάτου.
Η ποίηση, λοιπόν, παρέχει το μέσο για να αντιμετωπίσουμε κάτι αφόρητο, έναν τρόπο να κοιτάξουμε ό,τι ο Έλιοτ ονόμαζε «καρδιά του φωτός, τη σιωπή», σ’ εκείνο τον αλησμόνητο στίχο από την «Έρημη Χώρα». Ίσως αυτό που ψάχνουμε όλοι μας να είναι η σιωπή του τέλειου ποιήματος, το ποίημα που θάλλει στο σκοτάδι κι ύστερα ξεθωριάζει, αναλωμένο από τη σιωπή που πάντα υπήρξε ο στόχος του. Και η κριτική ίσως να είναι απλώς ένα διάλειμμα, μια ανάσα, σ’ αυτήν την ατέρμονη αναζήτηση.
Χάρης Βλαβιανός
 

Πηγή:  ΠΟΙΗΜΑΤΑ
             Ποίηση, ποιητές και ποιήματα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου